Το καλοκαίρι εκείνο το πέρασα στο σπίτι σου. Το σπίτι αυτό, στον
Φιλοπάππου, το είχα βάλει στο μάτι από καιρό. Από το βράδυ εκείνο της
σφαγής. Σίγουρα το θυμάσαι. Περάσαμε μια βόλτα από το Σύνταγμα. Ή
μάλλον όχι, εσύ ήδη βρισκόσουνα εκεί – εγώ ήμουν ο περαστικός. Τότε
ετοιμαζόμουνα να φύγω στη Μαδρίτη. «Τι πας να κάνεις πάλι εκεί;» με
ρώτησες. «Δε βλέπεις; Εδώ όλα συμβαίνουν.» Είχαμε σίγουρα μια αίσθηση 20
πολύ στ’ αλήθεια διαφορετική του τι «συμβάν» σημαίνει. Σήμερα, πλέον
μπορώ να πω με βεβαιότητα. Για να συμβεί το οτιδήποτε, ακόμα και αν
μιλάμε για γεγονότα κοσμοϊστορικά, ακόμα και για τη γαμημένη συντέλεια
του κόσμου, πρέπει να βρίσκομαι εκεί. Αν όχι να είμαι εγώ αυτός που
προκαλεί την κατά τα άλλα αναπόφευκτη εξέλιξη, τουλάχιστον το πλάνο να
με περιλαμβάνει. Εκείνο το βράδυ ήμουν εκεί. Και ήσουν κι εσύ επίσης. Μου
ζήτησες να σε συνοδεύσω ως το σπίτι σου. Ακόμα δεν ήξερα που μένεις. Είχα
αφήσει στη Δάφνη το αυτοκίνητο. Κατέβηκα στο κέντρο με τα πόδια. Καθ’
όλη τη διάρκεια του μακελειού εγώ δεν πήρα θέση. Τολμώ να πω πως ίσως
και να με διασκέδαζε, αν δεν έπρεπε την ίδια ώρα να έχω το νου μου και σε
σένα. Σε εκείνα τα δερμάτινα σανδάλια σου. Στο πράσινο κοντό σου φόρεμα.
Στους μαυρισμένους σου μηρούς. Στα χείλη σου που γύρευαν να μάθουν. «Τι
πας να κάνεις πάλι εκεί;» με ρώτησες όταν αρχίσαμε προς το Θησείο να
κατηφορίζουμε. «Δε βλέπεις; Εδώ είναι η Μαδρίτη σου. Και το Παρίσι σου
εδώ. Το Κάιρο, η Λίμα, το Δελχί. Ολόκληρος ο κόσμος. Και να σου πω και κάτι;
Εδώ είναι το σπίτι μου. Το σπίτι όπου από τη μοίρα είναι γραφτό αυτό το
καλοκαίρι να περάσεις.» Ποια μοίρα; Τι σχέση έχει η μοίρα με όλα αυτά; Τη
μοίρα μου τη σκότωσα στο Βόλο χθες το βράδυ. Την έδεσα πίσω από το
αμάξι μου. Την έσυρα σε όλη τη διαδρομή. Την έφερα εδώ, ταπεινωμένη,
μπροστά στα τείχη της Τροίας, της Ιεριχούς. Για ποια καριόλα μοίρα τώρα
μου μιλάς; Καλά, εφημερίδες δε διαβάζεις;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου