Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Το Όνειρο της Κλάρας

Την Κλάρα δεν την αγάπησε ποτέ κανείς.
Σε κάποια επαρχιακή πόλη, σήμερα. Η Κλάρα είναι υπάλληλος σε κάποια δημόσια υπηρεσία και ζει μαζί με τον άρρωστο πατέρα της. Εικοσιοκτώ χρονών γυναίκα και ακόμα δεν έχει γνωρίσει τον έρωτα. Για να ξεπεράσει την αμηχανία της, όταν οι φιλενάδες της κουβεντιάζουν για άντρες, επινοεί διαρκώς ιστορίες με φανταστικές ερωτικές περιπέτειες, για νέους που την αγαπήσαν μια φορά και γι’ άλλους που την κυνηγούν ακόμα.
Η ιστορία ξεκινάει με την Κλάρα να συζητάει με κάποια συνάδελφό της στο γραφείο. Η εύπιστη συνάδελφος εντυπωσιάζεται από την αφήγηση της Κλάρας, που περιγράφει μια νύχτα πάθους με κάποιον νέο συνάδελφό τους. Η αφήγηση της Κλάρας συνεχίζεται off, ενώ σε flash back βλέπουμε την πραγματικότητα. Δηλαδή την Κλάρα στο σπίτι της να φροντίζει τον άρρωστο πατέρα της και μετά να παρακολουθεί τηλεόραση.
Η Κλάρα επιστρέφει σπίτι. Τσακώνεται με τον πατέρα της. Τρώει βλέποντας στην τηλεόραση την είδηση για την ύπαρξη μιας εταιρίας στην Αμερική που αναλαμβάνει τη δημιουργία «Εραστών του Κουτιού» για μοναχικές γυναίκες. Αλλάζει κανάλι και βλέπει μια βραζιλιάνικη σειρά. Ξεχνιέται κοιτάζοντας έναν από τους ηθοποιούς, με μελαψή θωριά, με μαύρα μάτια και μαλλιά.
Η Κλάρα και δύο φίλες της ψωνίζουν δώρα για το γάμο μιας άλλης φίλης τους. Κάθονται σε μια καφετέρια. Μιλάνε για το γάμο και για τις σχέσεις τους. Όταν έρχεται η σειρά της Κλάρας, εκείνη τους «αποκαλύπτει» την καινούρια της σχέση με κάποιον ξένο, στον οποίο δίνει τα χαρακτηριστικά του ηθοποιού της βραζιλιάνικης σειράς. Η αφήγηση της Κλάρας συνεχίζεται off, ενώ σε flash back βλέπουμε την Κλάρα σε μοναχικούς περιπάτους. Στο τέλος του flash back και ενώ η off αφήγηση του φανταστικού της πάθους συνεχίζεται ζωηρά, η Κλάρα βρίσκεται καθισμένη σε ένα παγκάκι, σε κάποιο άλσος, δίπλα σε μία λίμνη. Φαίνεται να βλέπει κάτι μέσα στη λίμνη και να τρομάζει. Το flash back και η αφήγηση σταματούν απότομα. Η Κλάρα φεύγει από την καφετέρια βιαστικά, επικαλούμενη ένα ραντεβού που παραλίγο να ξεχάσει. Οι δύο φίλες της μένουν να την σχολιάζουν. Δε φαίνεται να πιστεύουν λέξη από όσα λέει. Γιατί η Κλάρα είναι «άσχημη». Και πως ήταν τόσο άσχημη δε ήθελε να το πιστέψει, κι ας το φοβότανε.
Η Κλάρα στο γυμναστήριο. Τρέχει στο διάδρομο και κοιτάζει την τηλεόραση. Βλέπει πάλι τον ηθοποιό της βραζιλιάνικης σειράς.
Το βράδυ, εκεί που γύριζε στο σπίτι ένιωσε ξαφνικά να την ακολουθούν σιγά κι αργά σαν τα δικά της κάποια πατήματα. Η Κλάρα τρέχει ανήσυχη στο σπίτι. Από το παράθυρο της κάμαράς της ξεχωρίζει μια φιγούρα να στέκεται στο σκοτάδι απέναντι από το σπίτι της.
Το πρωί στη δουλειά της, μιλάει για την καινούρια της σχέση στην εύπιστη συνάδελφό της. Η αφήγηση της Κλάρας συνεχίζεται off, ενώ σε flash back βλέπουμε την Κλάρα καθισμένη σε ένα παγκάκι, όπως στο τέλος του προηγούμενου flash back. Κοιτάζει γύρω της φοβισμένη. Το flash back και η off αφήγηση σταματούν απότομα. Στη συνάδελφο, που της ζητάει να συνεχίσει, η Κλάρα λέει πως έχει πολλή δουλειά και πως θα τα πούνε κάποια άλλη στιγμή.
Στο γυμναστήριο αργότερα. Τρέχει πάλι στο διάδρομο και βλέπει στην τηλεόραση την ίδια βραζιλιάνικη σειρά. Βλέπει τον ηθοποιό – φανταστικό εραστή να κοιτάζει για μια στιγμή την κάμερα. Να την κοιτάζει.
Βράδυ στο δρόμο για το σπίτι ακούει ξανά πατήματα να την ακολουθούν. Στο σπίτι με τον πατέρα της. Τρώνε μαζί σιωπηλά και παρακολουθούνε μια εκπομπή στην τηλεόραση. Μια συζήτηση με θέμα μεταφυσικά φαινόμενα, για τα μέσα μάτια που κάποτε βλέπουν πρωτύτερα από τα έξω μάτια. Έπειτα η Κλάρα κοιτάζει έξω από το παράθυρο της κάμαράς της και βλέπει την ίδια φιγούρα απέναντι. Η φιγούρα προχωρά και στέκεται κάτω από το φως του δρόμου. Ακίνητος κοντά στο στύλο του φαναριού κι είχε τα μάτια καρφωμένα στο παράθυρό της… ήταν εκείνος. Ο άγνωστος άνδρας κάτω από το παράθυρό της έχει τα χαρακτηριστικά του φανταστικού της εραστή. Η Κλάρα τρομάζει. Κλείνει το παράθυρο και τις κουρτίνες και ξαπλώνει στο κρεβάτι.
Λίγη ώρα μετά ανήσυχη σηκώνεται από το κρεβάτι της, ντύνεται και βγαίνει στο δρόμο. Ακολουθεί τη φιγούρα του άγνωστου μέσα από στενά και σκοτεινά δρομάκια, ώσπου καταλήγει στο άλσος των μοναχικών της περιπάτων. Στο παγκάκι δίπλα στη λίμνη είναι καθισμένος ο άγνωστος. Κάθεται δίπλα του μετά από δικό του νεύμα. Κοιτάζονται για ώρα, αλλά δε μιλάει κανείς. Όταν η Κλάρα κάνει να πει κάτι, ο άγνωστος φέρνοντας το δάχτυλο στα χείλη της ζητάει να μη μιλήσει.
Την επόμενη μέρα στο τραπέζι του γάμου. Η Κλάρα φαίνεται ανανεωμένη και χαρούμενη. Οι δύο φίλες της την ρωτάνε γιατί δεν ήρθε και ο «νέος της αγαπημένος» μαζί της. Η Κλάρα χωρίς να δώσει σημασία στην ειρωνεία τους, τους απαντά πως θα έχουν «νέα» σύντομα.
Μετά το τραπέζι του γάμου, οι φίλες της την γυρίζουν στο σπίτι με το αυτοκίνητο. Η Κλάρα ανεβαίνει στο σπίτι. Και τρέχει στο παράθυρο της κάμαράς της. Μόλις φεύγει το αυτοκίνητο των φιλενάδων της, ο άγνωστος εμφανίζεται και πάλι κάτω από το φως του δρόμου. Η Κλάρα τρέχει να τον προλάβει. Πίσω της ακούγεται η φωνή του άρρωστου πατέρα της να την φωνάζει. Η Κλάρα βγαίνει έξω στο δρόμο.
Ακολουθώντας την ίδια πορεία πίσω από τα βήματα του αγνώστου φτάνει και πάλι στο άλσος και κάθεται στο πλάι του. Η Κλάρα σίμωσε πιο κοντά τον άγνωστο και του έπιασε το χέρι. Εκείνος ρωτάει να μάθει το όνομά της και μετά, δεν είσαι συ, της λέει, της μοιάζεις μόνο, της μοιάζεις στην ασχήμια. Η Κλάρα, ενοχλημένη, κάνει να φύγει μα ο άγνωστος της κρατάει το χέρι και αρχίζει να της μιλά για τη γυναίκα εκείνη, που αγάπησε. Για εκείνη που αν και άσχημη, δε φοβήθηκε, μα αφέθηκε να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Που δε γέλασε ποτέ μαζί του, όπως οι άλλες. Που δεν έμοιαζε με τις άλλες, δε ταίριαζε στον κόσμο. Και που για αυτό τη σκότωσε. Η Κλάρα τρομάζει και προσπαθεί να φύγει, αλλά ο άγνωστος της κρατάει σφιχτά το χέρι και της δείχνει το νερό της λίμνης. Πάνω στην επιφάνεια του, σαν αντανάκλαση της αφήγησης του, εμφανίζεται μια γυναίκα που μοιάζει στην Κλάρα, νεκρή, γυμνή, με τα μακριά μαλλιά της τυλιγμένα γύρω από το λαιμό. Η Κλάρα παλεύει να απελευθερωθεί από τον άγνωστο και τον εφιάλτη. Ο άγνωστος της λέει, μη τρομάζεις! Δε σε θέλω εσένα. Εσύ δε θέλεις να πεθάνεις, δε θέλεις να αγαπηθείς, δε μπορείς – ή θέλεις; Λέγε! Η Κλάρα σκύβει το κεφάλι και κλείνει τα μάτια. Όταν τα ξανανοίγει ο άγνωστος έχει εξαφανιστεί, είναι ολομόναχη στο άλσος και ξημερώνει.
Η Κλάρα το πρωί στη δουλειά. Φαίνεται κουρασμένη και χαμένη στις σκέψεις της. Η συνάδελφός της έρχεται με όρεξη για κουβέντα. Όταν ρωτάει την Κλάρα για τον εραστή της, εκείνη της απαντά πως δεν υπάρχει. Ούτε εκείνος, ούτε κανένας άλλος. Η συνάδελφος της προτείνει να βγουν μαζί μετά τη δουλειά και η Κλάρα λέει πως έχει να φροντίσει τον πατέρα της.
Η Κλάρα στο σπίτι. Αν και ο πατέρας της έχει εριστική διάθεση, η Κλάρα του φέρεται τρυφερά. Κλείνει την τηλεόραση και πηγαίνει στην κάμαρα της. Κοιτάζει έξω από το παράθυρο, αλλά δεν υπάρχει κανείς απέναντι.
Ύστερα κατέβηκε στο δρόμο και δίχως να το νιώσει βρέθηκε στο πάρκο καθισμένη στην άκρη του νερού. Η Κλάρα κάθεται μόνη στο παγκάκι. Κοιτάζει τριγύρω. Περιμένει. Κι έπειτα αρχίζει να κλαίει. Ξαφνικά βλέπει απέναντί της σε ένα άλλο παγκάκι ένα μικρό αγόρι να κάθεται και να την κοιτάζει στα μάτια. Η Κλάρα σκουπίζει τα δάκρυα. Χαμογελάει στο αγοράκι. Και οι δυο τους αρχίζουν να γελάνε. Ένα μακρύ, τρικυμιστό, χαχανιστό άγριο γέλιο.
Τέλος.

Η παραπάνω σύνοψη σεναρίου (για ταινία μικρού μήκους) βασίζεται στο διήγημα του Κωσταντίνου Χατζόπουλου «Το όνειρο της Κλάρας» και γράφτηκε το καλοκαίρι του 2005 με αφορμή έναν διαγωνισμό του Ε.ΚΕ.ΒΙ

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

ελεύθερος τύπος/02.08

Πως θα περιγράφατε το (...);

Το (...)αποτελεί το χρονικό ενός πολιτισμού, χτισμένου έξω από τα σύνορα του χρόνου. Είναι το μυστικό σχέδιο πόλης ενός κόσμου αλλόκοτου χωρίς όρια και συντεταγμένες. Τα οκτώ κεφάλαια αυτού του βιβλίου μοιάζουν με ιστορίες τρόμου και μυστηρίου, αλλά στην πραγματικότητα το μόνο μυστήριο στην ιστορία είναι η ίδια η συγγραφή της. Ενώ τον τρόμο κανένας αναγνώστης δε πρόκειται να τον νιώσει περισσότερο από τους ίδιους τους ήρωες του βιβλίου, οι οποίοι είναι όλοι τους πρόσωπα φανταστικά αλλά κανένας τους δε το γνωρίζει ακόμα.

Πως προέκυψε η συγγραφή ενός λογοτεχνικού βιβλίου αυτού του είδους;

Θέλησα να γράψω ένα βιβλίο με θέμα την τρομοκρατία. Αφήνω κάποιους από τους ήρωες μου να την υμνούν και άλλους να την καταδικάζουν. Εγώ περιορίζομαι στο να την περιγράφω και να την ταξινομώ. Προσπάθησα να μιλήσω για όλα τα είδη της τρομοκρατίας ξεκινώντας από την οικογενειακή και καταλήγοντας στην πολιτική. Δε ξέρω αν τα κατάφερα, πάντως εγώ το διασκέδασα. Κυρίως όταν έγραφα για την ερωτική τρομοκρατία στο αγαπημένο μου κεφάλαιο, Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ.

Η μετάβαση από τον κόσμο του παραμυθιού σε αυτόν του τρόμου ήταν ομαλή;

Δεν αισθάνομαι ότι άφησα κάποιον κόσμο για να περάσω σε κάποιον άλλο. Δεν αρνούμαι ότι οι κόσμοι είναι περισσότεροι από ένας, αλλά προς το παρόν προτιμώ να μένω στον δικό μου κόσμο και να στέλνω ανταποκρίσεις από αυτόν. Εξάλλου όλοι μέσα σε ένα παραμύθι ζούμε και όλοι να βρούμε το ρόλο μας μέσα σε αυτό το παραμύθι ψάχνουμε. Και έπειτα τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο τρομακτικό από ένα καλό παραμύθι. Ξεχνάμε και ξεχνιόμαστε παρακολουθώντας το παραμύθι της επικαιρότητας να ξεχειλίζει από τις οθόνες μας, αλλά αναρωτιέμαι, υπάρχει τίποτα πιο τρομακτικό από το θαμπό όραμα του κοινωνικού μας κράτους στο πλαίσιο της υπερσύγχρονης τηλεπαθητικής και κληρονομικής μας δημοκρατίας;

Ποιος κόσμος σας εκφράζει περισσότερο; Σε ποιον από τους δύο θα θέλατε να επιστρέψετε;

Δε θέλω να επιστρέψω πουθενά γιατί δεν έχω φύγει από κάπου. Κανένας κόσμος δε μπορεί να με εκφράσει – εγώ είμαι αυτός που προσπαθώ να εκφράσω τους άλλους κόσμους αντιπαραβάλλοντάς τους με τον δικό μου. Έγραψα τις (...) δοκιμάζοντας να πω κάτι με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Στη συνέχεια το μόνο που έκανα ήταν να βγω από το δωμάτιο, να ανοίξω μια εφημερίδα, να κατεβώ στο δρόμο και να μιλήσω με έναν περαστικό. Ύστερα επέστρεψα στο δωμάτιο και έγραψα ξανά την ίδια ιστορία με άλλα λόγια. Ας πούμε πως αντάλλαξα τους δράκους του παραμυθιού με πραγματικούς δράκους. Και για να επιστρέψω στην παραισθησιακή μας επικαιρότητα, δε νομίζετε ότι πολλοί πρίγκιπες μαζεύτηκαν στην ίδια ιστορία;

Ως συγγραφέας προτιμάτε την παιδική ή την ενήλικη λογοτεχνία;

Ως αναγνώστης δε θυμάμαι να γνώρισα ποτέ αυτό που ονομάζεται παιδική λογοτεχνία ή και να την έχω γνωρίσει ήμουν πολύ μικρός τότε για να την ξεχωρίσω. Νομίζω πως δεν υπάρχει παιδική γραφή αλλά μονάχα παιδική ανάγνωση. Δε θα μπορούσα αλλιώς να εξηγήσω πως έγινε να θεωρείται αριστούργημα της «παιδικής» λογοτεχνίας η «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», το θαυμαστό παραλήρημα ενός οπιομανούς. Ή μήπως δεν είναι η παιδική ανάγνωση που καθιέρωσε ως το δημοφιλέστερο παιδικό τραγουδάκι το «Ήταν ένα Μικρό Καράβι», έναν ύμνο στον κανιβαλισμό; Νομίζω πως όλοι οι συγγραφείς οφείλουν να είναι πρώτα και κύρια αναγνώστες των εαυτών τους. Ως αναγνώστης και εγώ του εαυτού μου, προσπαθώ να γράφω πρώτα και κύρια για μένα και αφού δε θέλω να αντιμετωπίζω τους ενήλικες σαν παιδιά και τα παιδιά σαν ηλίθιους, δε προσπαθώ τίποτα να εξηγώ και δεν τολμώ κανέναν να διδάξω. Στην δική μου την οθόνη υπάρχει μόνο ένα παράθυρο και αυτό σπασμένο. Όσον αφορά τη λογοτεχνία μου βρίσκεται μόλις στον τέταρτό της χρόνο. Άρα απέχει πολύ ακόμα από τη δική της ενηλικίωση.

Αποτελεί η συγγραφή μια φυγή από την πραγματικότητα;

Μόνο τα ίδια τα γεγονότα αποτελούν φυγή από την πραγματικότητα. Ζω για να ξεφύγω από τη ζωή και γράφω για να αναλάβω τις ευθύνες μου απέναντι στο αναπόφευκτο. Θα ήθελα να συμβαίνει το αντίθετο, αλλά δεν τους έθεσα εγώ τους κανόνες του παιχνιδιού.

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

free/03.08

Μια λίστα με τις πέντε πιο τρομακτικές τοποθεσίες στην Αθήνα:

1. Το παλιό ινδιάνικο νεκροταφείο πίσω από το καλλιμάρμαρο

2. Ο πύργος της οικογένειας Ντράκουλιτς στην οδό Θήρας, κάτω από την πλατεία Αμερικής

3. Το εγκατελλείμενο κοσμοδρόμιο «Υψηλάντη» στο πεδίο του Άρεως

4. Όλα τα δωμάτια όπου έχω μείνει για μία και μόνη νύχτα

5. Το μπαρ του ξενοδοχείου «Χίλτον»

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

athens voice/04.08

Τι είναι αυτό το βιβλίο; Είναι μια παράξενη βιογραφία;

Το (...) είναι ένα μυθιστόρημα σε αποσπάσματα. Θυμίζει κείμενο αυτοβιογραφικό, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Άλλωστε, κάτι τέτοιο δεν θα ενδιέφερε κανέναν και εμένα λογοτεχνικά ελάχιστα θα με συγκινούσε. Είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο αφενός λόγω συγγραφικού εγωισμού αφετέρου διότι πιστεύω πως οι καλύτερες ιστορίες λέγονται πάντα στο πρώτο ενικό.

Είναι σημειώσεις από το ημερολόγιο σου;

Το ημερολόγιό μου το έχω μόνο για να γράφω όσο πρέπει να θυμηθώ, μα πάντα ξεχνάω να το κάνω. Αν ακολούθησα τη συγκεκριμένη φόρμα γραψίματος, το έκανα για να προσδώσω τάξη και ρυθμό σε αυτήν την αναρχική βιογραφία. Με άλλα λόγια σας λέω, παραβλέψτε την αποσπασματικότητα των επεισοδίων και διαβάστε το βιβλίο από τη αρχή ως το τέλος, όπως εγώ σας το παρέδωσα.

Γιατί να διαβάσουμε το «ημερολόγιο» σου;

Διότι αυτό δεν είναι το «ημερολόγιο», αλλά το «ιδεολόγιό» μου. Κι αν οι ημέρες μου δεν αφορούν κανέναν, οι ιδέες μου ίσως και να έχουν κάτι να σας πουν.

Υπάρχει κάτι το ανησυχητικό στις ιστορίες του βιβλίου… Τι σε οδήγησε να γράψεις αυτό το βιβλίο;

Το (...) είναι μια μαρτυρία ή μάλλον μια διαμαρτυρία. Αποτελεί γνήσιο προϊόν των ανησυχιών μου και αποτέλεσμα της απόπειρας αποκωδικοποίησής τους. Το βιβλίο αυτό είναι η αντίδραση στην παραισθητική πραγματικότητα που υφίσταμαι.

Η λογοτεχνία έχει ανάγκη το κίνητρο του φόβου;

Μια ικανή και αναγκαία ποσότητα φόβου αποτελεί το κίνητρο για τα πάντα. Ο φόβος του αιφνίδιου θανάτου γέννησε τον πολιτισμό και ο φόβος της απώλειας παράγει τον έρωτα και όλα τα άλλα κτητικά και δοτικά συναισθήματα που κάνουν τον κόσμο να προχωρά και τη ζωή να συνεχίζεται Η δικιά μου λογοτεχνία, πάντως, χρειάζεται το κίνητρο του φόβου για να ξεπεράσει τις φοβίες της.

Στο (...) πρωταγωνιστούν οι δαίμονες σου;

Ο δαίμονάς μου κάποτε μου ψυθίρισε στο αυτί μια ιστορία κι ύστερα εγώ κάθισα και την έγραψα. Στο (...) πρωταγωνιστούν οι δικοί σας δαίμονες.

Σε απασχολεί ποιοί είναι οι αναγνώστες σου;

Πολύ. Στο μεταξύ όμως, αγαπημένος μου αναγνώστης παραμένω εγώ.

Έχεις εμμονή με το Κακό;

Έχω πολλές εμμονές και ίσως αυτό να είναι πραγματικά κακό.

Υπάρχει Καλό και Κακό;

Υπάρχει καλύτερο και χειρότερο και κάπου στη μέση ένα θηλαστικό που κάποτε απέκτησε συνείδηση, στάθηκε στα δυο του πόδια και άρχισε να βαδίζει σε ένα μονοπάτι που ξεκινά και καταλήγει στο ίδιο ακριβώς σημείο.

Ποιό είναι το χειρότερο πράγμα που έχεις κάνει στη ζωή σου;

Αυτό!

Τι άλλο κάνεις στη ζωή σου;

Μεταξύ άλλων εργάζομαι ως δικηγόρος στο Βόλο.

Ακούς μουσική;

Αυτή τη στιγμή, όχι. Ακούω τα πλήκτρα στον υπολογιστή μου. Αγαπώ την μουσική, αλλά εκνευρίζομαι όταν η μουσική δε με αφήνει να ακούσω εκλεκτούς ήχους, όπως το σπάραγμα της εθνικής οδού τη νύχτα ή των χειλιών που ξεκολλάνε ύστερα από ένα διψασμένο φιλί.

Ποιο τραγούδι θα διάλεγες σαν μουσική υπόκρουση στο βιβλίο σου;

Στο βιβλίο μου ακούγονται δύο τραγούδια, το «ακρογιαλιές, δειλινά» του Τσιτσάνη και το «high hopes» (division bell) των Pink Floyd, μα δε τα διάλεξα εγώ. Ίσως η μόνη κατάλληλη μουσική υπόκρουση του (...) να είναι το θρόισμα των σελίδων του. Αν ήτανε, πάντως, τραγούδι, θα ήταν ένα πανκ ρέκβιεμ.

Η Αθήνα είναι μια πόλη που μπορεί να εμπνεύσει ένα συγγραφέα;

Αν και έχω ζήσει πολλά χρόνια στην Αθήνα, εξακολουθώ να νιώθω επισκέπτης και έτσι μόνο αποσπασματικά αντλώ έμπνευση από το αστικό τοπίο της. Προσωπικά ως συγγραφέας προτιμώ να πολεοδομώ λογοτεχνικά τους δικούς μου τόπους.

Ταξιδεύεις μόνος σου;

Παλαιότερα αυτό ήταν η αγαπημένη μου συνήθεια. Σημαντικό μέρος, άλλωστε, αυτού του βιβλίου γράφτηκε ενώ ταξίδευα μόνος μου. Σήμερα πλέον μόνος μου δε ταξιδεύω, παρά μόνο μετακινούμαι και μόνον όταν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο. Προτιμώ την εν κινήσει συντροφικότητα. Να ταξιδεύω με τον άλλον, μέσα στον άλλον και δια μέσω του άλλου.

Έχεις ήδη κυκλοφορήσει άλλα δύο βιβλία. Τι έχεις να πεις γι’ αυτά;

Α, είναι εξαιρετικά! Τα συνιστώ ανεπιφύλακτα...

Πες μου τι όνειρο είδες χθες το βράδυ;

Δε μπορώ να το πω. Ντρέπομαι

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

esquire/01.08

Στο οπισθόφυλλο λέει πως «αυτό δεν είναι ένα βιβλίο με ιστορίες τρόμου και μυστηρίου». Αυτό είναι περίεργο. Γιατί το διάβασα το βιβλίο, και είναι ακριβώς αυτό.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο τρομακτικό και μυστηριώδες από την ίδια την πραγματικότητα, την οποία ουσιαστικά διασκευάζω. Ο τρόμος και το μυστήριο βρίσκονται στην ίδια την συγγραφή.

Γιατί δεν παράγουμε περισσότερη φανταστική κουλτούρα, σαν λαός; Γιατί δεν αναμοχλεύουμε τους φόβους ή τα όνειρά μας στη λογοτεχνία;

Γιατί φοβόμαστε τους φόβους μας και δε θέλουμε να θυμόμαστε τα όνειρά μας. Θεατές της παραισθησιακής μας επικαιρότητας προτιμάμε να ζούμε στους φόβους και τα όνειρα των άλλων.

Αν ήσουν σε έναν σκοτεινό πύργο, μπροστά σε ένα τζάκι, με την καταιγίδα να μαίνεται απ' έξω και τις σκιές να χορεύουν στους τοίχους, ποιο βιβλίο θα ήθελες να διαβάζεις;

Σε ένα τέτοιο σκηνικό θα προτιμούσα να διαβάζω κάτι πιο διασκεδαστικό και ευχάριστο. Μάλλον θα κοιτούσα τα αποθηκευμένα μηνύματα στο κινητό μου ή θα έλυνα sudoku.

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

το κραχ του κραχ

Ο τρόπος με τον οποίον η επικαιρότητα σήμερα επικοινωνείται χωρίζει την τηλε_ανθρωπότητα σε δύο κατηγορίες: σε γκρινιάρηδες και ρομαντικούς.

Οι πρώτοι, διαρκώς παγιδευμένοι σε ένα φανταστικό παρελθόν και σε μία μεταφυσική αναπόλησή του, σχολιάζουν την ειδησεογραφία με all time classic ατάκες συνοικιακού καφενείου: Παλιά ήταν αλλιώς, κάποτε, ρε, κοιμόμασταν με την πόρτα ξεκλείδωτη, τώρα έρχονται αυτοί οι εξωγήινοι και μας παίρνουν τις δουλειές και με αυτόν τον παλιόκαιρο, γαμώτο, δε ξέρεις και τι να φορέσεις κλπ.

Οι άλλοι, παρασυρμένοι από την παραίσθηση ενός θαυμαστού καινούριου κόσμου, που με τα πόδια να ερχότανε θα είχε φτάσει, εμπλουτίζουν τα δικά τους σχόλια με την αισθητική των αρτίστικων cafe-bar: Πολύ προχώ η νέα εποχή, αύριο θα κατεβάσω το επόμενο επεισόδιο της ζωής μου, θα ανεβάσω pics και clips από ταξίδια που δε θα κάνω ποτέ και πριν βγω (από που;), θα κάνω update στα καμμένα εγκεφαλικά μου κύτταρα…

Και οι μεν και οι δε αντιμετωπίζουν τον κόσμο και τη ζωή σαν μεταγλωττισμένο σίριαλ, όπου όλες τις φωνές τις κάνει ο ίδιος ηθοποιός. Και οι δύο, αντί να απολαμβάνουν τη στιγμή, ζούνε ζωές παθητικές στον κόσμο του υπαρκτού μαζοχισμού. Μόνο οι dominatrix τους διαφέρουν. Οι αρχαίοι λέγανε ότι ο άνθρωπος βασανίζεται από δύο δήμιους, τον φόβο και την ελπίδα… διαλέγετε και παίρνετε!

Εκτός από την ιστορία που κάποιοι μας απαγγέλουν με auto-q, πριν ακόμα αυτή γραφτεί, υπάρχουν και οι ιστορίες. Οι δικές μας, οι δικές σας ιστορίες (YOURSTORIES, όπα! Βρήκα καινούρια στήλη για το περιοδικό!). Γι’ αυτό γίνετε συλλέκτες εκλεκτών στιγμών και μη βρω ξανά κανέναν σας στο δρόμο και τον ρωτήσω, «τι νέα;» και μου απαντήσει, «τα ίδια, μωρέ»!

Και μη μασάτε! Ούτε η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ θα γίνει αφροαμερικάνικη, επειδή οι Κενυάτες κατέλαβαν το οβάλ γραφείο (στην Κένυα δεν είχαμε στείλει τον Οτσαλάν transito πριν πάρει ανταπόκριση για το εξπρές του μεσονυχτίου;), ούτε οι κατασκευαστές παπλωμάτων θα γίνουν μεγιστάνες του πλούτου, επειδή θα καταρρεύσει το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και θα κάνουμε τις οικονομίες μας μασούρια κάτω από τον σιλτέ. Ας ψάξουμε πρώτα τρόπο να αλλάξουμε τη δική μας εξωτερική πολιτική απέναντι στους φίλους και τους συνεργάτες μας, ας αντιμετωπίσουμε τα κραχ των συναισθημάτων μας και τις υφέσεις των ενστίκτων μας και ύστερα θα βρούμε χρόνο να γίνουμε από δυο παγκόσμια χωριά παγκόσμιοι χωριάτες…

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

σε βρήκα!

σε έψαξα στο δωμάτιο. κατέστρεψα αρχαία έπιπλα και σπάνιες αναμνήσεις για να σε ξετρυπώσω. έριξα τους τοίχους της ντροπής και πέρασα μέσα από αμφίδρομους καθρέφτες. σμήνη βιβλία ξέσκισα, μήπως και συναντήσω τη φοβισμένη σου μορφή να τρέμει μέσα σε μια υποσημείωση.

σε έψαξα στη σκάλα. ξηλώνοντας το ένα μετά το άλλο τα σανίδια της άκουσα από κάτω τους τα χρόνια σου να τρίζουν. τα μέτρησα, μήπως και δω στους αριθμούς να ξεσκεπάζεται η απάτη. χόρεψα πάνω στο ρυθμό της απομάκρυνσης. συνήθως δε χορεύω, μα έκανα για σένα μια εξαίρεση.

σε έψαξα στην αυλή. έσκαψα στα παρτέρια να βρω το σπόρο σου ανάμεσα στις ρίζες των σκιών σου. σκόρπησα στο πλακόστρωτο θριαμβευτικές επιστροφές και οικογενειακά τραπέζια. έκανα πλιάτσικο σε ξέγνοιαστες παιδικές φωνές που δε γεννήθηκαν ακόμα.

σε έψαξα στο δρόμο. διάβασα στο σάλιο τις προθέσεις σου μα δεν άφησα το φωσφορίζον ίχνος του να με παραπλανήσει. είδα τις σκοτεινές γραμμές των άλλων σου υγρών να μου υπαγορεύουν τη σωστή κατεύθυνση. έσκυψα στο οδόστρωμα, τράβηξα μία ξεφλουδισμένη άκρια και άρχισα να προχωρώ γδέρνοντας την καπνισμένη επιδερμίδα της φυγής σου.

σε έψαξα στην πλατεία. ψηλάφισα πάνω στα αγάλματα τη μακρόσυρτη διαδοχή των ψεύτικων σου υποσχέσεων. αντέγραψα πάνω στα χαλίκια το έπος της προδοσίας σου. έχτισα πάνω στων τελευταίων πεύκων τα κουφάρια, μη περισσέψει ύπαιθρος ξανά για να σε προστατεύσει.

σε έψαξα στην πόλη. ανάποδα τα βήματά σου αντιγράφοντας διέσχισα φλεγόμενες γειτονιές και προάστια λιμνάζοντα. ξερίζωσα ταπεινά μνημεία και υπέρλαμπρα ερείπια και ξημερώματα κατέληξα στο τελευταίο σύνορο. στους πρόποδες του ρημαγμένου οχυρού. στην άκρη της σελίδας. είδα την πρώτη σου ανάμνηση. προφήτευσα την τελευταία…

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

διάλειμμα α'

ο πρώην συνταγματάρχης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το κελί του. σε ισόβια κάθειρξη καταδικάστηκε ο Θ. Μπ., πρώην συνταγματάρχης, για τον σχεδιασμό της γενοκτονίας στη (…) το 1994. ενώ παράλληλα ζήτησε πρόσβαση σε έγγραφα ζωτικής σημασίας για την υπεράσπισή του. «ο συνταγματάρχης Μπ. είναι ένοχος για γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου», αποφάνθηκε το Δικαστήριο. ο πρώην συνταγματάρχης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το κελί του. εκτός από τον Μπ., καταδικάστηκαν σε ισόβια και άλλοι δύο πρώην στρατιωτικοί διοικητές. ενώ παράλληλα ζήτησε πρόσβαση σε έγγραφα ζωτικής σημασίας για την υπεράσπισή του. σύμφωνα με το Δικαστήριο, ο 67χρονος πρώην συνταγματάρχης και οι άλλοι δύο πρώην αξιωματικοί οργάνωσαν, εκπαίδευσαν και εξόπλισαν την πολιτοφυλακή Ιντεραχάμουε, που σφαγίασε 800.000 ανθρώπους μέσα σε 100 μέρες. ο πρώην συνταγματάρχης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το κελί του. σύμφωνα με την εισαγγελία, ο Μπ. ανέλαβε τον έλεγχο των στρατιωτικών και πολιτικών υποθέσεων της αμεφρικανικής χώρας, ύστερα από το θάνατο του προέδρου Γ. Χ., κατά την κατάρριψη του ελικοπτέρου του το 1994. ενώ παράλληλα ζήτησε πρόσβαση σε έγγραφα ζωτικής σημασίας για την υπεράσπισή του. αυτό το γεγονός ήταν καθοριστικό για ό,τι ακολούθησε. ωστόσο, σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο Μπ. σχεδίαζε την «αποκάλυψη», όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος, από το 1990. ο πρώην συνταγματάρχης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το κελί του. ο στρατηγός Ρ. Ντ., επικεφαλής της ειρηνευτικής δύναμης την περίοδο της γενοκτονίας, περιέγραψε τον Μπ. ως τον εμπνευστή της γενοκτονίας, ο οποίος μάλιστα είχε απειλήσει να τον σκοτώσει. ενώ παράλληλα ζήτησε πρόσβαση σε έγγραφα ζωτικής σημασίας για την υπεράσπισή του. σε βιβλίο που έγραψε αργότερα ο Ντ. αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι είχε συναντήσει τον Μπ. και δέχτηκε να συναντήσει και τους επικεφαλής της πολιτοφυλακής, γιατί πίστευε ότι ίσως έτσι να βοηθούσε να σωθούν άνθρωποι. ο πρώην συνταγματάρχης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το κελί του. αφού μίλησε στους ηγέτες, ο ένας εκ των οποίων «είχε σημάδια από αίμα στο πουκάμισό του», ο Ντ. έγραψε πως ένιωσε σα να «είχε δώσει τα χέρια με το διάβολο»

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

πέντε, δέκα, δεκαπέντε…


να ‘μαι ξανά. εδώ, μπροστά στο τείχος των δακρύων. στέκομαι όρθιος στο τείχος κατά μέτωπο. μετράω ρυθμικά κι έχω τα μάτια μου κλειστά και σφραγισμένα. δεν κλέβω. μέσα από τα δάχτυλά μου δεν κοιτώ. κλέβοντας ζω, μα όταν παίζω, παίζω τίμια.

είκοσι, είκοσι πέντε… είμαι εγώ. παλεύω μέσα μου να φτιάξω έναν άλλο, μα πάντα ο ίδιος μένω. εγώ, ο άνθρωπος που μετράει. το νέο, εξελιγμένο είδος. είμαι μέρος του παιχνιδιού. είμαι τριάντα τριών και αφήνω πίσω μου τον πρόλογο για να περάσω στο θέμα επιτέλους. το θέμα μου είσαι εσύ. το θήραμά μου.

τριάντα, τριάντα πέντε, σαράντα… είμαι εθελοντής. προσφέρθηκα, μόνος εγώ, να τα φυλάξω. δε μετανιώνω. μα σύντομα θα πάψω να είμαι ο φύλακας. θα γίνω κυνηγός. και τότε θα είμαι σκληρός και ανελέητος. δε θα σου χαριστώ. γι’ αυτό τρέξε και κρύψου!

σαράντα πέντε, πενήντα… να ‘μαι εδώ. κάτω από τη γέφυρα των στεναγμών. με ακούς, μα δε με βλέπεις. εγώ μετράω ρυθμικά κι εσύ ψάχνεις κρυψώνα. κρύψου καλά, γιατί όταν πάψω να μετρώ, μια λεγεώνα μέρες θα έρθει ξοπίσω σου να σε καταδιώξει.

πενήντα πέντε, εξήντα, εξήντα πέντε… ο χρόνος σου τελειώνει. μη καθυστερείς. γρήγορα κρύψου, μα κρύψου με αξιοπρέπεια. μη γίνεσαι ικέτης στους ναούς. μη ψάχνεις για άσυλα. με ένα μου φύσημα γκρεμίζονται οι ναοί. με μια μου ανάσα τα άσυλα καταργούνται. βάλε μου δύσκολα!

εβδομήντα, εβδομήντα πέντε… είμαι εγώ, γιατί είμαστε πολλοί. γιατί με εμένα ο νέος αιώνας –τώρα- ξεκινάει. ό,τι ήξερες μέχρι τώρα, ξέχνα το! μη περιμένεις βοήθειες. σε αυτό το νέο κόσμο τίποτα δε θα βρεις τον κόσμο τον παλιό να σου θυμίζει. 

ογδόντα, ογδόντα πέντε, ενενήντα… εδώ, στο δρόμο της απώλειας. του ρολογιού οι δείκτες σμίγουνε. στερεύει η άμμος στην κλεψύδρα. έπαψα να ακούω τα βήματά σου στο κενό. πάει να πει πως κρύφτηκες. πως δέχτηκες τους όρους μου. ας παίξουμε λοιπόν!

ενενήντα πέντε, εκατό… βγαίνω!  

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Τo Τύxoς

Ξυπνήσαμε ένα πρωί και το είδαμε μπροστά μας. Από τη μια άκρη της πόλης απλωνόταν ως την άλλη. Κι αφού κανείς δεν γνώριζε πού άρχιζε και πού τελείωνε η πόλη, σκεφτήκαμε πως και εκείνο δεν είχε τέλος και αρχή. Ήταν φτιαγμένο από καλάμια. Πολύ ψηλό δεν ήταν και σε μερικά σημεία μπορούσες να κοιτάξεις ανάμεσα. Οι περισσότεροι το θεώρησαν αστείο. Κακόγουστο μεν, αλλά αστείο. Λίγοι το πήραν σοβαρά. Μέχρι να βραδιάσει το είχαμε βαρεθεί. Μαζεύτηκαν οι λύκοι της πόλης και από τις δυο πλευρές της και βάλθηκαν να φυσάνε. Οι καλαμιές σαρώθηκαν και πήγαμε όλοι για ύπνο. Ευτυχισμένοι που είχαμε βρει με κάτι τη μέρα μας να απασχολήσουμε.
Το άλλο πρωί ξυπνήσαμε και το βρήκαμε πάλι στη θέση του. Μόνο που αυτή τη φορά ήταν φτιαγμένο από ξύλα. Πώς βρέθηκαν τόσο πολλά ξύλα; Ποιος τα κουβάλησε μέχρι το κέντρο της πόλης; Ξέραμε καλά πως το τείχος είχε χτιστεί από μόνο του. Κανένας δεν έβαλε το χέρι του για να στηθεί. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε; Κανείς και για κανένα λόγο δεν ξαγρυπνούσε ακόμα τότε. Γι’ αυτό και το είπαμε «τύχος», αφού μόνο του, κατά τύχη, υψώθηκε και χώρισε στα δύο την πόλη. Κάποιοι άρχισαν να ανησυχούν. Ίσως και να φοβήθηκαν. Οι πιο πολλοί από αυτούς ήταν στην άλλη πλευρά της πόλης. Μετά μάθαμε πως το ίδιο είχαν σκεφτεί και οι άλλοι για μας. Δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλό, και με ένα καλό άλμα μπορούσες να κρυφοκοιτάξεις από την άλλη. Γιατί όμως να κοιτάξουμε κρυφά; Πώς έγινε και γεννήθηκε έτσι ξαφνικά το λάθος και το παράνομο ανάμεσά μας; Ακόμα όμως και τον φόβο, ακόμα και την πιο βαθιά ανησυχία τη βαρεθήκαμε. Ήρθαν τότε οι λύκοι της πόλης κι από τις δυο της πλευρές και βάλθηκαν πάλι να φυσούν. Πιο δυνατά αυτή τη φορά. Και πάλι το γκρέμισαν. Αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε με τους άλλους και πήγαμε για ύπνο όλοι ευτυχισμένοι.
Την άλλη μέρα δεν ξυπνήσαμε. Ούτε την επόμενη. Τρεις μέρες μετά ξανανοίξαμε τα μάτια μας. Σηκωθήκαμε και τρέξαμε στα παράθυρα και τα μπαλκόνια μας. Και το είδαμε και πάλι εκεί. Μπροστά μας. Θεόρατο. Ατελείωτο να χάνεται στο βάθος της ματιάς μας. Πολύ πιο πέρα από εκεί που είχε ταξιδέψει ο καθένας μας. Ούτε που τους βλέπαμε, ούτε που τους ακούγαμε πια τους άλλους. Γιατί ήταν χτισμένο με πέτρες και βράχια αυτή τη φορά. Και τίποτα δεν φαινόταν ικανό να το γκρεμίσει. Και κατά μήκος τους βρήκαμε όλους τους λύκους της πόλης κρεμασμένους και ξεκοιλιασμένους. Οι καημένοι, όσο και να φυσούσαν, τέτοιο «τύχος» δεν γκρεμιζόταν. Καμιά φορά όμως δεν ξέρεις. Δεν περιμέναμε να βραδιάσει. Γυρίσαμε σφυρίζοντας στα κρεβάτια μας και στα δικά μας τείχη. Στη δική μας την παλιά διαίρεση. Ξαπλώσαμε και κρυφτήκαμε ξανά πίσω απ’ αυτό που ακόμα μας χωρίζει από τον παλιό ανατολικό μας εαυτό.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Ιδιαίτερη έκπληξη έχει προκαλέσει η αιφνίδια αλλαγή τακτικής των ενοχικών συνδεσμιτών. Τα νόθα τέκνα της προεμφυλιακής κρίσης που μεγαλώσανε στα πεδία των Εσωτερικών Ινδιών και ωρίμασαν κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής ύφεσης, άρχισαν πια να σαπίζουν και η οσμή της αποσύνθεσής τους φαίνεται πως πληγώνει τα ευαίσθητα τετραρχικά ρουθούνια. Οι ξυπόλητες μάζες που μέχρι χθες πολιορκούσαν με τη εκκωφαντική τους σιωπή δημόσια κτίρια και κρατικά ιδρύματα συμπύκνωσαν τις δυνάμεις τους έχοντας από τα άγρια χαράματα ήρεμα συγκεντρωθεί προ των πυλών μίας ξεχασμένης πριγκιπονησιωτικής σωφρονιστικής αποικίας. Η εν λόγω φυλακή, η οποία έχει ουσιαστικά πάψει από καιρό να χρησιμοποιείται, σήμερα δε φιλοξενεί παρά φαντάσματα από παλιούς λαθρεπιβάτες της ζωής και ασήμαντους καταχραστές του σύμπαντος.

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Στο μέλλον συνεχίζει να επενδύει η αριστοεταιρεία Γαζαρέν, αναλαμβάνοντας εξ ολοκλήρου το κόστος της οργάνωσης και εκτέλεσης του σχεδίου εποικισμού του νέου γεωποιήσιμου πλανήτη. Τα πρώτα κύματα εποίκων θα συσταθούν κυρίως από φορείς των νεοασθενειών, αρνητές των μετασυμβάσεων, και λοιπούς παρίες του παντοκράτορος συστήματος. Στο μεταξύ ερευνάται το κατά πόσο μπορούν να θεωρηθούν συμβατοί με την προοπτική της Νέας Νέας Γης τα στελέχη του μυστηριώδους συνδέσμου των Ενόχων.

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Χωρίς τέρμα μοιάζει να είναι και η πορεία του ανθρώπου που μετρά, του εξελιγμένου είδους, στη συμπαντική μας γειτονιά. Από το διαστημόπλοιο Πίντα άρχισαν ήδη να καταφτάνουν στους γήινους δέκτες εικόνες από τον υποψήφιο για γεωποίηση πλανήτη με την προσωρινή ονομασία Στυξ. Στα ανυποψίαστα χαμογελαστά πρόσωπα των εξωγήινων ιθαγενών, που κατόρθωσε να αποτυπώσει ο σκιαγραφικός φακός της τελευταίας άνανδρης αποστολής, μπορούμε με ευκολία να διακρίνουμε το μέλλον.

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Σε παρεξήγηση εξάλλου αποδίδουν και οι διοικητές των σοφρωνιστικών κατασκηνώσεων Νούντσιο και Ουέστον Λούμις την άγρια συμπλοκή που έλαβε χώρα μεταξύ των νεαρών τροφίμων τους μετά την ολοκλήρωση της μεταξύ τους λυκοφιλικής ποδοσφαιρικής αναμέτρησης στη Νήσο Σαντογκάν. Οι παίκτες των δύο ομάδων λίγα λεπτά πριν την ολοκλήρωση του αγώνα άρχισαν, χωρίς κάποιο εμφανή τουλάχιστον λόγο, να ανταλλάσσουν εξαιρετικά βαρείς για την ηλικία τους χαρακτηρισμούς. Σύντομα οι φραστικές επιθέσεις εξελίχθηκαν σε αληθινές μάχες σώμα με σώμα υπό τα -ίσως όχι και τόσο- έκπληκτα βλέμματα του κοινού, το οποίο αποτελούνταν ως επί τω πλείστον από συγγενικά πρόσωπα των αγωνιζομένων. Όσοι προσπάθησαν να εμπλακούν στη σύρραξη ως ειρηνοποιοί το μόνο που κατάφεραν ήταν να προσθέσουν τα ονόματά τους στο μακρύ κατάλογο των θυμάτων. Η βραδιά ολοκληρώθηκε με την απονομή από τον πανταχού παρόντα επίσκοπο Γιεφίμοβιτς αναμνηστικών μεταλλείων στους δύο τελικούς επιζήσαντες της αναμέτρησης. Για την ιστορία το αποτέλεσμα του κανονικού αγώνα, μέχρι τη στιγμή που αυτός διακόπηκε, ήταν ισόπαλο και χωρίς τέρματα.

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Όχι και τόσο πιστοί φίλοι αποδείχτηκαν για τον άτυχο αστυνόμο Σίγμα οι κατοικίδιοί του ηλεκτρόλυκοι. Ο ακούραστος υπηρέτης του νόμου και της τάξης έπεσε θύμα της εμπιστοσύνης και της συμπάθειας με τις οποίες είχε περιβάλει την μηχανοκίνητή του συντροφιά. Αρνούμενος να συνεργαστεί με τους ανθρωπόμορφους συναδέρφους του, ο Σίγμα είχε το τελευταίο διάστημα περιοριστεί στο να επιδιώκει τη διαλεύκανση των εγκλημάτων και την πάταξη των εγκληματιών συνεπικουρούμενος αποκλειστικά από μια αγέλη ηλεκτρολύκων, με τους οποίους μάλιστα μοιραζόταν και την προσωπική του εξοχική κατοικία στην Απρόσιτη Νήσο. Στις ακτές του σχεδόν ακατοίκητου αυτού εδάφους βρέθηκαν χθες το ξημερώματα τα ελάχιστα απομεινάρια της πλέον παρεξηγημένης αστυνομικής ιδιοφυίας και παράνοιας. Σύμφωνα με αυθαίρετες υποθέσεις οι τετράποδοι ηλεκτρονικοί κεφαλοκυνηγοί κατασπάραξαν τον προϊστάμενό τους κατόπιν παρεξήγησης των αντιφατικών εντολών του ιδίου.

Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

e-mmortality

Στο μεταξύ ομάδα σπουδαστών του πάντα ανησυχητικού Κρακ των ιπποτών της γνώσης παρουσίασε ένα νέο πειραματικό πρόγραμμα τεχνητής αθανασίας. Το E-Mmortality συνίσταται σε μία ψηφιακή βάση θνητών δεδομένων, όπου οι χρήστες θα συγκεντρώνουν το σύνολο των χαρακτηριστικών, των αντιδράσεων, των συμπεριφορών και των εμπειριών των αγαπημένων τους προσώπων, όσο αυτά θα βρίσκονται ακόμα εν ζωή. Στη συνέχεια, εάν κι εφόσον οι ίδιοι οι ενδιαφέροντες ενδιαφερόμενοι για λόγους υστεροφημίας το επιθυμούν, θα έχουν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν και να τροποποιούν τον ηλεκτρονικό τους εαυτό, δίνοντας έτσι στην αιωνιότητα την οριστική του μορφή. Αυτή στη συνέχεια θα ενεργοποιείται αμέσως μετά το θάνατο του προσώπου και μέσω μιας φορητής και εύχρηστης συσκευής που θα συνδέεται με τον προσωπικό υπολογιστή του νεκρού και τα ηλεκτρονικά του παρελκόμενα θα πραγματοποιεί κάποιο είδος εικονικής ανάστασης. Με τον τρόπο αυτόν τα ορφανά θα έχουν στο πλάι τους για πάντα τους νεκρούς γονείς τους για να τους βλαστημούν και να τους συμβουλεύονται, οι χήρες θα εξακολουθούν να μοιράζονται ή να υποκρίνονται τις τρυφερές στιγμές με τους εκλιπόντες συντρόφους τους και οι παρέες θα μπορούν για πάντα να ταπεινώνουν και να τιμούν τους άδικα και πρόωρα χαμένους πιστούς τους φίλους.

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

Αυτοί πάντως που σίγουρα φαίνεται να έχουν χάσει τον ύπνο τους είναι οι εισπράκτορες της Τράπεζας Προβλέψεων και Προφητειών σε όλα τα ύψη και τα βάθη της Νέας Γεωγραφίας. Η πανδημία του στοιχηματικού πυρετού για ακόμα μια φορά χτύπησε το κυρίαρχο είδος του πλανήτη, αφού τις τελευταίες μέρες όλοι οι ευσυνείδητοι τηλεθεατές και συνεπείς φορολογούμενοι σπεύδουν να επενδύσουν μαζικά τις αποταμιεύσεις τους ποντάροντας στα μεταφυσικά προγράμματα που έχουνε συντάξει οι πνευματικοί καθοδηγητές των εκάστοτε θρησκευμάτων σχετικά με τη ζωή μετά το θάνατο. Αυτή τη στιγμή ως φαβορί στις προτιμήσεις των παικτών προβάλει η θεωρία των Καθαρτηρίου, έτσι όπως αναθεωρήθηκε από τη σύνοδο των Μυστικών Επτά Ιεραρχών, ενώ τις λιγότερες προτιμήσεις συγκεντρώνει η απαγορευμένη αίρεση των νεκρικών ονείρων, την οποία εξακολουθούν να προπαγανδίζουν πεισματικά τα μέλη του ερευνητικού προσωπικού στο Πανεπιστήμιο του Ιφφ.

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Σε λίγη ώρα θα ξεκινήσει το τελικό στάδιο της σωματικής και ψυχικής προετοιμασίας του ηρωικού και πένθιμου πληρώματος του θανατοσκάφους πριν τη μεγάλη του αποστολή, η οποία θα πραγματοποιηθεί αύριο τα ξημερώματα. Οι ψυχοναύτες, αφού αποχαιρετίσουν τις οικογένειες και τα άλλα προσφιλή τους πρόσωπα και λάβουν τις αναγκαίες εγγυήσεις από τους εκπροσώπους των δογμάτων τους, κατά τα μεσάνυχτα θα θέσουν τέλος στη γήινη ύπαρξή τους με τον τρόπο που ο καθένας τους έχει ήδη επιλέξει. Στη συνέχεια θα τοποθετηθούν στις σαρκοφάγους του Ερμής 33 και θα συνδεθούν με τις ατομικές συσκευές Κοτάρ μέσω των οποίων αναμένεται να ξεκινήσουν να αποστέλλουν τις ανταποκρίσεις τους από τον άλλο κόσμο αύριο το μεσημέρι. Η Τράπεζα Άμυνας και Εκπαίδευσης απευθύνει έκκληση στο σύνολο των υπηκόων της Τετραρχίας αλλά και στους κατοίκους των υπό παρακολούθηση χωρών να συμμετάσχουν απόψε στην μεγάλη αγρύπνια προς τιμήν των ψυχοναυτών, παραμένοντας όλη τη νύχτα σιωπηλοί, ακίνητοι και αγέλαστοι μπροστά στους δέκτες τους. Όπως θα έλεγε και ο πρώην Πρόεδρος μας, «απόψε δε θα κοιμηθεί κανείς!».

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Όπως έγινε γνωστό από τη διαρκή σύνοδο του Άγρυπνου Διευθυντηρίου, ο αναπάντεχος αυτοτραυματισμός του Προέδρου Μπιουκάναν οφείλεται σε τρομοκρατική ενέργεια. Σύμφωνα με ερεβώδεις πηγές ο Πρόεδρος είχε από καιρό προσχωρήσει σε κάποια από τις φαιδρές μα πάντα επικίνδυνες ακραίες οργανώσεις που επιχειρούν κατά μήκος της κορυφογραμμής του συστήματος. Ως μέλος της οργάνωσης αυτής συμμετείχε στο σχεδιασμό και στην πραγματοποίηση του πιο φιλόδοξου τρομοκρατικού χτυπήματος στα χρονικά της Τετραρχίας, τη δολοφονία του ίδιου του ηγέτη της! Τα κίνητρα που οδήγησαν τον Μπιουκάναν στο να αρνηθεί τις αρχές και τις αξίες της νέας εποχής –των οποίων ο ίδιος αποτελούσε μέχρι χθες ζωντανή ενσάρκωση- και να ταχθεί στο πλευρό των πιο θανάσιμων εχθρών της παραμένουν αβυσσαλέως αδιευκρίνιστα. Ενώ ήδη εκφράζονται φόβοι ότι ενδέχεται να ακολουθήσουν και άλλες τέτοιου είδους απόπειρες πολιτικής αυτοκτονίας. Η τελετουργική αποκαθήλωση του Προέδρου πρώην Μπιουκάναν θα πραγματοποιηθεί αμέσως μετά την εκτόξευση του Ερμής 33.