Όλοι το ξέραν πως αυτό ήταν το τελευταίο καλοκαίρι.
Κάποιοι φροντίσαν από πριν να το περάσουν όμορφα με αυτούς που αγαπούσαν.
Άλλοι δοκίμασαν σε αυτούς για πρώτη κι ίσως για τελευταία τους φορά να δείξουν την αγάπη τους.
Και κάποιοι άλλοι λίγοι, έτσι για πλάκα, ζώντας -αν θα μπορούσε αυτό ζωή να ονομαστεί- τη φάση τους την ανεξήγητη -πως να τα εξηγήσουν στον εαυτό τους όλα αυτά την ώρα της συντέλειας;- εκεί στην τελευταία την πανσέληνο εκείνου του Αυγούστου, που ήδη ο κόσμος μετρούσε το χρόνο του ανάποδα και ήδη ο χρόνος τον κόσμο τον ανάποδο μετρούσε, εκείνη την κρίσιμη στιγμή τα πάντα απαρνήθηκαν.
Φιλεύσπλαχνος ο Αύγουστος για ακόμα μια φορά, κανόνισε από πριν στην τελευταία του παράσταση να παίξει δυο φεγγάρια, μα κάποιοι αυτό δεν τον κατάλαβαν.
Δεν την εκτίμησαν του μήνα την προνοητικότητα.
Δε θέλησαν να δούνε πέρα από τα μάτια τους.
Δε μπόρεσαν τα άλλα μάτια τα απέναντι ούτε να τα κοιτάξουν.
Μα κι αν τα μάτια συγχωρούν, οι μήνες εκδικιούνται.
Όχι αυτούς που δεν αγάπησαν, δεν είναι αυτή δουλειά τους, τους μήνες τέτοια θέματα δεν τους απασχολούνε, αλλά αυτούς τους άλλους, αυτούς που μέσα σε όλο αυτό το φως καθόλου δεν κοιτάξανε κι ακόμα περισσότερο εκείνους ειδικά που μέσα στο σκοτάδι τους νόμισαν πως είδαν.
Γιατί, είπαμε, καλός χρυσός ο Αύγουστος, μα η ρημάδα η συντέλεια θα γίνει το χειμώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου