Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

αλαρμ

οδηγαω. περασμενα μεσανυχτα κ βρεχει. καποιος απο πισω μού παιζει τα φωτα. σκεφτομαι πως θελει να με προσπερασει. κανω στην ακρη. δεν με προσπερνα. κανει στην ακρη κ αυτος, κολλαει απο πισω μου κ συνεχιζει να μου παιζει τα φωτα. μηπως ειναι καποιος γνωστος, αναρωτιεμαι. κοιταω απο τον καθρεφτη. δεν μπορω να δω το προσωπο του καθαρα κ το αυτοκινητο του δεν μου θυμιζει κατι. παταω γκαζι κ απομακρυνομαι. ξοπισω μου αυτος, απτοητος, συνεχιζει να με ακολουθει κ να μου κανει σημα με το φως των προβολεων. αρχιζω να εκνευριζομαι. "τι θες, ρε φιλε;" φωναζω δυνατα, λες κ υπαρχει περιπτωση ετσι να με ακουσει. ενταξει, σκεφτομαι οσο πιο ψυχραιμα μπορω, ισως ο ανθρωπος χρειαζεται βοηθεια. βεβαια μπορει να ειναι κ ψυχοπαθης δολοφονος, ξερωγω - αλλα γιατι παντα ο νου μας να πηγαινει στο κακο; γιατι να ειμαστε καχυποπτοι παντα με τους αγνωστους; λιγο μετα βρισκω μια εσοχη, αναβω τα αλαρμ κ σταματαω. πισω μου σταματαει κ αυτος. ελαχιστα εκατοστα χωριζουν τωρα τα αυτοκινητα μας. κανεις δεν βγαινει εξω. κοιταζω τον καθρεφτη μου ξανα. ο τυπος εχει σκυμμενο το κεφαλι κ παλι δεν με αφηνει να δω το προσωπο του. το σεναριο του ψυχοπαθους δολοφονου κερδιζει τωρα εδαφος. να βγω πρωτος εξω δεν παιζει - θα με φαει λαχανο. ασε που βρεχει κιολας. απο την αλλη τι σημασια εχει αν βραχω, αν ειναι να με φαει; κατεβαζω το παραθυρο, βγαζω το χερι εξω κ τον ξαναρωταω φωναχτα, πιστευοντας πως τωρα θα με ακουσει: "τι θες, ρε φιλε;" εκεινη τη στιγμη συνειδητοποιω πως την προσφωνηση "ρε φιλε" τη χρησιμοποιω παντα οταν απευθυνομαι σε ανθρωπους που ουτε ειναι ουτε κ υπαρχει περιπτωση ποτε να γινουν φιλοι μου. ο ψυχοπαθης μου "φιλος" ουτε τωρα μου απαντα. οχι με λογια τουλαχιστον, αφου στο μεταξυ εχει αρχισει κ παλι να παιζει με τα φωτα. τοτε θυμαμαι ξαφνικα πως πρεπει να γυρισω σπιτι κ να απλωσω τα ρουχα που ειχα βαλει απο το μεσημερι στο πλυντηριο - θα εχουνε σαπισει. αναβω φλας, γυριζω το τιμονι αριστερα, βγαινω στον δρομο κ αρχιζω να τρεχω σαν να μην υπαρχει αυριο. ο αλλος παραδοξως δεν με ακολουθει. τι τον νοιαζουν, αλλωστε, αυτον τα ρουχα μου - εχει κ τα προβληματα του. απο τον καθρεφτη βλεπω για τελευταια φορα τα φωτα του να αναβοσβηνουνε σπαραχτικα. η βροχη δυναμωνει. η νυχτα τα καταπινει ολα. αντιο φιλε

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

οσο βρισκομαι μεσα της

παω στην τραπεζα για να πληρωσω κατι. το μηχανημα που δινει νουμερα προτεραιοτητας ειναι σκεπασμενο με ενα χαρτι που γραφει "ληξη συναλλαγων". κοιταζω την ωρα. 13:16. τι φαση; στις δυο δεν κλεινουνε οι τραπεζες; μηπως αλλαξε κατι; μηπως το συστημα δουλευει ακομα με τη θερινη κ ολους μας κοροϊδευει; παω κ ρωταω μια υπαλληλο. "κοιταξτε ποσος κοσμος περιμενει", μου λεει υπαλληλιστικα. "ναι, αλλα εγω εχω ερθει στην ωρα μου", πελατιοδως διαμαρτυρομαι. "τι ειδους συναλλαγη θελετε να κανετε;" με ρωταει σχεδον με ενδιαφερον. "να πληρωσω κατι", βαριεστημενα απαντω. "το εγραψα ηδη, ξερετε, στην αρχη αυτης της ιστοριας." η υπαλληλος σηκωνει το κεφαλι της κ κοιταζει την πρωτη προταση, τις πρωτες-πρωτες λεξεις. "εχετε δικιο", μου λεει απολογητικα, "αλλα κ εσεις.. αφου ηταν τοσο επειγουσα η υποχρεωση σας, γιατι δεν ερχοσασταν λιγο νωριτερα;" σειρα μου να ξαναδιαβασω απο την αρχη αυτην την ιστορια. πουθενα δεν εχω αναφερει οτι επειγομαι - οχι πως δεν ισχυει. ποιος ξερει.. μαλλον πανω στη βιασυνη μου θα το παρελειψα, αλλα να που ερχεται η υπαλληλος για να το συμπληρωσει. σειρα μου τωρα να παραδεχτω πως εχει δικιο εκεινη. ενταξει, ετσι κ αλλιως, μια ιστορια ειναι. ο,τι γουσταρω κανω, οσο βρισκομαι κ κινουμαι μεσα της. "να ειστε καλα", της λεω. φευγω κ επιστρεφω πιο νωρις, δυο ολοκληρες ωριτσες. 11:16. παω στο μηχανημα που δινει νουμερα προτεραιοτητας. εκπληκτος βλεπω ξανα ενα χαρτι να το σκεπαζει. πανω στο χαρτι, με μεγαλα ολοστρογγυλα γραμματα γραφει: "προσοχη! η πολλη αυτοαναφορικοτητα καθυστερει τις τραπεζικες συναλλαγες κ βλαπτει τη μυθοπλασια"