Από το 2002,
οπότε και διορίστηκα ως δικηγόρος στο Πρωτοδικείο Βόλου, μέχρι σήμερα έχω
συμμετάσχει ως δικαστικός αντιπρόσωπος –ως αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής
που είναι και το πιο σωστό- έξι φορές σε εκλογικές αναμετρήσεις. Έχω πάρει
μέρος επίσης και ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στις εκλογές του 2010, αλλά
αυτό, προφανώς, είναι μια άλλη ιστορία.
Η πρώτη φορά
ήταν τον Οκτώβριο του 2002 σε δημοτικές-νομαρχιακές εκλογές. Είχα διοριστεί σε
ένα εκλογικό τμήμα σε κάποιο σχολείο της Νέας Ιωνίας, πολύ κοντά στο σπίτι μου.
Ουσιαστικά ήταν η πρώτη μου «επαγγελματική» δραστηριότητα ως δικηγόρος και τα
λεφτά της «ειδικής» αποζημίωσης ήταν και τα πρώτα μου σοβαρά έσοδα από τη
δουλειά. Οι αναμνήσεις μου από αυτήν την τόσο μακρινή πλέον ιστορία, αν και
ελάχιστες, είναι μάλλον θετικές και ευχάριστες. Αν και ήμουν αγχωμένος και
φοβόμουν απίστευτα πως όλο και κάτι θα μου ξέφευγε και από μαλακία μου στο τέλος
θα νοθευόταν το αποτέλεσμα, θα ακυρωνόταν ολόκληρη η διαδικασία και θα έμενε
ολόκληρη η χώρα χωρίς τους εκλεγμένους τοπικούς της άρχοντες, εντούτοις με είχε
καταλάβει ένας τρελός ενθουσιασμός, απόλυτα πιστεύω εξηγήσιμος, αν και –το
ομολογώ- λίγο ανόητος και ίσως λίγο περισσότερο άνευ βαθύτερου νοήματος.
Επειδή,
λοιπόν, ήμουν πρωτάρης και αφελής, φρόντισα να συμβουλευτώ άλλους παλιότερους
συνάδελφους, και συγκεκριμένα εκείνους που μοιράζονταν το γραφείο με τον
δικηγόρο στον οποίο έκανα μέχρι και μόλις τέσσερις μήνες πριν την άσκησή μου
και ο οποίος ήταν μάλιστα και υποψήφιος με το συνδυασμό που κέρδισε τις εκλογές
στο Δήμο όπου βρίσκονταν το σπίτι μου και το εκλογικό μου τμήμα. Το ξέρω,
ακούγεται κάπως σαν διαπλοκή και σκάνδαλο, αλλά η πραγματικότητα είναι πως ο
Γιώργος από εμένα δεν πήρε παρά μόνο δυο σταυρούς, πράγμα που μάλλον δεν έκρινε
και τόσο το αποτέλεσμα. Ο ένας ο σταυρός ήταν στο ψηφοδέλτιο μου φυσικά, αφού
ως δικαστικός αντιπρόσωπος είχα δικαίωμα να ψηφίσω στο τμήμα, όπου ασκούσα τα
καθήκοντά μου. Ο δεύτερος ήταν στο ψηφοδέλτιο κάποιας αγράμματης γιαγιάς, με
την οποία μπήκα μαζί πίσω από το παραβάν για να τη βοηθήσω.
«Τι θέλετε να
ψηφίσετε για δήμαρχο;», τη ρώτησα.
«Το Φούσκη»,
μου απάντησε αυτή περήφανα.
«Μάλιστα.
Θέλετε να σταυρώσουμε και κάποιον υποψήφιο;»
«Τι να σου πω,
αγόρι μου; Αν ξέρεις κάποιο καλό παιδί ευγενικό, σαν και εσένα, βάλ’ του κι από
εμένα ένα σταυρό!»
Αυτή δεν ήταν και η μοναδική φορά, στις πρώτες μου εκείνες εκλογές, που χρειάστηκε να βοηθήσω κάποιον ψηφοφόρο να ασκήσει τα εκλογικά του δικαιώματα. Λίγο πριν κλείσουμε την κάλπη εμφανίστηκε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι πιασμένοι αγκαζέ. Ήταν κι οι δυο τους πολύ κομψοί σαν να πηγαίνανε επίσκεψη. Ωστόσο, υπήρχε κάτι στο βλέμμα και των δυο που από την αρχή με είχε λίγο προβληματίσει. Αφού ο σύζυγος έριξε την ψήφο του στην κάλπη, με πλησίασε και μου ψιθύρισε στο αυτί:
Αυτή δεν ήταν και η μοναδική φορά, στις πρώτες μου εκείνες εκλογές, που χρειάστηκε να βοηθήσω κάποιον ψηφοφόρο να ασκήσει τα εκλογικά του δικαιώματα. Λίγο πριν κλείσουμε την κάλπη εμφανίστηκε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι πιασμένοι αγκαζέ. Ήταν κι οι δυο τους πολύ κομψοί σαν να πηγαίνανε επίσκεψη. Ωστόσο, υπήρχε κάτι στο βλέμμα και των δυο που από την αρχή με είχε λίγο προβληματίσει. Αφού ο σύζυγος έριξε την ψήφο του στην κάλπη, με πλησίασε και μου ψιθύρισε στο αυτί:
«Συγνώμη, αλλά
μήπως μπορώ να μπω μαζί με τη γυναίκα μου. Ξέρετε είναι άρρωστη και δε μπορεί
μόνη της να ψηφίσει.»
«Λυπάμαι,
κύριε, αλλά αυτού του είδους τη βοήθεια μόνον εγώ μπορώ να την προσφέρω.»
«Μα, κύριε
αντιπρόσωπε…»
«Ο Νόμος,
κύριε, λυπάμαι…»
Και έτσι αφού
πήρα σχεδόν από το χέρι την κυρία, μπήκα για τρίτη φορά πίσω από το γαλάζιο παραβάν.
«Τι θέλετε να
ψηφίσετε για δήμαρχο;», τη ρώτησα.
Όμως αυτή ούτε
απάντηση μου έδωσε μα ούτε καν φάνηκε να νιώθει τι της λέω. Επανέλαβα την
ερώτηση μου άλλες δυο φορές χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Τα μάτια της με κοιτούσαν
αφηρημένα και αδειανά χωρίς να μου υπόσχονται καμιάς μορφής αντίδραση. Τράβηξα
την κουρτίνα και φώναξα κοντά το σύζυγό της. Αυτός με ένα ύφος μάλλον
απολογητικό και φέρνοντας το δάχτυλο κοντά στο φαλακρό κεφάλι του, μου εξήγησε:
«Το μυαλό της,
παιδί μου. Το μυαλό της…»
Έκλεισα το
παραβάν ξανά κι αφού για λίγο κοιταχτήκαμε, σιωπηλοί και οι δυο μας ετούτη τη
φορά, διάλεξα το λευκό, το δίπλωσα και το έβαλα στο φάκελο. Θα έπαιρνα όρκο πως
για μια στιγμή την είδα να μου χαμογελάει επιδοκιμαστικά, αλλά μπορεί και να
μου φάνηκε.
Οι εκλογές
εκείνες, όπως άλλωστε συνηθίζεται, διεξήχθησαν σε δύο συνεχόμενες Κυριακές,
στις 13 και 20 Οκτωβρίου. Δυο φίλοι μου, ο Κωστής και ο Σπύρος, δουλέψανε μαζί
μου ως γραμματείς της εφορευτικής επιτροπής μοιράζοντας τις Κυριακές και τη συμβολική
αμοιβή του γραμματέα. Ο ένας γκρίνιαξε λιγάκι, όταν συνειδητοποίησε πως πήρε με
τον άλλον τα ίδια ακριβώς λεφτά, αν και η δουλειά της επαναληπτικής ήταν σαφώς
πολύ λιγότερη. Πάντως κι οι δυο τους ήταν τυπικοί και αλάνθαστοι και τελικά με
εκπλήξανε ευχάριστα με την εργατικότητά τους.
Στις πρώτες
μου εκείνες εκλογές είχα φορέσει το μαύρο μου κουστούμι που είχα αγοράσει δύο
χρόνια πριν για την ορκωμοσία μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου