Τα δυο πιο θλιβερά αισθητικώς θεάματα από το σύνολο της μίζερης -μα πάντα απρόβλεπτης, το ομολογώ- νέας πραγματικότητας είναι πρώτον, τα κέντρα της μαζικής διασκέδασης, ιδίως εκείνα που φιλοξενούν χορούς και συνεστιάσεις, και δεύτερον, τα γαμήλια γλέντια γενικά. Όποτε ο καθένας, νομίζω, πως μπορεί να φανταστεί το άθροισμα που συνεπάγεται η πρόσθεση των δυο παραπάνω σύγχρονων φαινομένων σε μία αυγουστιάτικη βραδιά, σε κάποιον καταπατημένο, αλλά μαγευτικό, αιγιαλό, στο γάμο κάποιων φίλων.
Στο μυστήριο αυτό προσκλήθηκα αιφνιδιαστικά κι ούτε που πρόλαβα να σκαρφιστώ μία δικαιολογία και κάπως έτσι πήγα σπρωγμένος από κάποια υποχρέωση, την οποία, ούτε τότε μα ούτε ετούτη τη στιγμή, μπορώ να προσδιορίσω. Στην εκκλησία συνάντησα έναν παλιό συμμαθητή και θυμηθήκαμε ένα σωρό γελοίες ιστορίες.Ύστερα στο τραπέζι, όμως, τον απέφυγα, φοβούμενος μη πάθει κανένα σάκχαρο η μνήμη μου από την πολλή τη νοσταλγία.
«Της νύφης είσαστε ή μήπως του γαμπρού;» Σκέφτηκα να τους πω, του κανενός, μα είπα, και των δύο. Με τοποθέτησαν ανάμεσα σε δυο ζευγάρια άγνωστα, άγευστα και διαφανή και μια παλιά μου γκόμενα, που μάλλον θεώρησε τη σύμπτωση αυτή σημαδιακή και είπε να το δείξει. Μέχρι να καταφτάσει ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα μες στην αίθουσα, είχα καταναλώσει ήδη σαν καλό παιδί όλο το φαγητό μου και άρχισα να παρατηρώ τους καλεσμένους και τους συγγενείς σα να ήμουνα στο τσίρκο.
Από τους υπόλοιπους συνδαιτυμόνες, πιστεύω πως, οι μισοί τουλάχιστον ήταν ανθρωποφάγοι. Και από εκείνους που δεν ήτανε και πάλι περίπου οι μισοί (το ένα τέταρτο σχεδόν του πληθυσμού) είχαν, έστω για μια φορά, γευτεί το κρέας του ανθρώπου. Και βάζω στοίχημα πως στους μισούς από αυτούς (στο ένα όγδοο του συνόλου, δηλαδή), όσο κι αν προσπαθούσαν να το κρύψουν, τους άρεσε πολύ ετούτος ο μεζές και με μεγάλη ευχαρίστηση θα τον ξαναδοκίμαζαν στο μέλλον. Έτσι, μόλις συνειδητοποίησα πως θα μπορούσα άνετα να συμπεριληφθώ στο διαιτολόγιο τόσων πολλών από αυτούς, που είχαν εκείνη τη βραδιά τις νέες Βερσαλλίες πλημμυρίσει, ζήτησα ταπεινά συγνώμη από το τραπέζι μου κι εξαφανίστηκα υπό το φως των προβολέων.
Την ώρα, όμως, που έβαζα το κλειδί στη μηχανή, θυμήθηκα πως είχα φύγει χωρίς να ευχηθώ στους ευτυχείς νεόνυμφους τα τυπικά, πράγμα που η ανατροφή και οι τρόποι μου δύσκολα συγχωρούνε. Έτσι επέστρεψα στην αίθουσα και άρχισα να ψάχνω το ζευγάρι της χρονιάς. Ωστόσο, το επικοινωνιακό restart, που είχα μόλις κάνει, έκανε την αποστολή μου να μοιάζει υπεράνθρωπη, αφού το πλήθος αφενός με πανικόβαλε κι αφού αφετέρου η νύφη κι ο γαμπρός είχανε ξαφνικά αφαιρεθεί από το πλάνο της γαμήλιας δεξίωσης.
Κι ενώ όλοι τώρα προσπαθούσαν να δώσουν λύση στου μυστηρίου το μυστήριο, οι δυο συμπέθεροι είχαν ήδη αρπάξει το μικρόφωνο κι εξέπεμπαν δελτίο έκτακτο θυελλωδών ανέμων.
Μέσα σε λίγη ώρα το γαμάδικο είχε σχεδόν εκκενωθεί κι από τους καλεσμένους μονάχα εγώ και άλλοι τέσσερις –ανάμεσά τους και η παλιά μου γκόμενα, που λέγαμε- είχαμε απομείνει. Όλοι μας συνεχίσαμε να πίνουμε αγόγγυστα, για άλλο λόγο πιστεύω ο καθένας, μέχρι που τελικά κάποια στιγμή ξημέρωσε και το προσωπικό μας πέταξε στο δρόμο. Το φως του ήλιου, που σαδιστικά ανέτειλε, μας έστειλε μια ώρα αρχύτερα στα σπίτια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου