Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

ο κουραμπιές

Μια φίλη έχασε το πορτοφόλι της. Επειδή το βράδυ που το έχασε είχαμε βγει μαζί, με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να ρίξω μια ματιά στο αμάξι μου, μήπως της είχε πέσει εκεί και δεν το είχε καταλάβει. Το πορτοφόλι δεν το βρήκα δυστυχώς, αλλά βρήκα κάτω από το κάθισμα του οδηγού ένα χαρτί που το έψαχνα εδώ και μήνες και το είχα για χαμένο. Αυτό το περιστατικό μού θύμισε μιαν άλλη ιστορία, που πρέπει ακόμα να την λένε οι μπάτσοι στα μπλόκα της εθνικής οδού και να διασκεδάζουνε σε βάρος μου.

Πριν από χρόνια, κι ενώ ταξίδευα στην Εθνική, με σταμάτησαν στα διόδια της Τραγάνας κάτι αστυνομικοί και μου είπαν πως πρέπει να ψάξουν το αμάξι μου. "Γιατί, παρακαλώ;" του ρώτησα έκπληκτος. "Γιατί έχουμε πληροφορίες ότι ένα φίατ με βολιώτικες πινακίδες που κατευθύνεται βόρεια μεταφέρει ναρκωτικά", μου απάντησαν. "Εντάξει, πείτε μου πού είναι η κάντιντ κάμερα να χαμογελάσω να τελειώνουμε", τους είπα, αλλά αυτοί αντί για κάμερα μου έδειξαν το σχετικό ένταλμα ερεύνης. "Μεταφέρετε ναρκωτικά, κύριε", με ρώτησε ο αξιωματικός της παρέας. "Όχι, ρε. Τα έστειλα με κούριερ, γιατί ήταν πολλά και δεν χωρούσανε στο πορτ-μαγκάζ", σκέφτηκα να του πω, αλλά βασικά του απάντησα, "όχι, θα πάρει ώρα αυτή η ιστορία;" "Σε 5 λεπτά θα έχουμε τελειώσει. Καθίστε εκεί στη σκιά, παρακαλώ, και περιμένετε!" Ξέχασα να σας πω ότι ήτανε κατακαλόκαιρο και καύσωνας. Και τι έγινε, θα αναρωτιέστε τώρα, είμαι σίγουρος - θα δείτε πως έχει σημασία. Υπάκουσα λοιπόν στις εντολές, αλλά αν και ήταν μεσημέρι και ο ήλιος βαρούσε στο ψαχνό, δεν απομακρύνθηκα και πολύ από το αυτοκίνητο και παρέμεινα όσο γίνεται πιο κοντά, για να μπορώ να παρακολουθώ την πορεία της έρευνας. Είχα διαβάσει και κάνα-δυο αστυνομικά μυθιστορήματα, που ήξερα αν αυτοί δεν μου "φύτευαν" κανένα "εύρημα" μέσα στο αμαξάκι μου, για να μπορέσουν έτσι να με "δέσουν"; Και έτσι, φορώντας το πιο πονηρεμένο και καχύποπτο χαμόγελο, στάθηκα στο πλάι και τους είδα να ανοιγοκλείνουν τα ντουλαπάκια του αυτοκινήτου μου, να σηκώνουν την ρεζέρβα, να ξεβιδώνουνε τις πόρτες.. πολύ προσεκτική δουλειά - αλήθεια σχεδόν τους θαύμασα. Κάποια στιγμή, κι ενώ νόμισα πως είχανε τελειώσει, έβαλε ο ένας το χέρι του κάτω από το κάθισμα του οδηγού και έβγαλε ένα μπαλάκι από αλουμινόχαρτο. "Ωχ! Τι είναι αυτό", αναρωτήθηκα παλεύοντας να μην χάσω την μνημειώδη ψυχραιμία μου. Το έδωσε στον αξιωματικό κι αυτός αφού το ξετύλιξε, μου έδειξε το περιεχόμενό του. Μια άσπρη σκόνη. "Εσείς το βάλατε! Σας είδα! Σας κατάλαβα!", άρχισα αμέσως να ουρλιάζω. Είχα δει και πέντε-έξι φιλμ νουάρ. Τι είμαι; Κανένας χθεσινός; Κι ενώ ήδη τα όργανα κινούνταν απειλητικά προς το μέρος μου, ο αξιωματικός βούτηξε το δάχτυλό του μέσα στο αλουμινόχαρτο κι ύστερα, όπως ήταν σκονισμένο, το έφερε στη γλώσσα του κ γευόμενος το μυστικό φορτίο μου με κοίταξε πολύ προβληματισμένος. Όλοι μας, εγώ, τα όργανα, οι υπάλληλοι των διοδίων, οι διερχόμενοι οδηγοί κρατήσαμε την ανάσα μας περιμένοντας να βγάλει η γεύση του αξιωματικού το πόρισμά της. Αυτός τότε, αφού έφτυσε διακριτικά στα πόδια του, μου είπε έτοιμος σχεδόν να γαμηθεί στα γέλια: "Ζάχαρη άχνη! Ιούλιος μήνας κουραμπιές; Να το καθαρίζουμε καμιά φορά το αμάξι, ναι;"

Και όλα αυτά, ολόκληρη αυτή η ανάκληση αυτής της χαζοϊστορίας, δεν λέγονται για χάρη της τάξης, έννομης ή μη, και ούτε φυσικά της καθαριότητας. Μα για να τονιστεί πόσο επικίνδυνο είναι γενικά το ψάξιμο. Κυρίως όταν για άλλα ξεκινάς να βρεις και άλλα τελικά ανακαλύπτεις.   

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

η μετακόμιση

Ακόμα μία στιγμιαία σύγχυση, λοιπόν
- αλήθεια, είναι που φεύγω ή που έρχομαι;
Τι να σημαίνουν όλα αυτά;

Όλοι οι δρόμοι που ενώθηκαν σε έναν αφηρημένο προορισμό.
Όλα τα σπίτια και ολόκληρο το σπίτι μου.
Όλα του κόσμου τα αδειανά δωμάτια που έβαλα, λέει, σκοπό να τα ξαναγεμίσω.

Μια ολόκληρη ζωή που εξελίσσεται με όρους μετακόμισης.

Ας το δούμε αλλιώς, μήπως και βγάλουμε μιαν άκρη.
Για μένα φεύγω, σύμφωνοι, αλλά για σένα έρχομαι.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

όποιος με αγαπάει παίρνει το τραίνο.

Όποιος με αγαπάει φροντίζει εγκαίρως να βγάλει εισιτήριο και ύστερα κάπου το ξεχνά. Το δίνει σε έναν ζητιάνο, νομίζοντας πως είναι χαρτονόμισμα.
Όποιος με αγαπάει φτιάχνει αποσκευές τέσσερις μήνες πριν από την αναχώρηση. Μετά αλλάζει ο καιρός και λέει «τι να τα κάνω τόσα μάλλινα μες στο κατακαλόκαιρο;», αρπάζει τη βαλίτσα, ανοίγει το παράθυρο και την πετάει στο δρόμο.
Όποιος με αγαπάει πάει και κοιμάται στο σταθμό το τελευταίο βράδυ, για να είναι έτσι σίγουρος πως θα είναι εκεί στην ώρα του, όταν σφυρίξει επιβίβαση ο κύριος σταθμάρχης. Τον παίρνει ο ύπνος όμως πάνω στις ράγες και η αμαξοστοιχία περνάει από πάνω του.
Όποιος με αγαπάει παίρνει -μαζί μου- το τραίνο.

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

Ο τρόπος με το όποιον βλέπουμε τα πράγματα ή έστω το σημείο από όπου τα κοιτάμε δεν πρόκειται ποτέ να πάψει να μας ταλαιπωρεί και να μας βασανίζει, μέχρι να αποκτήσουμε κοινά αισθητήρια όργανα, που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε κοινό τρόπο αντίληψης. Προς το παρόν, οι ζωές μας θα συνεχίσου να εξελίσσονται ως παράγωγα κάποιων –άλλοτε φαιδρών και άλλοτε τραγικών- παρεξηγήσεων.

Οι ζωές μας συναντιούνται διαρκώς και σχηματίζουνε γωνίες. Συνήθως οξείες, μες στις οποίες ελάχιστα –ας πούμε, τα απαραίτητα- χωρούν, κάποιες φορές αμβλείες, όπου πολλά –αυτά που, ωστόσο, δίνουν στην ύπαρξή μας νόημα- τείνουν να περισσεύουν. Και κάποιες σπάνιες στιγμές, έρχεται, λέει, μια ζωή και συναντά μιαν άλλη σε εκείνο το σημείο ακριβώς όπου προκύπτει μια ξεχωριστή ορθή, ορθότατη, γωνία.

Η γεωμετρία είναι ένας κώδικας. Η κώδικας αυτός, όπως και εκείνος της γλώσσας άλλωστε, χρειάστηκε κανόνες, αρχές και αξιώματα προκειμένου να θεμελιωθεί και να στεριώσει πάνω στην κινούμενη άμμο της αμφισβήτησης. Οι κανόνες αυτοί έχουνε περιβληθεί μιας σταθεράς παγκόσμιας ισχύος και δεν υπόκεινται σε αναθεωρήσεις. Παραδόξως, μόνη εξουσία αναθεωρητική παραμένει ο κώδικας ο ίδιος.

Πουθενά στη φύση δεν υφίστανται τέλειοι κύκλοι, απόλυτες ευθείες, τρίγωνα ισοσκελή, πολύ δε περισσότερο τραπέζια και ρόμβοι. Η γεωμετρία υπαγόρευσε την κατασκευή ενός καινούριου κόσμου, όπου όλες αυτές οι ανθρώπινες συμβάσεις, όχι μονάχα θα έβρισκαν δικαίωση, αλλά ουσιαστικά θα διοικούσαν πλέον και θα επέβαλλαν από συνήθειες και συμπεριφορές μέχρι και συνειδήσεις.

Η πόλη στην απόλυτή της εκδοχή, ετούτη της σύγχρονης μητρόπολης, δημιούργησε μια νέα τάξη φύσεως. Έναν κόσμο εν τέλει φυσικό, όπου τα ανθρώπινα κατασκευάσματα ξεπέρασαν τους κατασκευαστές τους και απέδειξαν ότι η γεωμετρία, όπου πάνω της οι κατασκευαστές βασίστηκαν είναι πολύ ανεπαρκής για να τα ερμηνεύσει. Δεν είναι η πόλη ο δράκος του σύγχρονου παραμυθιού, αλλά η αδυναμία-απροθυμία μας να την κατανοήσουμε.

Όσο και να προσπαθείς να μου αποδείξεις –ή έστω να πείσεις τον εαυτό σου, που είναι και το χειρότερο- πως έχεις τετραγωνίσει την δική σου τη ζωή, πως έχει θέσει εντός του κύκλου των προτεραιοτήτων σου ολόκληρη την ύπαρξη σου, εγώ πάντα θα βρίσκομαι εδώ για να σου δείχνω ότι αυτό που κατασκεύασες, αυτό το σχήμα το κακάσχημο, δεν είναι παρά μία κραυγαλέα έλλειψη.