σκηνή 1η: ημέρα, εξωτερικό (στάση λεωφορείου)
Ο Μιχάλης, γύρω στα 40, και η Αργυρώ, μαθήτρια γυμνασίου, περιμένουν κάτω από το υπόστεγο της στάσης του αστικού λεωφορείου. Η Αργυρώ κάθεται στο παγκάκι. Φοράει φούστα ως το γόνατο και ψηλές κάλτσες. Έχει σχολική τσάντα στην πλάτη της. Κουνιέται μπρος-πίσω ρυθμικά, σα να ακούει κάποιο τραγούδι. Μασάει τσίχλα. Ο Μιχάλης αλλάζει διαρκώς θέσεις κάτω από το υπόστεγο. Κοιτάζει την Αργυρώ και φαίνεται νευρικός αμήχανος. Έχει μαζί του ένα χαρτοφύλακα που άλλοτε τον κρατάει και άλλοτε τον ακουμπάει δίπλα του. Είναι άνοιξη και νωρίς το πρωί. Ο δρόμος είναι σχεδόν έρημος από ανθρώπους και τα διερχόμενα οχήματα είναι ελάχιστα. Η Αργυρώ γυρίζει ξαφνικά και κοιτάζει τον Μιχάλη. Το βλέμμα της κατεβαίνει από το πρόσωπο στην κοιλιά του. Ο Μιχάλης κοιτάζει εκεί που κοιτά η Αργυρώ και βλέπει πως ένα κουμπί από το πουκάμισό του έχει φύγει. Σηκώνει το χαρτοφύλακά του και τον αγκαλιάζει σχεδόν, κρύβοντας έτσι την κοιλιά του. Η Αργυρώ τον κοιτάζει στα μάτια. Κάνει μια φούσκα με την τσίχλα της και γυρίζει το βλέμμα της αλλού. Ο Μιχάλης κάθεται δίπλα της.
Η Αργυρώ γυρίζει, τον κοιτάζει ξανά και αμέσως αποστρέφει με αδιαφορία το βλέμμα της. Ο Μιχάλης ακουμπάει ξανά δίπλα του το χαρτοφύλακα.
Η Αργυρώ ξαναγυρίζει. Κάνει άλλη μια φούσκα και μένει να κοιτάζει τον Μιχάλη απαθής.
Σηκώνονται και οι δύο. Ο Μιχάλης σηκώνει το χαρτοφύλακα, τον ανοίγει πολύ βιαστικά και βγάζει έναν χοντρό φάκελο από μέσα.
Το λεωφορείο σταματάει ακριβώς μπροστά τους. Η Αργυρώ κάνει να μπει, αλλά κοντοστέκεται μπροστά στην πόρτα. Ο οδηγός τους κοιτάζει με απορία. Ο Μιχάλης δε φαίνεται να θέλει να ανέβει. Η Αργυρώ σπρώχνει το φάκελο πίσω και χαμογελάει.
Η Αργυρώ μπαίνει στο λεωφορείο. Η πόρτα κλείνει ξανά και το λεωφορείο ξεκινάει. Ο Μιχάλης κοιτάζει την Αργυρώ που κάθεται δίπλα στο παράθυρο. Η Αργυρώ γελάει και του δείχνει την κοιλιά του. Ο Μιχάλης βλέπει και πάλι το κουμπί από το πουκάμισο που λείπει και βάζει αμήχανα μπροστά του το χοντρό φάκελο για να το κρύψει.
Ο Μιχάλης, γύρω στα 40, και η Αργυρώ, μαθήτρια γυμνασίου, περιμένουν κάτω από το υπόστεγο της στάσης του αστικού λεωφορείου. Η Αργυρώ κάθεται στο παγκάκι. Φοράει φούστα ως το γόνατο και ψηλές κάλτσες. Έχει σχολική τσάντα στην πλάτη της. Κουνιέται μπρος-πίσω ρυθμικά, σα να ακούει κάποιο τραγούδι. Μασάει τσίχλα. Ο Μιχάλης αλλάζει διαρκώς θέσεις κάτω από το υπόστεγο. Κοιτάζει την Αργυρώ και φαίνεται νευρικός αμήχανος. Έχει μαζί του ένα χαρτοφύλακα που άλλοτε τον κρατάει και άλλοτε τον ακουμπάει δίπλα του. Είναι άνοιξη και νωρίς το πρωί. Ο δρόμος είναι σχεδόν έρημος από ανθρώπους και τα διερχόμενα οχήματα είναι ελάχιστα. Η Αργυρώ γυρίζει ξαφνικά και κοιτάζει τον Μιχάλη. Το βλέμμα της κατεβαίνει από το πρόσωπο στην κοιλιά του. Ο Μιχάλης κοιτάζει εκεί που κοιτά η Αργυρώ και βλέπει πως ένα κουμπί από το πουκάμισό του έχει φύγει. Σηκώνει το χαρτοφύλακά του και τον αγκαλιάζει σχεδόν, κρύβοντας έτσι την κοιλιά του. Η Αργυρώ τον κοιτάζει στα μάτια. Κάνει μια φούσκα με την τσίχλα της και γυρίζει το βλέμμα της αλλού. Ο Μιχάλης κάθεται δίπλα της.
Μιχάλης
Καλημέρα!
Η Αργυρώ γυρίζει, τον κοιτάζει ξανά και αμέσως αποστρέφει με αδιαφορία το βλέμμα της. Ο Μιχάλης ακουμπάει ξανά δίπλα του το χαρτοφύλακα.
Μιχάλης
Καλά;
Μιχάλης
Άργησε, ε; Έχουν γίνει και οι συγκοινωνίες με όλες αυτές τις νέες ρυθμίσεις… άσε! Καλύτερα ήμασταν πριν…
Έχεις αργήσει κι εσύ, ε; (…) Εδώ κοντά μένεις;
Ε… εγώ εδώ… λίγο παρακάτω… στην πλατεία.
Αργυρώ
Κι εγώ στην πλατεία.
Μιχάλης
Α! Είδες! Και το ‘λεγα… κάπου σε έχω ξαναδεί.
Αργυρώ
Στην ίδια πολυκατοικία μένουμε.
Μιχάλης
Έλα; Σοβαρά; Για κοίτα… αποξένωση, ε;
Είμαστε γείτονες και δε γνωριζόμαστε… Έχουν γίνει και οι ανθρώπινες σχέσεις… άσε!
Καλύτερα ήμασταν πριν…
Αργυρώ
Πότε πριν;
Μιχάλης
Πριν… που… Πω, πω! Άργησε πολύ το γαμημένο!
Όταν βιάζεσαι, ποτέ δεν είναι στην ώρα του, ε;
Κι εγώ, μη νομίζεις, θα έπαιρνα το αυτοκίνητο, αλλά είπα να περπατήσω λίγο σήμερα…
Έχει και ωραία μέρα, ε;
Αργυρώ
Δε σας το πήρε ο γερανός το αυτοκίνητο;
Μιχάλης
Ε; Ο… γερανός, ναι.
Το πήρε για να το πάει στο συνεργείο…
για να το φτιάξουν.
Αργυρώ
Κι εσείς φωνάζατε, όταν σας το έπαιρνε.
Ότι για λίγο το αφήσατε πάνω στην πλατεία.
Και μόνο να σας τα παίρνουν ξέρουνε και τέτοια…
Μιχάλης
Ε… ναι. Σε ποια τάξη πας, Αργυρούλα;
Αργυρώ
Τι;
Μιχάλης
Στο σχολείο λέω, σε ποια τάξη πας;
Αργυρώ
Ξέρετε το όνομά μου;
Μιχάλης
Ναι, βέβαια… το ξέρω!
Ε… δηλαδή έχω ακούσει τη μαμά σου να σε φωνάζει.
Η μαμά σου… Να! Είδες; Σε θυμήθηκα κι εγώ τώρα.
Στον δεύτερο δε μένετε; Σας θυμήθηκα καλά τώρα… ναι.
(…) Αχ, Αργυρούλα, συγχώρεσέ με!
Θέλω να σου πω… να σου… Θέλω να σου δώσω κάτι, κορίτσι μου… Μην τρομάξεις! Σε παρακαλώ… Δεν είναι…
Αργυρώ
Τι, κύριε Μιχάλη;
Μιχάλης
Α! Ξέρεις κι εσύ το όνομά μου… για κοίτα!
Αργυρώ
Το ξέρω. Ήσασταν ο παιδικός έρωτας της μαμάς.
Μιχάλης
Ε… τι; Ναι… ήμασταν με τη μαμά σου…
Αργυρώ
Μου τα έχει πει η μαμά. Μου τα είπε, όταν ήρθατε στην πολυκατοικία πέρυσι.
Μιχάλης
Αλήθεια; Τι σου είπε;
Αργυρώ
Δε σας λέω! Α! Το λεωφορείο!
Σηκώνονται και οι δύο. Ο Μιχάλης σηκώνει το χαρτοφύλακα, τον ανοίγει πολύ βιαστικά και βγάζει έναν χοντρό φάκελο από μέσα.
Μιχάλης
Στάσου, κορίτσι μου! Για τη μαμά σου ήθελα να σου πω…
Αυτό είναι για τη μαμά σου… για τα γενέθλιά της.
Θα το ‘ριχνα κάτω από την πόρτα σας, αλλά δε χωράει.
Θα της το δώσεις, σε παρακαλώ;
Είναι αύριο… τα γενέθλια…
Το λεωφορείο σταματάει ακριβώς μπροστά τους. Η Αργυρώ κάνει να μπει, αλλά κοντοστέκεται μπροστά στην πόρτα. Ο οδηγός τους κοιτάζει με απορία. Ο Μιχάλης δε φαίνεται να θέλει να ανέβει. Η Αργυρώ σπρώχνει το φάκελο πίσω και χαμογελάει.
Αργυρώ
Να της τον δώσετε εσείς, κύριε Μιχάλη!
Ελάτε αύριο σπίτι, να της το δώσετε!
Δε θα κάνουμε πάρτυ, αλλά…
Ξέρετε από τότε που ο μπαμπάς… δε γιορτάζουμε.
Αλλά να έρθετε αύριο, να της το δώσετε εσείς!
Οδηγός
Άντε, κοπελιά!
Αργυρώ
Ελάτε αύριο! Θα χαρεί…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου