Συμφωνήσαμε – με την αόρατο αρχή της νέας αυτής διαδικτυακής απόπειρας - να συμμετάσχει η ταπεινότητα μου σε αυτήν, γράφοντας κάτι που να μοιάζει με βιβλιοπαρουσίαση, κριτική ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Όταν στη συνέχεια έμαθα πως η κεντρική θεματική του πρώτου τεύχους θα είναι η πορνογραφία, θυμήθηκα που ήθελα την άνοιξη να μιλήσω για τις «Παρθενικές» του Maurice Pons (Άγρα, 2008) στο Bookmarks, μα δυστυχώς δεν πρόλαβα. Ωστόσο, επειδή, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους συντελεστές, που είναι νέα παιδιά και εξελιγμένα είδη, εγώ είμαι μάλλον παλαιάς τεχνολογίας, άνθρωπος αναλογικός, και δε μπορώ να καταγίνομαι με πάνω από δύο πράγματα ταυτόχρονα, αποφάσισα να τους τη σκάσω. Και αφού για το ένα από αυτά που τελευταία με απασχολούν εξακολουθώ να αρνούμαι να μιλώ και τον τελευταίο καιρό διστάζω να απαντήσω ακόμα και στα τηλέφωνα που κρίνω ως επικίνδυνα, θα σας πω δυο λόγια για το άλλο.
Βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη και γράφω στον φορητό ενός φίλου, που έχει την καλοσύνη, για ακόμα μια φορά, να με φιλοξενεί και να με ανέχεται, ενώ και οι δυο μας περιμένουμε να πάει η ώρα εννιάμισι για να παρακολουθήσουμε παρέα τον μικρό τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, όπου μάλλον η Γερμανία θα επικρατήσει της Ουρουγουάης, αν και κατά βάθος πολύ θα ήθελα να συμβεί το αντίθετο. Στο μεταξύ έχω μόλις ολοκληρώσει το διάβασμα ενός τούρκικου αστυνομικού μυθιστορήματος, που κουβάλησα μαζί μου στο ταξίδι. Με το βιβλίο αυτό και σχεδόν με τη λήξη του Μουντιάλ, έκλεισα μια αναγνωστική ενότητα, από αυτές που μου αρέσει τόσο πολύ να φτιάχνω, μα που σπανίως τολμώ να τις αποκαλύπτω, φοβούμενος μη χαρακτηριστώ μονομανής και ανισόρροπος.
Στα βιβλία που περιλάμβανε αυτό το παραμουντιαλικό μου αφιέρωμα και τα οποία έχουν φυσικά να κάνουν με τη μπάλα, θα αναφερθώ εν προκειμένου, καλύπτοντας την μη συμμόρφωσή μου προς τις υποδείξεις και τις οδηγίες της διεύθυνσης με το φαιδρό – μάλλον - επιχείρημα πως και το ποδόσφαιρο, όπως ακριβώς και η πορνογραφία, πηγάζουν από την ίδια δεξαμενή ενδιαφέροντος της ίδιας pop κουλτούρας και ανακυκλώνοντας διαρκώς τις εναπομείνασες κοινωνικά αποδεκτές μορφές βίας, αναδεικνύουν τα αριστουργήματά τους εκεί ακριβώς όπου οι φίλαθλοι και των δύο αυτών ειδών ελάχιστα τα περιμένουν. Ιδού, λοιπόν, τι διάβασα το μήνα αυτό που πέρασε, όταν δεν έβλεπα τα ματς και όταν δεν κολλούσα τα αυτοκόλλητα στο άλμπουμ της Panini:
bir: «Από τις Κερκίδες στα Χαρακώματα», του Ivan Čolović (Ισνάφι, 2007): Η ιστορία της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας μέσα από την αντανάκλαση των εθνικιστικών παθών στις σελίδες του αθλητικού τύπου. Μια πολιτικά ανθρωπολογική προσέγγιση του παιχνιδιού ως συνέχειας του πολέμου με άλλα μέσα που «αντιπροσωπεύουν ένα σύνολο αξιών που στην ουσία τους βρίσκονται στον αντίποδα της ανθρώπινης φύσης και εξυμνούν τις δυνάμεις που υπονομεύουν την ασφάλεια του ανθρώπινου κόσμου».
iki: «Ποδόσφαιρο: Σύμβολα, Αξίες, Φίλαθλοι», του Christian Bromberger (Βιβλιόραμα, 2007): Βιβλίο-σημείο αναφοράς για τους περισσότερους μελετητές του σκληρού και μαγικού κόσμου των γηπέδων. Ο φημισμένος Γάλλος εθνολόγος, μέσα από μια συγκριτική ανάλυση των φίλαθλων συμπεριφορών σε τρεις χώρες (Γαλλία, Ιταλία και Ιράν), αναδεικνύει το ρόλο του ποδοσφαίρου τόσο ως «οπίου του λαού» όσο και ως «παραδειγματικού δράματος».
üç: «Ανατομία των Ποδοσφαιρικών Παθών», των Παντελή Κυπριανού και Μανώλη Χουμεριανού (Διόνικος, 2009): Η κοινωνική ιστορία του παιχνιδιού στον καθ’ ημάς μικρόκοσμο. Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα αυστηρό επιστημονικό σύγγραμμα, στο οποίο, ωστόσο, αν παρακάμψει κανείς την ενδεχομένως κουραστική παράθεση των ερευνητικών δαιδάλων, θα μπορέσει να αντλήσει πολύτιμα συμπεράσματα για το ζώο που κρύβει – όχι και τόσο καλά - μέσα του. Κυρίως στα σημεία, όπου οι δύο καθηγητές δε διστάζουν να δώσουν το λόγο στους αφανείς αντιήρωες της εξέδρας.
dört: «Το Τελευταίο Παιχνίδι», του Jason Cowley (Τόπος, 2010): Συγκλονιστικό! Ο υπότιτλος (αγάπη, θάνατος, ποδόσφαιρο) τα λέει όλα: Ένα ρέκβιεμ για μια ολόκληρη εποχή, σε μετάφραση του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου, του σπουδαιότερου πνευματικού ανθρώπου που έχει αναδείξει η εγχώρια αθλητική δημοσιογραφία τα τελευταία χρόνια. (Ο παλιός μου εκδοτικός οίκος φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη σημασία στο θέμα του ποδοσφαίρου, αφού ήδη έχει συνθέσει ειδική ενότητα προτάσεων με ενδιαφέρουσες κατά κανόνα επιλογές. Στη συγκεκριμένη θα επανέλθω αναλυτικότερα.)
beş: «Αρχίζει το Ματς. Το Ποδόσφαιρο στη Λογοτεχνία», σε επιμέλεια του Γιάννη Η. Παππά (Μεταίχμιο, 2010): Το βιβλίο αυτό - μια συλλογή ποιητικών και πεζογραφικών ύμνων για τη μπάλα - είναι μία ακόμα εκδοτική αρπαχτή, από αυτές που βγαίνουν κάθε τέσσερα χρόνια για να γεμίσουν τα σχετικά αφιερώματα των βιβλιοφιλικών ενθέτων των εφημερίδων και τις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Ανάμεσα στα ανθολογούμενα κομμάτια κρύβονται αρκετά αριστουργήματα, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο παρατίθενται κάνει την ανθολογία να μοιάζει με τηλεφωνικό κατάλογο.
altı: «Παιχνίδι χωρίς Όρια», του Χρήστου Σωτηρακόπουλου (Τόπος, 2008): Η εν λόγω συλλογή αφηγήσεων του γνωστού ξερόλα δημοσιογράφου μου χάρισε μερικές στιγμές μοναδικής αναγνωστικής απόλαυσης και μου αναγέννησε την παλιά μου επιθυμία να ταξιδέψω προκειμένου να δω από κοντά μια μεγάλη διοργάνωση: «Γνώρισε τους ντόπιους, πιες ένα ποτό, συζήτησε με μερικούς Βραζιλιάνους, μίλα με κάποιους Ιταλούς, γκρίνιαξε για το διαιτητή, μίλα με Σκανδιναβούς, φάε, και επέστρεψε ταπί και ψύχραιμος στην πατρίδα σου».
yedi: «Ποδόσφαιρο. Μια Συγκινησιακή Πανούκλα», των Brohm Jean-Marie και Perelman Marc (Μαύρη Λίστα, 1999): Ένα υποδειγματικό αμπελοφιλοσοφικό δοκίμιο. Εκνευρίστηκα λίγο διαβάζοντάς το, αν και έχει πολύ πλάκα να βλέπεις διανοούμενους να κατηγορούν τη μπάλα για πάσα νόσο και πάσα μαλακία, χωρίς να αποφεύγουν, ωστόσο, να χρησιμοποιούν τη ρητορική της κερκίδας για να υποτιμήσουν τους αντιπάλους τους.
sekiz: «Σημειώσεις στο Ημίχρονο», του Ηλία Καφάογλου (Ύψιλον 2010): Μια συλλογή κειμένων του συγγραφέα του εξαιρετικού «Αυτοκίνητου Κόσμου» (Ύψιλον, 2009), ο οποίος για ακόμα μια φορά φαίνεται να αναζητά φανατικά στην κουλτούρα του μαζικού πολιτισμού τα high lights που δεν πρόκειται να μας δείξουνε ποτέ οι διαφημιστικές σαπουνόφουσκες των βραδινών δελτίων. Χάρηκα που είδα να κλείνει το βιβλίο του μιλώντας για τη μουτζούρα του Zinedine Zidane, υπενθυμίζοντάς μας, με τόλμη αλλά και τρυφερότητα, ένα θέμα που ένα ολόκληρο σύστημα έσπευσε να κρύψει κάτω από το χαλάκι.
dokuz: "Το Πτώμα με τα Ποδοσφαιρικά Παπούτσια", του Celil Oker (Καστανιώτης, 2008): Η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα ακόμα και για τους μη φίλους του αθλήματος. Ο ήρωας-ιδιωτικός αστυνομικός είναι εξαιρετικά γοητευτικός μες στη μιζέρια του. Αν έβαζαν και κάποιον άνθρωπο που να ξέρει δυο-τρία πράγματα για τη μπάλα να μεταφράσει το βιβλίο, θα αποφεύγαμε τούβλα σαν το «…με τα χέρια ανάμεσα στα σκέλια, σαν αμυντικός που έκανε φράγμα κόντρα σε ελεύθερη βολή…». Υποψιάζομαι ότι υπάρχει ένα γενικότερο θέμα με την εν λόγω μετάφραση, αφού το κείμενο στραβώνει σε αρκετά σημεία. Μπορεί όμως να είναι και η ιδέα μου. Άλλωστε, εγώ στα τούρκικα ούτε μέχρι το δέκα δεν ξέρω να μετράω.
Αυτά, για την ώρα…
Βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη και γράφω στον φορητό ενός φίλου, που έχει την καλοσύνη, για ακόμα μια φορά, να με φιλοξενεί και να με ανέχεται, ενώ και οι δυο μας περιμένουμε να πάει η ώρα εννιάμισι για να παρακολουθήσουμε παρέα τον μικρό τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, όπου μάλλον η Γερμανία θα επικρατήσει της Ουρουγουάης, αν και κατά βάθος πολύ θα ήθελα να συμβεί το αντίθετο. Στο μεταξύ έχω μόλις ολοκληρώσει το διάβασμα ενός τούρκικου αστυνομικού μυθιστορήματος, που κουβάλησα μαζί μου στο ταξίδι. Με το βιβλίο αυτό και σχεδόν με τη λήξη του Μουντιάλ, έκλεισα μια αναγνωστική ενότητα, από αυτές που μου αρέσει τόσο πολύ να φτιάχνω, μα που σπανίως τολμώ να τις αποκαλύπτω, φοβούμενος μη χαρακτηριστώ μονομανής και ανισόρροπος.
Στα βιβλία που περιλάμβανε αυτό το παραμουντιαλικό μου αφιέρωμα και τα οποία έχουν φυσικά να κάνουν με τη μπάλα, θα αναφερθώ εν προκειμένου, καλύπτοντας την μη συμμόρφωσή μου προς τις υποδείξεις και τις οδηγίες της διεύθυνσης με το φαιδρό – μάλλον - επιχείρημα πως και το ποδόσφαιρο, όπως ακριβώς και η πορνογραφία, πηγάζουν από την ίδια δεξαμενή ενδιαφέροντος της ίδιας pop κουλτούρας και ανακυκλώνοντας διαρκώς τις εναπομείνασες κοινωνικά αποδεκτές μορφές βίας, αναδεικνύουν τα αριστουργήματά τους εκεί ακριβώς όπου οι φίλαθλοι και των δύο αυτών ειδών ελάχιστα τα περιμένουν. Ιδού, λοιπόν, τι διάβασα το μήνα αυτό που πέρασε, όταν δεν έβλεπα τα ματς και όταν δεν κολλούσα τα αυτοκόλλητα στο άλμπουμ της Panini:
bir: «Από τις Κερκίδες στα Χαρακώματα», του Ivan Čolović (Ισνάφι, 2007): Η ιστορία της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας μέσα από την αντανάκλαση των εθνικιστικών παθών στις σελίδες του αθλητικού τύπου. Μια πολιτικά ανθρωπολογική προσέγγιση του παιχνιδιού ως συνέχειας του πολέμου με άλλα μέσα που «αντιπροσωπεύουν ένα σύνολο αξιών που στην ουσία τους βρίσκονται στον αντίποδα της ανθρώπινης φύσης και εξυμνούν τις δυνάμεις που υπονομεύουν την ασφάλεια του ανθρώπινου κόσμου».
iki: «Ποδόσφαιρο: Σύμβολα, Αξίες, Φίλαθλοι», του Christian Bromberger (Βιβλιόραμα, 2007): Βιβλίο-σημείο αναφοράς για τους περισσότερους μελετητές του σκληρού και μαγικού κόσμου των γηπέδων. Ο φημισμένος Γάλλος εθνολόγος, μέσα από μια συγκριτική ανάλυση των φίλαθλων συμπεριφορών σε τρεις χώρες (Γαλλία, Ιταλία και Ιράν), αναδεικνύει το ρόλο του ποδοσφαίρου τόσο ως «οπίου του λαού» όσο και ως «παραδειγματικού δράματος».
üç: «Ανατομία των Ποδοσφαιρικών Παθών», των Παντελή Κυπριανού και Μανώλη Χουμεριανού (Διόνικος, 2009): Η κοινωνική ιστορία του παιχνιδιού στον καθ’ ημάς μικρόκοσμο. Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα αυστηρό επιστημονικό σύγγραμμα, στο οποίο, ωστόσο, αν παρακάμψει κανείς την ενδεχομένως κουραστική παράθεση των ερευνητικών δαιδάλων, θα μπορέσει να αντλήσει πολύτιμα συμπεράσματα για το ζώο που κρύβει – όχι και τόσο καλά - μέσα του. Κυρίως στα σημεία, όπου οι δύο καθηγητές δε διστάζουν να δώσουν το λόγο στους αφανείς αντιήρωες της εξέδρας.
dört: «Το Τελευταίο Παιχνίδι», του Jason Cowley (Τόπος, 2010): Συγκλονιστικό! Ο υπότιτλος (αγάπη, θάνατος, ποδόσφαιρο) τα λέει όλα: Ένα ρέκβιεμ για μια ολόκληρη εποχή, σε μετάφραση του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου, του σπουδαιότερου πνευματικού ανθρώπου που έχει αναδείξει η εγχώρια αθλητική δημοσιογραφία τα τελευταία χρόνια. (Ο παλιός μου εκδοτικός οίκος φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη σημασία στο θέμα του ποδοσφαίρου, αφού ήδη έχει συνθέσει ειδική ενότητα προτάσεων με ενδιαφέρουσες κατά κανόνα επιλογές. Στη συγκεκριμένη θα επανέλθω αναλυτικότερα.)
beş: «Αρχίζει το Ματς. Το Ποδόσφαιρο στη Λογοτεχνία», σε επιμέλεια του Γιάννη Η. Παππά (Μεταίχμιο, 2010): Το βιβλίο αυτό - μια συλλογή ποιητικών και πεζογραφικών ύμνων για τη μπάλα - είναι μία ακόμα εκδοτική αρπαχτή, από αυτές που βγαίνουν κάθε τέσσερα χρόνια για να γεμίσουν τα σχετικά αφιερώματα των βιβλιοφιλικών ενθέτων των εφημερίδων και τις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Ανάμεσα στα ανθολογούμενα κομμάτια κρύβονται αρκετά αριστουργήματα, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο παρατίθενται κάνει την ανθολογία να μοιάζει με τηλεφωνικό κατάλογο.
altı: «Παιχνίδι χωρίς Όρια», του Χρήστου Σωτηρακόπουλου (Τόπος, 2008): Η εν λόγω συλλογή αφηγήσεων του γνωστού ξερόλα δημοσιογράφου μου χάρισε μερικές στιγμές μοναδικής αναγνωστικής απόλαυσης και μου αναγέννησε την παλιά μου επιθυμία να ταξιδέψω προκειμένου να δω από κοντά μια μεγάλη διοργάνωση: «Γνώρισε τους ντόπιους, πιες ένα ποτό, συζήτησε με μερικούς Βραζιλιάνους, μίλα με κάποιους Ιταλούς, γκρίνιαξε για το διαιτητή, μίλα με Σκανδιναβούς, φάε, και επέστρεψε ταπί και ψύχραιμος στην πατρίδα σου».
yedi: «Ποδόσφαιρο. Μια Συγκινησιακή Πανούκλα», των Brohm Jean-Marie και Perelman Marc (Μαύρη Λίστα, 1999): Ένα υποδειγματικό αμπελοφιλοσοφικό δοκίμιο. Εκνευρίστηκα λίγο διαβάζοντάς το, αν και έχει πολύ πλάκα να βλέπεις διανοούμενους να κατηγορούν τη μπάλα για πάσα νόσο και πάσα μαλακία, χωρίς να αποφεύγουν, ωστόσο, να χρησιμοποιούν τη ρητορική της κερκίδας για να υποτιμήσουν τους αντιπάλους τους.
sekiz: «Σημειώσεις στο Ημίχρονο», του Ηλία Καφάογλου (Ύψιλον 2010): Μια συλλογή κειμένων του συγγραφέα του εξαιρετικού «Αυτοκίνητου Κόσμου» (Ύψιλον, 2009), ο οποίος για ακόμα μια φορά φαίνεται να αναζητά φανατικά στην κουλτούρα του μαζικού πολιτισμού τα high lights που δεν πρόκειται να μας δείξουνε ποτέ οι διαφημιστικές σαπουνόφουσκες των βραδινών δελτίων. Χάρηκα που είδα να κλείνει το βιβλίο του μιλώντας για τη μουτζούρα του Zinedine Zidane, υπενθυμίζοντάς μας, με τόλμη αλλά και τρυφερότητα, ένα θέμα που ένα ολόκληρο σύστημα έσπευσε να κρύψει κάτω από το χαλάκι.
dokuz: "Το Πτώμα με τα Ποδοσφαιρικά Παπούτσια", του Celil Oker (Καστανιώτης, 2008): Η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα ακόμα και για τους μη φίλους του αθλήματος. Ο ήρωας-ιδιωτικός αστυνομικός είναι εξαιρετικά γοητευτικός μες στη μιζέρια του. Αν έβαζαν και κάποιον άνθρωπο που να ξέρει δυο-τρία πράγματα για τη μπάλα να μεταφράσει το βιβλίο, θα αποφεύγαμε τούβλα σαν το «…με τα χέρια ανάμεσα στα σκέλια, σαν αμυντικός που έκανε φράγμα κόντρα σε ελεύθερη βολή…». Υποψιάζομαι ότι υπάρχει ένα γενικότερο θέμα με την εν λόγω μετάφραση, αφού το κείμενο στραβώνει σε αρκετά σημεία. Μπορεί όμως να είναι και η ιδέα μου. Άλλωστε, εγώ στα τούρκικα ούτε μέχρι το δέκα δεν ξέρω να μετράω.
Αυτά, για την ώρα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου