Τετάρτη 18 Ιουλίου 2018

τη δροσια του

η ηλικιωμενη στον τριτο καθαριζει το μπαλκονι της. τα νερα που ριχνει, ακολουθωντας τον νομο της βαρυτητας, κυλανε αμεριμνα μεχρι το χειλος του μπαλκονιου κ υστερα σχηματιζουν εναν ωραιοτατο καταρραχτη που σκαει με ορμη στο πεζοδρομιο. η δυναμη κ η ομορφια, ομως, του υδατινου στοιχειου παραδοξως δεν φαινεται να συγκινει τους περαστικους. σηκωνουν το κεφαλι τους, αλλα ετσι οπως τους τυφλωνει ο ηλιος, δεν καταλαβαινουν απο πού τους ερχεται, οποτε βριζουν γενικα κ αοριστα τα ουρανια. καποια στιγμη, βγαινει απο ενα απο τα εμπορικα που βρισκονται στο ισογειο μια νεαρη γυναικα κ φωναζει: "τα νερα, ρε γιαγια, τα νερα.. μουσκεμα μας εκανες παλι." η γιαγια σκυβει επικινδυνα πανω απο τα καγκελα να δει ποιος τη φωναζει. λιγο η υψομετρικη αποσταση, λιγο η ηλικια.. δεν πιανει κ πολλα απο τα λογια της διαμαρτυρομενης - ισως κ να ακουει μονο ο,τι τη συμφερει. "νασαι καλα, κοριτσι μου", της απαντα, "τη δροσια του ναχεις", κ αμεσως παει κ κρυβεται στα σκιερα ενδοτερα του διαμερισματος της. ο καταρραχτης συνεχιζει για ακομα λιγη ωρα να κυλα κ να διαταρρασει το οικοσυστημα της γειτονιας. ενας τουριστας στεκεται απεναντι κ τον φωτογραφιζει. μια πεστροφα κολυμπα αναποδα στο ρευμα του, αναρριχαται, φτανει μεχρι το μπαλκονι της γιαγιας κ αραζει αναμεσα στις κρεμαστες της γλαστρες

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

η δουλεια μου

νισυρος. μενω στα λουτρα. δυο χιλιομετρα μακρυα απο το μανδρακι, το λιμανι του νησιου. εδω τριγυρω δεν υπαρχουν μαγαζια. εχω αναγκη απο καφε κ το να παω με το ποδια μεχρι το χωριο, μες στο καταμεσημερο, δεν μου φαινεται κ πολυ καλη ιδεα. βρισκω καπου ενα φυλλαδιο για ντελιβερυ. παιρνω τηλεφωνο: "ναι.. φερνετε καφεδες στα λουτρα;" ντρεπομαι να τους ζητησω μονο εναν καφε, οποτε παραγγελνω δυο. εναν μετριο κ εναν σκετο.. ετσι για το ξεκαρφωμα. "κ ενα μεγαλο μπουκαλι νερο, παρακαλω." "ενταξει, αλλα θα αργησουμε λιγο, να ξερετε" "δεν πειραζει. δεν βιαζομαι." καθομαι στο τραπεζι του σαλονιου, που το εχω μετατρεψει σε γραφειο, κ αρχιζω να γραφω αυτην την ιστορια, χωρις να ξερω αν θα προκυψει καποια ανατροπη απο το γραψιμο ή απο την πραγματικοτητα την ιδια. ουτε δεκα λεπτα μετα φτανει η παραγγελια μου. "νομιζα οτι θα αργουσατε", λεω στο παιδι. "συγγνωμη, ηρθα γρηγορα, ε;", μου απανταει. μου αρεσει που ο κοσμος εδω απολογειται για την ταχυτητα του κ οχι για την ολιγωρια του. "ο μετριος ποιος ειναι;" τον ρωταω. "πιειτε τον σκετο πρωτα", μου απαντα, "αλλιως μετα θα σας φανει φαρμακι", μου λεει. "πώς το ηξερες οτι ειναι για μενα κ οι δυο;" "δεν το ηξερα.. το μαντεψα. αυτη ειναι η δουλεια μου." ενας μικρος φιλοσοφος πανω σε μηχανακι. του αφηνω ενα ευρω για φιλοδωρημα, αλλα κ παλι, δεν ξερω, νομιζω πως τον κλεβω