Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

το σαπούνι

Ο φίλος μου ο εφευρέτης –όσοι με παρακολουθείτε από παλιά, τον έχετε γνωρίσει- μου χάρισε προχτές μια πειραματική εφαρμογή της νέας του εφεύρεσης. Πρόκειται για έναν ηλεκτρονικό αναγνωστήρα σκέψης, με τον οποίον, μου είπε, πως θα έχω πια τη δυνατότητα να ακούω τι ακριβώς έχει καθένας στο μυαλό του και επιτέλους δε θα έχω ανάγκη πια στην τύχη να μαντεύω. Η συσκευή είναι κομψή, μικρή και εύχρηστη ακόμα και για μένα. Μοιάζει με ένα παλιό ρολόι του χεριού, μόνο που ο μοναδικός του δείκτης δουλεύει κάπως σαν πυξίδα, βοηθώντας δηλαδή τον χρήστη του να προσανατολίσει με ασφάλεια την περιέργειά του. Έτσι στρέφοντάς τον προς την κατεύθυνση εκείνου τη σκέψη του οποίου θέλω, εν αγνοία του φυσικά, να μοιραστώ, μπορώ να μάθω όλα όσα έχει μέσα στο κεφάλι του και ως το στόμα του ποτέ δεν πρόκειται να φτάσουν. Με μόνη προϋπόθεση αυτός να βρίσκεται όσο γίνεται πιο κοντά μου εκείνη τη στιγμή και μάλιστα, αν είναι δυνατό, τα σώματά μας με κάποιον τρόπο να ακουμπάνε.
Δυο μέρες τώρα δε μου είχε, δυστυχώς, δοθεί η αφορμή να κάνω χρήση της επινόησης του φίλου μου. Λίγο ο αντικοινωνικός μου χαρακτήρας - λίγο μια ακατανόητη ντροπή, που μου ‘ρθε έτσι από το πουθενά, δυο μέρες τώρα κάθομαι και κοιτάζω σαν χαζός ένα νεκρό ρολόι. Τώρα, όμως, ήρθε επιτέλους η ώρα και η στιγμή: αυτός ο τύπος δίπλα μου με έχει πολύ προβληματίσει. Έχει διαβάσει επτά φορές την κίτρινη εφημερίδα του κι από το θυμό του κοντεύει να την κάνει κομματάκια. Δε μοιάζει να τον ενοχλεί κάποια συγκεκριμένη είδηση. Δε φαίνεται λόγω κάποιο μεμονωμένο ρεπορτάζ να έχει νευριάσει. Είναι σα να μισεί ο άνθρωπος στο σύνολό της την έννοια της επικαιρότητας ή και ακόμα αυτόν το γενικότερο σκοπό της πληροφόρησης να απεχθάνεται θανάσιμα. Κι όμως, αυτός εκεί, πεισματικά, δε λέει να την αφήσει από τα χέρια του. Κι όταν τόλμησα και του ζήτησα εγώ να μου φυλάξει το σταυρόλεξο να λύσω, γύρισε και με κοίταξε σα να ήμουν κανένας εξωγήινος κι αμέσως στις στήλες που αγαπάει τόσο να μισεί επέστρεψε το βλέμμα του.
Μη με κατηγορείτε! Δεν είναι πλέον προφανές πως πάει ο άνθρωπος γυρεύοντας; Ήδη έχω βάλει σε λειτουργία την εφεύρεση. Και για να μοιραστώ μαζί σας τη ντροπή, θα σας τον βάλω σε ανοιχτή ακρόαση. Κι άμα δε θέλετε να ακούσετε, να αλλάξετε σελίδα: «Γαμώ τη δημοκρατία σας! Γαμώ την έννομή σας τάξη και το κράτος του δικαίου σας! Γαμώ όλα τα συστήματα, το φορολογικό, το ασφαλιστικό, το αποχετευτικό, το κυκλοφοριακό, το πεπτικό. Ναι, ναι, αυτό κυρίως! Όλους σας γαμώ, μαλάκες, που κάθεστε τόσο καιρό στο σβέρκο μου, νομοθετείτε για λογαριασμό μου και βγάζετε από πάνω στο δικό μου το όνομα τις σκατοαποφάσεις σας! Δε σας ανήκω. Εγώ δεν είμαι ο λαός σας. Εδώ και τώρα, στις δεκαεννιά και δέκα τέσσερα λεπτά, από την τριακοστή τέταρτη θέση του ΚΤΕΛ των έξι για τη Λάρισα, εγώ, ο λαός μου μέσα, κηρύσσω την ανεξαρτησία μου και στο καπάκι σας κηρύσσω και τον πόλεμο! Δεν το περιμένατε, ε; Με είχατε κι εμένα για ακόμη ένα ανθρωπάκι ταπεινό, που κάθεται στη θέση του φιλήσυχο χαζεύοντας την εφημεριδούλα του για να περάσει η ώρα και της διαδρομής τα τριακόσια εξήντα ατέλειωτα χιλιόμετρα. Μία ζωή, βαρέθηκα μόνος να ταξιδεύω σε όλη την επικράτεια και όλα ετούτα τα κωλοχιλιόμετρα δε λένε να τελειώσουν. Ναι, ρε! Θέλω να είμαι φιλήσυχος, την ησυχία μου την αγαπώ και την υπερασπίζομαι. Τη δικιά σας ησυχία, όμως, τώρα θα την γαμήσω! Θα με θυμάστε για καιρό. Χάπια θα αρχίσετε να παίρνετε, μήπως και με αποβάλετε από τη βουλωμένη μνήμη σας. Θα βάλετε όλους τους κωλογιατρούς να αρχίσουν να σας κάνουν επεμβάσεις στον εγκέφαλο, αλλά τόσο θα έχω πια τρυπώσει εκεί βαθιά, που δε θα μπορείτε ούτε με σφαίρες να με βγάλετε. Και κάθε δευτερόλεπτο θα κάνω μες στο μίζερο σας τον οργανισμό και νέες μεταστάσεις. Θα σας σαπίσω, το καταλαβαίνετε; Θα σας μαυρίσω τις γκρίζες σας ψυχές! Όπως μαυρίζει η κωλοεφημερίδα σας τώρα τα δάχτυλά μου. Από όπου και να σας πιάσει κανείς εσάς, λερώνεται. Όχι, όχι, δε φταίει το μελάνι. Φταίτε εσείς! Όταν θα κάνει στάση στα μισά ο οδηγός, εγώ θα την περάσω ολόκληρη την ολιγόλεπτη μέσα στους καμπινέδες. Πάλι και πάλι, θα σαπουνίζω και θα ζεματίζω τα χέρια μου συνέχεια, να σας ξεφορτωθώ βρωμιάρηδες για πάντα. Να φύγετε επιτέλους από πάνω μου. Αλλά σιγά μην έχει εκεί σαπούνι και ζεστό νερό. Μια φορά, πάντως, δεν το αγγίζω το πουλάκι μου, έτσι όπως μου τα έχετε εσείς και οι κωλοειδήσεις σας τα χέρια μελανιάσει. Καλύτερα να κάτσω και να κατουρήσω σαν τις γκόμενες. Ναι, ναι, αυτό ακριβώς θα κάνω. Θα μπω στις γυναικείες και εκεί θα κάνω τη δουλεία μου καθιστός. Εκεί καμιά φορά μπορεί να βρει κανείς κανένα κωλοσάπουνο. Στις αντρικές δεν παίζει. Τι διάολο τα κάνουνε οι άντρες τα σαπούνια; Κι έτσι και πέσει πάνω μου καμιά παλιοκαριόλα και μου γκρινιάξει που τρύπωσα μες στο χεσμένο άβατο, θα της το χώσω το σαπούνι μες στο στόμα της, να κάνει με τις κλάψες μπουρμπουλήθρες. Τι θες, μωρή, και μου φωνάζεις, θα της πω. Για πάρτη σου το κάνω, δηλαδή τι νόμισες; Για σένα ήρθα να κατουρήσω καθιστός. Για σένα σαπουνίζομαι. Ποιος ξέρει, αύριο-μεθαύριο μπορεί να σε γαμήσω. Θες να σου κουβαλήσω καμιά αρρώστια στο μουνί και ύστερα να τρέχεις;»
Και κάπου εδώ, σχεδόν ταυτόχρονα με την τόσο αναγκαστική όσο και αναγκαία στάση του λεωφορείου στα μισά, τέλειωσαν και της συσκευής οι μπαταρίες. Οπότε κάπως έτσι διακόπτεται και η παρακολούθηση της σκέψης του συνταξιδιώτη μου, η συνέχεια της οποίας, άλλωστε, θα ήταν και πρακτικά ανέφικτη. Όσοι επιθυμείτε, μπορείτε ασφαλώς να συμπληρώσετε τη μικρή αυτή υποκλοπή ανασφαλώς μαντεύοντας. Κι αν τύχει να γνωρίζετε προσωπικά τον επιβάτη της θέσης με τον αριθμό τριάντα τέσσερα, του ΚΤΕΛ των έξι για τη Λάρισα, δεχτείτε, σας παρακαλώ την -όχι και τόσο ειλικρινή, το ομολογώ- συγνώμη για την αδιακρισία μου. Κι όσο για τα παράπονά σας, απευθυνθείτε στο φίλο εφευρέτη μου, αυτός φταίει για όλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου