Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

ο αυτοκρατορας της αρμενιας

-ακου, ρε φιλαρακι. ακους;
-ναι.
-θα φτιαξουν, λεει, κεντρο υποδοχης των μεταναστων στη θεσσαλονικη.
-ναι.
-τι ναι; συμφωνεις;
-α, πρεπει να πω κ τη γνωμη μου;
-ε, ναι.. ελληνας δεν εισαι;
-ναι.
-θα μας τους κουβαλησουν ολους αυτους εδω κ να μου το θυμηθεις.. αυτοι δεν προκειται να φυγουν. αυτοι.. θα μεινουν εδω κ θα ανθελληνισουν την πολη μας.
-αφελληνισουν.
-ε;
-αφελληνισουν θες να πεις.
-αυτο, ναι.. δεν ξερω τι ακριβως σημαινει, αλλα το ειπε ο μητροπολιτης.
-σημαινει οτι θα μας κανουν ολους αφελεις.
-αφελεις, ε; βλακες, δηλαδη.
-ναι.
-ε, οχι ρε φιλαρακι. πρεπει να αντιδρασουμε. ο καθενας οπως μπορει.. ξερωγω.. εσυ εισαι κ μορφωμενος.. τι κανεις εσυ; πώς αντιδρας;
-για να αποφυγω τον αφελληνισμο;
-ε, ναι.
-λυνω σουντοκου.
-ρε συ, με δουλευεις; πρεπει κατι να κανουμε.. η πολη εχει ιστορια. να, δες τα ονοματα των δρομων της.. ολα ελληνικα.. εγνατιας, αγιου δημητριου, τσιμισκη..
-ο τσιμισκης ηταν αρμενιος.
-τι ηταν, λεει, ο τσιμισκης;
-αρμενιος.
-τι αρμενιος, ρε φιλαρακι.. αυτοκρατορας δεν ηταν;
-ναι.
-ε, τι σοϊ αυτοκρατορας ηταν τοτε; της αρμενιας;
-οχι της ελλαδας, παντως.
-φιλαρακι, θα τα χαλασουμε.. δεν μου τα λες ωραια.
-καλα, ασε με εδω τοτε.. θα συνεχισω με τα ποδια.
-οχι, ρε συ.. που θα σε αφησω μεσα στη βροχη.. παπι θα γινεις. δεν πειραζει.. κ συγγνωμη κιολας, αμα σε προσεβαλα. σε ειδα με το βιβλιο κ ειπα, να.. διαβαζει ο ανθρωπος.. θα ξερει κατι παραπανω.
-ενταξει.. ολα καλα.
-να σε ρωτησω κατι τελευταιο; κ δεν ξαναμιλαω.. σου το ορκιζομαι.
-αντε, λεγε.
-αληθεια, με τα σουντοκου γινεται δουλεια; γιατι με ολα αυτα που ακουω ολη τη μερα μεσα στο ταξι.. δεν τη γλιτωνω αυτην.. την αφελληνωση, προσεληνωση.. πώς την λενε..

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

ποτε ακριβως πεθανε ο κερτ κομπεϊν;

ειδα καπου οτι προχθες ηταν η επετειος γεννησης του κερτ του κομπεϊν κ θυμηθηκα μια συναρπαστικα γελοια ιστορια απο τις εξωτικες βρυξελλες:

πριν απο μερικα χρονια, λοιπον, ημουν με την εκει παρεα μου σε ενα μπαρ κ τα πιναμε. η παρεα ηταν αρκετα μεγαλη κ οι περισσοτεροι ηταν ελληνες. διπλα μας καθοταν μονος του ενας περιεργος τυπος που μας κοιτουσε αδιακριτα κ εμοιαζε σαν να παρακολουθει την κουβεντα μας. καλα, δεν συζητουσαμε κ τιποτα σοβαρο, αλλα καποια στιγμη, δεν θυμαμαι πώς, η κουβεντα εφτασε στον συγχωρεμενο τον κερτ, οποτε κ ενας απο τους φιλους ανεφερε πως οταν πεθανε, την επομενη μερα στο σχολειο του ολες οι συμμαθητριες του κλαιγανε απαρηγορητες. "ποιο σχολειο, ρε παπαρα;", τον διεκοψε τοτε ευγενικα ενας αλλος απο την παρεα, "οταν πεθανε ο κομπεϊν, εσυ ουτε νηπια δεν πηγαινες". "τι λες, ρε γελοιε.. που θα μου πεις εσυ εμενα ποτε πεθανε ο κερτ..", του απαντησε εγκαρδια ο πρωτος. επειδη δεν ειχα κ πολλα να συνεισφερω στον γονιμο αυτον διαλογο κ επειδη στο μεταξυ ειχα κ καπως χαρμανιασει -μολις που ειχε επιβληθει ο αντικαπνιστικος στο βελγιο- βγηκα εξω να κανω ενα τσιγαρο. μαζι με μενα, ομως, σηκωθηκε κ ο τυπος απο διπλα, ο περιεργος που λεγαμε, κ με ακολουθησε, για να επιβεβαιωθει για ακομα μια φορα η ισχυς του μαλακομαγνητη που κουβαλαω παντα πανω μου.

"καλησπερα σας", μου ειπε, μολις βρεθηκαμε μονοι εξω στο πεζοδρομιο.
"α, ελληνας κ εσεις;" του απαντησα διεκπεραιωτικα.
"ναι, ομογενης εκ ρωσιας, αλλα τωρα ζω στην αμερικη".
"α.. απο τη μοσχα στο σουπερ μαρκετ, ε;" εκανα εγω τη σινεφιλ αναφορα μου, η οποια κ βαρεσε στον γαμο του καραγκιοζη.
"οχι, απο την τασκενδη, αλλα τωρα μενω στο σικαγο κ συνεργαζομαι εκει με την ελληνορθοδοξη μαφια."
πνιγομαι εγω με τον καπνο, βηχω, χαροπαλευω για λιγη ωρα, αλλα τελικα συνερχομαι. "τι εννοειτε; πώς συνεργαζεστε, δηλαδη;"
"προσφερω τις υπηρεσιες μου ως μεντιουμ."
"α.. οκ."
"δεν με πιστευετε, ε; αν θελετε, εχω μαζι μου αποδεικτικα στοιχεια." κ αμεσως αρχισε να αδειαζει τις τσεπες του.
τα "αποδεικτικα στοιχεια" που μου προσκομισε ηταν τα εξης:
α. ενα παλαιο σοβιετικο διαβατηριο, με το αστερι του, το σφυροδρεπανο του.. κομπλε,
β. μια φωτογραφια του με τον πατριαρχη βαρθολομαιο,
γ. μια φωτογραφια του με την αντζελα δημητριου ή με καποια που της εμοιαζε αφορητα,
δ. ενας ευμεγεθης ξυλινος σταυρος, απο αυτους που παιζουν συνηθως σε ταινιες με εξορκιστες,
ε. μια επαγελματικη καρτα, που παιζει οντως να ειχε το ονομα του πανω, το οποιο ομως παραδοξως βρισκοταν κατω απο το σημα των σταρμπακσ,
στ. ενα πολυμορφικο κομποσχοινι-κομπολοϊ.
"πολυ ενδιαφεροντα ολα αυτα", του ειπα, "αλλα, με συγχωρειτε, πρεπει να επιστρεψω στη μιζερη πραγματικοτητα."
"καλως.. αν παντως εσεις ή οι φιλοι σας χρειαζεστε βοηθεια, ειμαι στη διαθεση σας", μου ψιθυρισε συνωμοτικα αυτος για να συμπληρωσει αμεσως οσο πιο ταπεινα γινοταν, "ξερετε, μπορω κ επικοινωνω με τους νεκρους."
"ναι, μωρε, ενταξει, να τα λεμε τωρα που γνωριστηκαμε", τον αποχαιρετησα με ενθουσιασμο κ επεστρεψα στο εσωτερικο του μπαρ κ την παρεα μου.

εκει η διαφωνια σχετικα με την ημερομηνια θανατου του αδικοχαμενου ροκσταρ ειχε λαβει πλεον διαστασεις εμφυλιας συρραξης, διαταρασσοντας βαναυσα τη μελαγχολικη νιρβανα της βρυξελλιωτικης νυχτερινης ζωης. σκεφτηκα πως κατι επρεπε να κανω για να ηρεμησω καπως τα πνευματα κ τοτε, κοιταζοντας τον ελληνορωσοαμερικανο μεντιουμ, που ειχε στο μεταξυ επιστρεψει κ αυτος στο στασιδι του, μου ηρθε μια ιδεα. "κυριε μεντιουμ", του φωναζω, "συγγνωμη, μηπως μπορειτε να μας βοηθησετε, εσεις που ξερετε απο αυτα; μηπως μπορειτε να επικοινωνησετε με το πνευμα του κερτ του κομπεϊν κ να τον ρωτησετε ποτε ακριβως εφυγε απο τον ματαιο ετουτο κοσμο;" "ε.. οχι, ρε παιδια.. αν ειναι δυνατον..", μου απανταει αυτος βαρια προσβεβλημενος, "δεν παιζουνε, ρε παιδια, με αυτα τα πραγματα.. κ επειτα, υπαρχει κ η γουικιπηντια.."

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

ο κυριος νικολαϊδης

καθε φορα που ακουω οτι οι αγροτες ξεκινουν κινητοποιησεις κ κλεινουνε τους δρομους, θυμαμαι την πιο εξωφρενικη, ισως, ιστορια που μου εχει τυχει ανεβοκατεβαινοντας το εθνικο οδικο μας δικτυο.

ητανε ο χειμωνας του 2009, εαν δεν κανω λαθος, κ εγω ταξιδευα απο την αθηνα προς το βολο. ηταν πρωι ακομα οταν επεσα πανω σε ενα απο τα μπλοκα των αγροτων, που βρισκοταν στο υψος των θερμοπυλων. ακολουθωντας τις οδηγιες των αστυνομικων, αφησα την παθε κ βγηκα σε εναν επαρχιακο παραδρομο, ο οποιος θα με πηγαινε, λεει, προς τον βορρα, αφου θα παρεκαμπτα τον μισο μαλιακο κ μαζι με αυτον την αγροτια που φυλαγε -κυριολεκτικα κ μεταφορικα- τις θερμοπυλες της. σε αντιθεση ομως με τον ξερξη, ο εφιαλτης μου δεν ηταν μαλλον κ τοσο αξιοπιστος, κ υστερα απο λιγο βρεθηκα να προσπαθω να διωξω με την κορνα μου απο το οδοστρωμα ενα κοπαδι προβατα, που ειχαν στησει εκει το δικο τους μπλοκο, με αγνωστα μεχρι στιγμης αιτηματα.

τελος παντων καποια στιγμη μεσημεριασε κ πεινασα. σταματησα σε μια καντινα να προμηθευτω λιγα σουβλακια/καλαμακια (χρησιμοποιω εδω κ τους δυο ορους, αφου γεωγραφικα βρισκομουν στο γαστρονομικο μεταιχμιο), μα οταν γυρισα στο αμαξι μου, ειδα να με περιμενει μια εκπληξη. ενας ευτραφης κ καλοντυμενος κυριος στεκοταν διπλα στην πορτα του συνοδηγου κ μου χαμογελουσε. με το ενα χερι του ηδη επιανε το χερουλι της πορτας, ενω στο αλλο κρατουσε τη δερματινη θηκη καποιου μουσικου οργανου (κλαρινου προφανως). "θελετε κατι", ρωτησα. "ειμαι ο κυριος νικολαϊδης", μου συστηθηκε (τρελαινομαι οταν καποιος συστηνεται απο μονος του ως "κυριος"), "θα με πεταξεις μεχρι την σπερχειαδα, παληκαρι μου;" "εγω παω στον βολο", του απαντησα, "να σας πεταξω, αλλα ξερωγω, ειναι στο δρομο μου;" "ειναι, ειναι..", μου απαντησε κ αμεσως ανοιξε την πορτα του ανταμομπιλ κ στριμωχτηκε στο κοκπιτ του.

μπηκα κ εγω κ αρχισα ξανα να οδηγω, μασουλωντας τα σουβλακια/καλαμακια μου. η σπερχειαδα τελικα, οχι μοναχα δεν ητανε στον δρομο μας, αλλα βρισκοταν τοσο βαθια στην βοιωτικη ενδοχωρα, που ειχα αρχισει να ανησυχω μηπως κ πεσουμε ξανα σε αλλο μπλοκο αγροτων, στη δυτικη ελλαδα ετουτη τη φορα. ο συνοδηγος μου απτοητος, εξακολουθουσε να κοιταζει χαμογελαστος το ασυναρτητο τοπιο, που σφυριζε αδιαφορο εξω απο το παραθυρο. "κυριε νικολαϊδη", του ειπα, "νομιζω οτι με δουλευετε.. να σας αφησω καπου εδω, να παω κ εγω στο σπιτι μου;" "εισαι καλο παιδι", μου απαντησε, "για αυτο κ εγω, για να σε ευχαριστησω, θα σου παιξω ενα απο τα αγαπημενα μου." ανοιξε την δερματινη θηκη, εβγαλε το κλαρινο του κ το συναρμολογησε, εσπρωξε τερμα πισω το καθισμα για να μην βρισκει στο παρμπριζ το χαλκινο κ ενω εγω διαμαρτυρομουν λεγοντας "οχι, αφηστε το, δεν θελω, συγγνωμη.. ειναι υποχρεωτικο;", αρχισε να παιζει το χιτακι του. αν κ εκανε διαολεμενο κρυο, εγω κατεβασα αρον αρον τα παραθυρα, μηπως κ προλαβω να σωσω κανενα απο τα κυτταρα των ακουστικων μου πορων. ελαχιστα μετρα, ομως, μετα ειδα την ταμπελα που ελεγε "σπερχειαδα" κ ηρεμησα. την ωρα εκεινη ο συνοδηγος μου βρισκοταν, νομιζω, στην κορυφωση του κομματιου που επαιζε. τελειως ασυναισθητα εκοψα ταχυτητα, αφηνοντας τον να το ολοκληρωσει. ειχε αρχισει να μου αρεσει, αλλωστε. κ επειτα ποτε θα ξαναταξιδευα εχοντας λαϊβ μουσικη μεσα στο αυτοκινητο;

τον αφησα στην πλατεια του χωριου, κ αποχαιρετωντας τον τον ρωτησα "πώς γυριζω πισω τωρα στην εθνικη οδο;" "συνεχισε", εκεινος μου απαντησε, "στο δρομο σου ειναι ολα.."

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

γύρω από τους αστραγάλους της γ'

γιατί δεν απαντάτε, κύριοι; κρίμα, λυπάμαι, δυστυχώς, δεν έχω άλλη λογική, αλήθεια, μα ακόμα και αν γινόταν να αλλάξω τη λογική μου, τον τρόπο, αν προτιμάτε, που σκέφτομαι και αναλύω τα πράγματα με κάποιον άλλον που ίσως θα σας φαινόταν πιο σωστός, με τον δικό σας ίσως, όχι, δεν θα το έκανα, καλύτερα να έμενα για πάντα κάτω από το πάπλωμα μου με δύο φίδια ανάμεσα στα πόδια μου, ναι, χίλιες φορές καλύτερα, πώς είπατε; είπατε, πρόσεξε τι εύχεσαι; μην το αρνείστε τώρα, το είπατε, σας άκουσα, αυτό πιστεύετε λοιπόν; ότι εγώ φταίω για το μαρτύριο για τη δοκιμασία του κοριτσιού στο χθεσινό μου όνειρο; ότι όλο αυτό δεν είναι παρά κάτι που το ευχήθηκα εγώ και άρα, αφού το ευχήθηκα ή μάλλον και μόνο που το ευχήθηκα, αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να συμβεί και έτσι απλά συνέβη; ή όχι, αφήστε, σας έχω κάτι ακόμα καλύτερο, εγώ ευχήθηκα να μείνω για πάντα, δεν το ξεχνώ αυτό το πάντα, θυμάστε, λέγαμε για τον θεό, θα επιστρέψω σύντομα, ότι ευχήθηκα να μείνω για πάντα εδώ, κάτω από το πάπλωμά μου, με μόνη συντροφιά δυο φίδια, που θα παλεύουνε αιώνια, ναι, αιώνια, από το για πάντα ακούγεται καλύτερα, που θα παλεύουν ανάμεσα στα πόδια μου, κι αφού το ευχήθηκα, μετά αυτό συνέβη, δηλαδή δεν συνέβη ακριβώς, αλλά το είδα να συμβαίνει μέσα στο όνειρό μου, μόνο που κάτι έλειπε, για την ακρίβεια έλειπα εγώ, αφού αντί για μένα κάτω από το πάπλωμα βρισκόταν ένα άγνωστο κορίτσι, με το οποίο το μόνο κοινό που είχαμε ήταν ότι μου έμοιαζε λιγάκι, εντάξει, μάλλον θα έλεγα ότι μου έμοιαζε αρκετά, απλώς ήταν λίγο, ελάχιστα πιο όμορφη από εμένα, αλλά και πάλι, για εσάς που δεν μας έχετε δει ποτέ, ούτε εμένα, εννοώ, μα ούτε και εκείνη, αυτή η ομοιότητα, το ξέρω, δεν σας λέει τίποτα, για εσάς όλα τα κορίτσια κάτω από το πάπλωμά τους ίσως να είναι ίδια, έτσι αφού έχω τη δύναμη να βλέπω να πραγματοποιούνται όλα αυτά που εύχομαι, προτίμησα, έστω την τελευταία στιγμή, να βάλω στη θέση μου μια άλλη, μια που μου μοιάζει αρκετά, μια, ας πούμε, σαν κι εμένα, και κάπως έτσι να υποστώ το μαρτύριο ή να περάσω τη δοκιμασία του ονείρου μου δια αντιπροσώπου, σωστά; αυτό δεν είναι το σενάριο που φτιάξατε; αυτή δεν είναι η ερμηνεία σας; και εντάξει, εντάξει, εγώ να το δεχτώ, αλλά πείτε μου, αλήθεια, σκεφτήκατε καθόλου, πως ίσως και να συνέβη το αντίστροφο; τι πάει να πει τι εννοώ; αυτό που καταλάβατε, να μην ήταν το κορίτσι η αντιπρόσωπός μου, που έζησε, που ίσως ζει ακόμα, μιλάμε για το πάντα, μην ξεχνιόσαστε, που ζει, λοιπόν, τον εφιάλτη μου, αλλά να είμαι εγώ η δική της αντιπρόσωπος που βρίσκομαι τώρα εδώ και σας μεταφέρω, σας περιγράφω, σας αναπαριστώ το δράμα της, γιατί; δεν ξέρω, πείτε μου εσείς, που είστε καλοί στο να κατασκευάζετε σενάρια και υποθέσεις, για να ζητήσω βοήθεια; για να σας δημιουργήσω ενοχές; για να αποσπάσω την προσοχή σας; για να τραβήξω την προσοχή σας, μήπως, και ύστερα να σας μιλήσω για άλλα θέματα, ας πούμε, πιο σημαντικά; ας πούμε, πιο δικά σας; ναι, είπα δράμα, ναι, αυτή τη λέξη χρησιμοποίησα, βλέπω πως το προσέξατε, το ήξερα πως θα σας κάνει εντύπωση, κάποιες λέξεις πάντα κάνουν εντύπωση, εγώ έχω ήδη πει αρκετές λέξεις, αλλά νομίζω ότι οι δύο που σας εντυπωσίασαν πιο πολύ ήταν το πάντα και το δράμα, δεν θέλω να σας απογοητεύσω, αλλά αυτές οι δυο λέξεις δεν γίνεται να λειτουργήσουνε μαζί, η μία δεν πάει με την άλλη, το δράμα θέλει ένα τέλος για να κριθεί, για να δικαιωθεί, για να αποκτήσει νόημα, το πάντα δεν έχει τέλος, πάει να πει δεν έχει και συνέχεια, εξέλιξη, δεν έχει το και τι έγινε μετά, τι θες να έγινε μετά; αφού λέμε για πάντα, για πάντα σημαίνει εκτός του χρόνου, ξέρετε, χωρίς το χρόνο, όμως, το δράμα δεν υπάρχει, συγγνώμη, καταλαβαίνω, σας κάνω να βαριέστε με αυτά τα ακατανόητα, καλύτερα να επιστρέψουμε στο δράμα, λοιπόν, του κοριτσιού, ή μήπως θα προτιμούσατε στο πάντα; καλά, εντάξει, ορίστε, μπερδεύτηκα κι εγώ, ας πάμε καλύτερα πίσω στον θεό και στην τιμωρία που λέγαμε, εντάξει, μην φωνάζετε, δεν λέγαμε, έστω λοιπόν, που έλεγα, ή μάλλον ας τα μοιράσουμε, εσείς φέρατε στην κουβέντα τον θεό κι εγώ την τιμωρία, σωστά; σωστά, ορίστε, την λύσαμε την παρεξήγηση, δικός σας άρα ο θεός, δικιά μου η τιμωρία, ας δεχθούμε ότι τα φίδια είναι η τιμωρία του κοριτσιού του ονείρου μου, ας πούμε ότι είναι ένα είδος ποινής που της επιβλήθηκε από κάποιον, είδατε, αποφεύγω να μπλέξω πάλι τον θεό σας, ας πούμε από κάποιον, ο οποίος κάποιος έχει την εξουσία και τη δύναμη να επιβάλλει τέτοιες ποινές σε αυτούς που τις αξίζουν, τι πάει να πει που τις αξίζουν, κύριοι; που έχουν κάνει κάποιο, είναι βαριά η λέξη, μα ήδη έχουμε σηκώσει άλλες πολλές, βαρύτερες, που έχουν κάνει, λοιπόν, κάποιο, ας πούμε, έγκλημα, ωραία, ποιο θα μπορούσε, άραγε, να είναι το έγκλημα του κοριτσιού αυτού, που να επισύρει, είδατε πώς προσέχω τις λέξεις που επιλέγω να σας πω; που να επισύρει, λέω, τέτοια φριχτή κι απάνθρωπη ποινή; πώς είπατε; ναι, έχετε δίκιο, βιάστηκα να χαρακτηρίζω την ποινή, αλλά το έγκλημα, τη λέξη έστω έγκλημα, δεν φρόντισα ούτε με ένα επίθετο να την προσδιορίσω, διορθώνω, ποιο θα μπορούσε, άραγε ξανά, να είναι αυτό το έγκλημα το ειδεχθές του κοριτσιού, που έκανε τον αόρατο κριτή να φτάσει στο σημείο να επιβάλει τόσο βαριά ποινή μέσα στο όνειρό μου; τώρα δικαίως δεν απαντάτε και σωπαίνετε, άλλωστε, αυτό είναι αδύνατο να το γνωρίζετε εσείς, αλλά, εντάξει, μπορείτε, νομίζω να κάνετε μια υπόθεση, μα ελάτε τώρα, σας παρακαλώ, τολμήστε, δοκιμάστε, έτσι κι αλλιώς, δεν έχετε να χάσετε απολύτως τίποτα, ούτε ο λόγος σας δεν πρόκειται να θεωρηθεί ως αμφισβήτηση της κρίσης του δικαστηρίου ούτε θα αλλάξει κάτι από την ουσία, από τα δεδομένα της υπόθεσης, ελάτε, κουβέντα κάνουμε, πείτε μου, σας ακούω, ποια υπόθεση; ποιο δικαστήριο; ελάτε τώρα, και πώς ξεφύτρωσε αυτή η ποινή; έτσι, από το πουθενά, νομίζετε; πάντα προηγείται η δίκη της ποινής, και της ποινής πάντα προηγείται το έγκλημα, είδατε; εδώ το πάντα ταιριάζει, λειτουργεί, αλήθεια, απορώ γιατί δεν το σκεφτήκατε, ο νόμος, κύριοι, το σύστημά του και ο μηχανισμός, να κάτι που υπάρχει σίγουρα για πάντα, το ξέρω, ακούγεται σαν γρίφος, σαν μυστήριο, αφού το όνειρο ξεκίνησε με το κορίτσι να βρίσκεται εδώ επάνω στο κρεβάτι μου και να κοιμάται με τα μάτια ανοιχτά, όχι δεν ήτανε νεκρή, δεν ήτανε θανατική ποινή αυτό που της επέβαλαν, ήταν κάτι χειρότερο, αφού το όνειρο, λοιπόν, ξεκίνησε, εδώ, επάνω στο κρεβάτι, με το κορίτσι κάτω από αυτό το πάπλωμα, και με δυο φίδια ανάμεσα στα πόδια του, πώς θα μπορούσατε εσείς με αυτό το δεδομένο να φανταστείτε όλα όσα προηγήθηκαν; έτσι δεν είναι, κύριοι; όχι, δεν είναι έτσι, σας είπα, εντάξει, ίσως δεν με προσέχατε, σας είπα ότι το όνειρο αυτό το ονειρεύτηκα μέσα σε ένα άλλο όνειρο, θυμάστε τι σας είπα; ότι είχα πέσει χθες να κοιμηθώ; ότι κοιμήθηκα και είδα ένα όνειρο; ότι στο όνειρο αυτό ήμουνα πάλι, λέει, εγώ; ότι και μέσα στο όνειρο και πάλι εγώ κοιμόμουν; ότι εκεί, μέσα στον ύπνο του ύπνου μου, έβλεπα ένα άλλο όνειρο μέσα στο όνειρό μου; ποιος το επέβαλε αυτό το δεύτερο το όνειρο; μήπως αυτός ο ίδιος που επέβαλε και την ποινή; μήπως, αν ήταν η ποινή το δεύτερο το όνειρο, το πρώτο όνειρο ήταν το δικαστήριο; και μήπως τότε το έγκλημα αυτό, που κρίθηκε στο πρώτο όνειρο και τιμωρήθηκε στο δεύτερο, μήπως, όχι, ας μην βιαζόμαστε καλύτερα, άλλωστε, το ξέρω, το αισθάνομαι, σας κούρασα, καλύτερα, ας κάνουμε εδώ ένα διάλειμμα, όχι, καθίστε, μην απομακρύνεστε, άλλωστε, ήρθε η ώρα οι νικητές του διαγωνισμού μας να πάρουν το βραβείο τους, αλήθεια, τι νομίζατε; ότι το είχα ξεχάσει; ή μήπως ότι τόση ώρα το απέφευγα; εγώ κρατάω τον λόγο μου, όσοι από τους κύριους, λοιπόν, κατάφεραν να βρουν κάτι που να διαρκεί, που να κρατάει για πάντα, ή όσοι νόμιζαν τουλάχιστον ότι το βρήκαν, αλλά και οι άλλοι που έστω προσπαθήσανε, μπορούνε τώρα να συνεχίσουν, όχι μονάχα να ακούν ένα γυμνό κορίτσι να τους μιλάει και να τους λέει για το τι έκανε χθες βράδυ στο κρεβάτι του, αλλά και να το βλέπουνε, πώς ακριβώς θα γίνει αυτό; μην βιάζεστε, θα δείτε, θα με δείτε, είναι, που λέτε, όχι χθες, μα σήμερα το βράδυ, τη νύχτα, εννοώ, που έρχεται, που όλοι εσείς θα πάτε κάποια στιγμή και θα ξαπλώσετε, θα πέσετε για ύπνο, κι εκεί μέσα στον ύπνο σας θα δείτε ένα όνειρο, το όνειρο αυτό, το αποψινό, θα πάει κάπως έτσι, θα είστε εσείς, λοιπόν, όχι όλοι μαζί, μα ο καθένας μόνος του, ναι, μην σας φαίνεται παράξενο, το ίδιο όνειρο θα δείτε όλοι, μόνο ο ήρωας θα αλλάζει, αλλά η ιστορία, τα δεδομένα, η εξέλιξη θα είναι σε όλους ίδια, λοιπόν, θα είσαστε εσείς και βρισκόσαστε μέσα σε μία λίμνη, όσοι δεν ξέρετε κολύμπι, μην τρομάζετε, θα υπάρχει μια βάρκα, πάνω στη βάρκα θα είσαστε εσείς, μα δεν θα είστε μόνοι, θα είμαι κι εγώ, θα είμαι γυμνή, θα είμαι κορίτσι ακόμα, θα κάθομαι στο πλάι σας, θα σας μιλώ κι εσείς θα με ακούτε, θα σας μιλώ και θα είμαι εκεί, θα με ακούτε με τα μάτια σας, κι ύστερα με τα χέρια σας, κι ύστερα με τη γλώσσα, κι ενώ εγώ θα σας μιλώ, θα αρχίσει να νυχτώνει, θα ανάψετε ένα φεγγάρι μέσα στο όνειρο, για να μπορείτε έτσι να με βλέπετε και μέσα στο σκοτάδι, θα σας μιλώ, όχι, δεν έχουνε τα λόγια μου καμία σημασία, οι λέξεις μου δεν θα έχουν νόημα, θα είναι μονάχα ήχοι, θα είναι τα λόγια μουσική κι οι λέξεις μου τραγούδια, κι ύστερα θα νυστάξετε, θα κλείσετε τα μάτια, κι ύστερα θα σας πάρω αγκαλιά κι εκεί θα κοιμηθείτε, και το φεγγάρι θα σβηστεί μες στο βυθό της λίμνης, και εκεί μέσα στο όνειρο θα δείτε ένα άλλο, σε αυτό το άλλο το όνειρο θα είστε εσείς και πάλι, και πάλι θα βρισκόσαστε πάνω σε μία βάρκα, και πάλι, λέει, θα είσαστε μέσα σε μία λίμνη, όλα θα είναι όπως πριν, μόνο εγώ θα λείπω, θα λείπω, θα με ψάχνετε, θα είναι παντού σκοτάδι, τίποτα δεν θα ακούγεται, τα λόγια μου θα έχουν σβηστεί μες στο βυθό της λίμνης, κι ύστερα θα έρθει ο πανικός, κι ύστερα θα έρθει ο τρόμος, θα αρχίσετε τότε να φωνάζετε μήπως και σας ακούσω, μα επειδή ποτέ δεν μάθατε ποιο είναι το όνομά μου, θα λέτε λέξεις άσχετες, στην τύχη διαλεγμένες, κι ύστερα, όταν θα τελειώσουνε οι λέξεις των ανθρώπων, θα βγάζετε άναρθρες κραυγές, μα απάντηση καμία, και τότε είναι που βγάλετε και τα δικά σας ρούχα, θα μείνετε κι εσείς γυμνοί, όπως γυμνή ήμουν κι εγώ στο πρώτο όνειρό σας, κι ύστερα θα βουτήξετε μέσα στη μαύρη λίμνη, ναι, ακόμα κι όσοι δεν γνωρίζετε καλά να κολυμπάτε, θα πέσετε όλοι στο νερό, θα βυθιστείτε όλοι, και εκεί μέσα στον βυθό θα βρείτε ένα κορίτσι, θα είναι γυμνό όπως κι εγώ, θα είναι κορίτσι ακόμα, θα έχει τα μάτια ανοιχτά, θα έχει πια πεθάνει, και τότε θα το καταλάβετε ότι αυτή η λίμνη, η λίμνη μέσα στο όνειρο μέσα στο όνειρό σας, όχι, δεν είναι μια κανονική λίμνη όπως οι άλλες, εκεί όπου βουτήξατε, εκεί όπου κολυμπάτε είναι ένας τάφος σιωπηλός, υγρός και παγωμένος, τι θέλετε; τι ψάχνετε εσείς στον κάτω κόσμο; τι αναζητάτε εσείς εκεί, που ο κόσμος σας δεν το έχει; μια τιμωρία; μια ποινή; μία δοκιμασία; εμένα; την εικόνα μου; μήπως την αγκαλιά μου; μιλήστε, μην φοβόσαστε, έτσι κι αλλιώς μες στο βυθό κανείς δεν θα σας ακούσει, έτσι κι αλλιώς στον τάφο μου μόνο εγώ υπάρχω, κι εγώ εδώ είμαι πια νεκρή, έτσι όπως ήμουνα νεκρή και, όχι, νεκρή όπως και όταν, ξυπνήστε, μην το συνεχίζετε, νεκρή όταν ξεκίνησα, ξυπνήστε, εντάξει, φτάνει, όπως εδώ, όπως εδώ, ξυπνήστε μέσα στο όνειρο, ξυπνήστε και στα αλήθεια, κάποτε, τώρα πάντα, φτάνει, φτάνει, σας λέω, αρκετά, ξεχάστε ότι ακούσατε, ξεχάστε ότι θα δείτε, εξάλλου έχουμε ακόμα και έναν γρίφο για να λύσουμε, κρατήστε, κύριοι, τις δυνάμεις σας, ελάτε, ξυπνήστε, αναδυθείτε, κοιτάξτε, ξημερώνει, πρέπει να δώσουμε ένα τέλος σε αυτήν την ιστορία, δεν νομίζετε; δεν γίνεται να αφήσουμε έτσι της νύχτας τα μυστήρια να σκοτεινιάσουνε τη μέρα αυτή που έρχεται, ελάτε, λίγο ακόμα, θυμάστε πού είχαμε μείνει; ναι, σωστά, στο έγκλημα, είπαμε πως αν τα φίδια κάτω από το πάπλωμα είναι η τιμωρία, η τιμωρία αυτή επιβλήθηκε από αυτόν που δημιούργησε τα ίδια τα φίδια, αλλά και το πάπλωμα και το κρεβάτι και το κορίτσι μέσα σε αυτό και τα ανοιχτά τα μάτια του και γενικά ολόκληρο το όνειρο, ποιος το δημιούργησε, κύριοι, το όνειρο αυτό, όχι, μην απαντάτε μα εσύ, εμένα, τότε, ποιος με δημιούργησε; έτσι δεν θα τελειώσουμε ποτέ, ένα ένα τα βήματα, λοιπόν, ακούω, ναι, έτσι, πολύ καλύτερα, σωστά, το προηγούμενο όνειρο δημιούργησε το επόμενο, άρα στο προηγούμενο όνειρο, σε εκείνο όπου απλώς κοιμόμουν μόνη στο κρεβάτι μου, έλαβε χώρο το δίκη που επέβαλε και την ποινή που συμβολίζει το όνειρο που ακολούθησε, αυτό τι σημαίνει, κύριοι, ελάτε τώρα, είμαστε κοντά, ότι το πρώτο όνειρο, θυμάστε, άραγε, πώς τέλειωσε; όχι, καταλαβαίνω, είναι λογικό, με εμένα να ξυπνάω και να πηγαίνω στο παράθυρο για να σκεφτώ τι ακριβώς ήταν αυτό που ονειρεύτηκα στο δεύτερο όνειρό μου, θυμάστε; ναι, τώρα θυμηθήκατε, εκεί ακριβώς το είχαμε αφήσει, τι πάει να πει τι έγινε μετά; σας λέω, αν τύχει να περάσει κάποιος από εσάς κάτω από το παράθυρο αυτό, θα δείτε, θα με δείτε, ακόμα εκεί θα είμαι και θα σκέφτομαι, κι όσο σκέφτομαι εκεί, μέσα στο πρώτο όνειρο, τόσο θα τιμωρούμε, είτε εγώ η ίδια είτε δια της αντιπροσώπου μου, μέσα στο δεύτερο όνειρο, έτσι, αυτό είναι, επιτέλους, βλέπετε; καταλήγουμε, η σκέψη μου είναι αυτή που από μόνη της μου επιβάλλει την ποινή, η σκέψη μου με τιμωρεί, αυτή και τίποτα άλλο, μες στο μυαλό μου βρίσκεται ο δικαστής που καταδίκασε το σώμα μου ή έστω το σώμα αυτού του κοριτσιού, πάει αυτό, το βρήκαμε, όμως, για μια στιγμή, ακόμα δεν έχουμε εντοπίσει που βρίσκεται το έγκλημα, μήπως αν επαναλάβουμε αυτόν τον ίδιο τον απλό τον συλλογισμό, θα το ανακαλύψουμε κι αυτό; ελάτε, έχει αρχίσει ήδη να ξημερώνει η μέρα, ποιος γέννησε το πρώτο όνειρο, ποιος έστησε το δικαστήριο που δίκασε και καταδίκασε το έγκλημα της ιστορίας μας; ναι, ξέρω, τώρα πια νομίζω πως παραείναι εύκολο, είμαι εγώ, εγώ που σας μιλάω, για την ακρίβεια είμαι εγώ που έπεσα χθες βράδυ και κοιμήθηκα, αμέσως μόλις σκότωσα, όχι, όχι ακόμα, περιμένετε, δεν ήταν έγκλημα που σκότωσα, μην βιάζεστε, ακόμα δεν ξέρετε, δεν μπορείτε καν να ξέρετε ποιος ήτανε αυτός που σκότωσα, όχι, σας λέω, μην φεύγετε, καθίστε, ακούστε με, ακόμα δεν τελείωσα, έχω ακόμα να σας πω, έχω πολλά ακόμα, το ξέρω, δεν προλαβαίνω, η μέρα, όχι, στο φως της μέρας, όχι, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα, ακούστε μόνο αυτό τουλάχιστον, ακούστε, σας παρακαλώ, και ύστερα ξεχάστε με, όχι, δεν ήτανε αυτό το έγκλημά μου, έγκλημα ήταν που κοιμήθηκα και τιμωρία μου είναι που ακόμα ονειρεύομαι.