Σάββατο 29 Απριλίου 2017

προς το παρον

ενας φιλος εχει τον πατερα του στο νοσοκομειο καιρο τωρα. η κατασταση του πατερα ειναι, δυστυχως, μη αναστρεψιμη. στο νοσοκομειο μοιραζεται το δωματιο με εναν αλλον ασθενη, ο οποιος, οποτε πιανουνε κουβεντα, τον αποκαλει "συναδελφο", ενω αυτος συνηθιζει να τον λεει "γειτονα".
ο φιλος πηγαινει καθε μερα, τις ωρες που μπορει, κ κανει παρεα στον πατερα του. χθες το μεσημερι που πηγε, τον βρηκε να κοιμαται, μαλλον εξαιτιας των πολυ ισχυρων φαρμακων που του δινουν. καθισε λιγη ωρα διπλα του κ μετα, επειδη επρεπε να επιστρεψει στη δουλεια, ζητησε απο τον αλλον ασθενη στο διπλανο κρεβατι μια χαρη: να πει στον πατερα του, οταν ξυπνησει οτι περασε κ οτι θα ξαναρθει το απογευμα κ αν τυχον χρειαστει κατι νωριτερα, να τον παρει τηλεφωνο αμεσως. ο ασθενης του διπλανου κρεβατιου, πολυ ευγενικος, του ειπε να μην ανησυχει κ οτι αν συμβει κατι, θα τον ειδοποιησει ο ιδιος.
το απογευμα, που επεστρεψε ο φιλος, βρηκε τον πατερα του ξυπνιο κ παραδοξως αρκετα ευδιαθετο. το διπλανο κρεβατι ηταν αδειο. σκεφτηκε οτι ο αλλος ασθενης θα ειχε κατεβει ως την αυλη παρεα με τους δικους του. "πώς εισαι;" ρωτησε ο γιος. "μια χαρα", απαντησε ο πατερας, "ξερεις, ειχαμε επισκεψεις σημερα." "τι επισκεψεις;" "να μωρε.. περασε ο χαρος απο εδω, απο το δωματιο μας.. κ φευγοντας πηρε μαζι του εδω τον γειτονα. ασε.. τη γλιτωσα προς το παρον." ο φιλος εμεινε να κοιταζει το αδειο διπλανο κρεβατι χωρις να λεει τιποτα.
λιγο μετα, μπηκαν μες στο δωματιο οι νοσοκομες φωναζοντας με μια φωνη πολυ επιτακτικη που δεν σηκωνε καθολου αντιρρησεις: "περαστε λιγο εξω οι συνοδοι". οσο περιμενε εξω, στον διαδρομο, σκεφτηκε οτι αυτες οι γυναικες ειναι τοσο πειστικες στον ρολο τους, που κ τον χαρο τον ιδιο, λεμε τωρα, να πετυχαιναν νωριτερα, την ωρα της "επισκεψης" του, θα τον εκαναν κ αυτον να βγει για λιγο εξω απο το δωματιο κ να περιμενει αδιαμαρτυρητα να τελειωσουν πρωτα τη δουλεια τους

Σάββατο 22 Απριλίου 2017

το πρωτο μου αποτσιγαρο

σαββατο του λαζαρου καπνισα το πρωτο μου τσιγαρο. ημουν πρωτη λυκειου. ηταν απογευμα κ ετοιμαζομουν να παω μια βολτα με τους φιλους μου. ειχα βαλει το αγαπημενο μου τζιν μπουφαν. καθως κατεβαινα με τα ποδια απο τη νεα ιωνια (του βολου) προς το κεντρο, εβαλα τα χερια μεσα στις τσεπες του μπουφαν κ επιασα κατι απροσδιοριστο. το τραβηξα εξω κ ειδα οτι ητανε ενα τσιγαρο. μεχρι τοτε, οχι μονο δεν ειχα καν επιθυμησει να καπνισω, αλλα παριστανα κ τον φανατικο αντικαπνιστη παντοτε στην παρεα μου. δεν ειχα ιδεα πώς ειχε βρεθει αυτο το τσιγαρο μες στην τσεπη μου κ μεχρι σημερα δεν εχω καταφερει να λυσω το μυστηριο. θυμαμαι οτι περνουσα κ ξαναπερνουσα μπροστα απο τις βιτρινες των κλειστων καταστηματων με το τσιγαρο σβηστο ακομα αναμεσα στα χειλη μου κ κοιταζομουν σαν τον βλακα να δω αν μου πηγαινει. οταν εφτασα στην καφετερια, οπου με περιμεναν οι φιλοι μου, τους βρηκα ολους να καπνιζουν. ξαναβγαλα απο την τσεπη το μυστηριωδες πρωτο μου τσιγαρο, αρπαξα εναν αναπτηρα απο το τραπεζι κ το αναψα χωρις να πω κουβεντα. σαν να εκανα το πιο φυσικο, το πιο προβλεπομενο πραγμα στον κοσμο. οταν, μετα απο αρκετα χρονια, εμαθα οτι η καφετερια αυτη καταστραφηκε ολοσχερως απο πυρκαγια, το πρωτο πραγμα που σκεφτηκα ηταν πως εφταιγα εγω. πως δεν ειχα σβησει, λεει, καλα το πρωτο μου αποτσιγαρο κ αυτο τοσα χρονια σιγοκαιγε υπουλα καπου εκει κρυμμενο αναμεσα στα τραπεζοκαθισματα, περιμενοντας υπομονετικα για να σκορπισει την καταλληλη στιγμη τον ολεθρο. η σκεψη μου, το ξερω, ηταν αφελης κ εδινε μαλλον μια διασταση εξωφρενικη στην ενοχικη πλευρα του χαρακτηρα μου. κ ομως, ισως δεν ειχα πεσει κ τοσο εξω τελικα, αφου παντα κατι τετοιες πρακτικες καμενης γης κρυβονται πισω απο καθε ιστορια ενηλικιωσης. επισης, πολυ φοβαμαι οτι κανεις δεν φροντισε να ρωτησει τον λαζαρο αν θελει σταληθεια να αναστηθει

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

συστολη-διαστολη

οταν ημουν φοιτητης, καπου στα τελευταια ετη, επελεξα καποια στιγμη να παρακολουθησω, ως μαθημα επιλογης, τη δικαστικη γραφολογια, οχι τοσο γιατι πιστευα οτι θα μου χρησιμευε αργοτερα επαγγελματικα σε κατι, οσο επειδη το θεμα μού ακουγοταν καπως πιο ενδιαφερον σε σχεση με τα αλλα τα πιο αυστηρα μαθηματα της σχολης. η καθηγητρια που το διδασκε, της οποιας το ονομα το εχω πια ξεχασει, μαζι το αναγκαιο, μα οσο ναναι βαρετο θεωρητικο σκελος, μας εδινε καθε φορα διαφορες σημειωσεις κ πρακτικα προβληματα, δινοντας μας μια ιδεα των τεχνικων που ακολουθει ενας γραφολογος για να εξιχνιασει τα πιθανα μυστηρια ενος χειρογραφου. σε γενικες γραμμες το αντικειμενο της τεχνης της ειχε να κανει με το ανακαλυπτει πλαστογραφιες και αλλου ειδους αλλοιωσεις πανω σε κειμενα με νομικο ενδιαφερον (ιδιοχειρες διαθηκες κ τετοια). επειδη ομως εμας αυτα δεν μας εφταναν, ζητουσαμε διαρκως να μας πει κ αλλα πραγματα, πιο μυθιστορηματικα ασπουμε, πιστευοντας οτι θα μπορουσαμε κοιταζοντας τα γραμματα ενος ανθρωπου να διαβασουμε κ ολα οσα εχει μεσα στο κεφαλι του. η καθηγητρια, γελωντας συνηθως, μας ελεγε τοτε οτι η ανιχνευση της προσωπικοτητας του αλλου μεσα απο τον γραφικο του χαρακτηρα δεν ειναι αντικειμενο της δικαστικης αλλα της αναλυτικης γραφολογιας, οποτε μαλλον κ εμεις σε λαθος αμφιθεατρο, ισως κ σχολη, βρισκομασταν. ωστοσο, μια μερα, ενω εξεταζαμε ενα χειρογραφο, της ξεφυγε κατι που θυμαμαι πως μου ειχε κανει πολυ μεγαλη εντυπωση. οι ανθρωποι, μας ειπε, οπως, οταν λενε μυστικα ή ψεματα ή κατι, τελος παντων, για το οποιο δεν ειναι απολυτως σιγουροι, κατεβαζουν τον τονο τους κ αθελα τους μιλανε λιγο πιο χαμηλοφωνα, ετσι κ οταν γραφουν μικραινουν, χωρις να το καταλαβαινουν, τα γραμματα τους. κ καπως ετσι, οσο μεγαλυτερο το ψεμα ή το μυστικο που γραφουμε τοσο συστελλεται κ ο γραφικος μας χαρακτηρας κ το χαρτι γεμιζει με ψειρες δυσαναγνωστες. ολα αυτα αφορουν βεβαια μοναχα τα χειρογραφα, αν κ νομιζω οτι υπαρχουν κ καποια κολπα αντιστοιχα κ για τα δακτυλογραφημενα κειμενα. αυτο, παντως, που καμια επιστημη προς το παρον δεν μπορει να εξηγησει ειναι πώς γινεται να διαστελλονται τοσο πολυ τα ματια μας καθε φορα που διαβαζουμε καποια τοσο ωραια ψεματα