Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

ο ηλιοθεραπευτής

-Γεια σου, Γιάννη!
-Ελένη!
-Τι κάνεις;
-Καλά είμαι. Πώς και με θυμήθηκες;
-Τι θες να πεις; Εσύ με έχεις ξεχάσει;
-Όχι βέβαια, αλλά…
-…αλλά δε με σκέφτεσαι καθόλου.
-Δε σε σκεφτόμουν τώρα. Με αιφνιδίασες.
-Καλό δεν είναι αυτό;
-Καλό είναι μάλλον, ναι.
-Που βρίσκεσαι;
-Στις Βρυξέλλες.
-Αυτό το ξέρω. Βλέπω τις αναρτήσεις σου.
-Με παρακολουθείς;
-Έτσι κι αλλιώς. Συχνά χωρίς να θέλω.
-Και τι κάνεις εκεί;
-Φωτογραφία, δουλειές του ποδαριού… διάφορα.
-Και στο Λονδίνο πότε θα έρθεις;
-Είναι πρόσκληση αυτό;
-Αφού δε με προσκαλείς εσύ εκεί, είπα να πάρω την πρωτοβουλία.
-Δεν ξέρω. Πότε εσύ μπορείς;
-Γιάννη, με θυμάσαι καθόλου;
-Σε θυμάμαι. Φυσικά.
-Χωρίς να κοιτάξεις τις φωτογραφίες μου, εννοώ.
-Σε θυμάμαι. Ξέρεις αυτό είναι το πρόβλημά μου.
-Λοιπόν, πότε θα έρθεις;
-Δεν ξέρω. Την Τετάρτη;

Είναι Δεκέμβριος. Είναι το 2010. Είμαι 35 ετών. Είμαι επιπόλαιος, σπάταλος, αναιδής και αφελής. Είναι Τετάρτη. Είναι το τρένο από Βρυξέλλες για Λονδίνο. Είναι 6 το πρωί.
Στα πρωινά δρομολόγια της Τετάρτης βρίσκεις πάντα τα πιο φτηνά εισιτήρια. Eurostar, το σιδηρούν καμάρι της Ευρώπης. Μέσα σε δυόμιση ωρίτσες από το Midi στο King’s Cross. Με την ενδιάμεση αναγκαία καταβύθιση στην άβυσσο της Μάγχης. Σκέφτομαι φόβους, τους ανακαλώ, για να ξεχάσω τις φοβίες μου. Τα τέρατα των θαλασσών, σεισμοί και τρομοκράτες. Μετράω τις ανάσες μου. Πάντα κάποια μου λείπει. Τα παρατώ. Αρχίζω να μετράω Λονδίνα.
1995, πρώτη φορά, στο δρόμο για το Μπέρμινχαμ. Είχε κατέβει και οι φίλοι μου. Περάσαμε ολόκληρη μια μέρα με τα πόδια. Μπαίναμε, βγαίναμε. Πουλούσαμε, αγοράζαμε. Βγήκαμε κερδισμένοι, με ύστερα πάλι χάσαμε. Ξεχάσαμε.
1999, δεύτερη φορά, στο δρόμο για το Κάρντιφ. Μια διανυκτέρευση στο σπίτι της Σοφίας. Όλη τη νύχτα βαρούσε το τηλέφωνο. Ποιος ήτανε; Ποιος είναι; Δυνάμωσε τη μουσική να μείνουμε μονάχοι! 
2004, δεύτερη φορά, στο δρόμο για Δουβλίνο. Τρεις μέρες αποκλεισμός στο Islington. Δυο βράδια βόλτες με την Τερέζα. Αλλάζαμε συνέχεια μετρό και λεωφορεία. Το τρίτο ήρθε κι ο φίλος της μαζί. Ακόμα τους χρωστάω.
2009, όχι, εκείνη δε μετράει.
2010, τρίτη φορά στα σίγουρα. Μετράω εγώ. Μου φτάνει.

Είχα δυόμιση χρόνια να τη δω. Από το καλοκαίρι εκείνο. Στο σπίτι μου –όχι, δεν έχω σπίτι- στη γειτονιά μου έστω, εκεί που τότε έμενα, υπάρχουν ακόμα ρολόγια σταματημένα, που δείχνουνε πεισματικά την ώρα που χωρίσαμε. Δεν ξέρω καν αν θα μπορούσα να το ονομάσω αυτό το πράγμα χωρισμό. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν καταφέραμε να ενωθούμε κάπως. Κολλήσαμε για λίγο, για προσωρινά κι αυτό ήτανε όλο. Κι ύστερα φύγαμε κι οι δυο. Και είπαμε κάποια στιγμή πως θα ξαναβρεθούμε. Κουβέντες τέτοιες της στιγμής – ποιος άραγε τους δίνει σημασία;
Καμιά φορά τους δίνω εγώ.

-Φαντάσου τον ήλιο!
Τη νύχτα εκείνη ήταν που εισήγαγα στο Ηνωμένο Βασίλειο τη μέθοδο του ηλιοθεραπευτή. Δεν πρόκειται για κάποια γνώση απόκρυφη. Δεν έχει καθόλου να κάνει με κάποιο νοσηρό μυστήριο. Είναι απλώς ένα συγκεκριμένο στυλ για να ξαπλώνει κάποιος στο κρεβάτι του. Πολύ τονωτικό, πολύ ευχάριστο στ’ αλήθεια.
-Μάντεψε από πού έρχονται σε σένα οι ακτίνες του.
Ειδικά για εκείνους που βρίσκονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την παραμικρή ιδέα μεσογειακής ακτής. Ειδικά για τις στιγμές αυτές που ζουν στους χωροχρονικούς αντίποδες της όποιας έννοιας καλοκαίρι.
-Νιώσε τις να ταξιδεύουν πάνω στις επιδερμίδα σου.
Αυτή αμέσως την ασπάστηκε. Κι ούτε για μια στιγμή δε φάνηκε να δείχνει τα ελεεινά συμπτώματα εκείνης της εκ γενετής αμφιβολίας της.
-Θυμήσου την ανάγκη της σκιάς.
Η μέθοδος είναι απλή. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένα κρεβάτι. Αν και στο πάτωμα ενδεχομένως να είναι ακόμα πιο απλά τα πράγματα. Ξαπλώνεις. Απλώνεσαι. Τεντώνεις νωχελικά τα άκρα σου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Και πάνω από όλα, κλείνεις πολύ προσεκτικά τα μάτια.
-Κλείσε, προστάτεψε τα μάτια σου.
Όχι για να αποκοιμηθείς. Όχι για αφήσεις να έρθει το όνειρο κοντά σου. Μα για να μη μπορέσει ο ήλιος ο αδίστακτος την όραση σου να πληγώσει. Μη με ρωτάς ποιος ήλιος. Το ξέρω πως ήτανε μεσάνυχτα. Μέσα Δεκέμβρη. Κάμπντεν. Καρδιά της Βαβυλώνας. Υγρό Λονδίνο, σκοτεινό. Το ξέρω πως εκεί, μέσα σε αυτό το χαμηλό υπνοδωμάτιο, που πάντα είχες την εντύπωση πως θα έρθει ο ουρανός να σε πλακώσει, ο ήλιος ακόμα και αυτός της βορειοευρωπαϊκής ακίνδυνής του εκδοχής ακούγεται συνήθως σαν ανέκδοτο.
-Μη γελάς. Δεν είναι αστείο. Χαμογέλασε.
Άλλωστε, εδώ δε μίλησε κανείς για τον κυρ-ήλιο τον γνωστό, το σώμα το ουράνιο, μα για τον άλλο ήλιο. Τον ιδεατό. Τον ήλιο του μυαλού σου.
-Ζεστάθηκες;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου