Όταν ο Arthur o Rimbaud ζούσε μια εποχή στις Βρυξέλλες κωλοβαρώντας στη Boulevard du Régent, πριν η παρ’ ολίγον μοιραία σφαίρα του Verlaine τον στείλει στο νοσοκομείο του Saint Jean, όπου σήμερα κάποιοι μετανάστες Έλληνες γιατροί κάνουν την ειδικότητά τους, οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια των Παρισίων και των άλλων ευρωπαϊκών μητροπόλεων είχαν ήδη γεμίσει από επιγόνους του Charles του Baudelaire, που είχαν πάρει τόσο στα σοβαρά την ποιητική του πλάνη και την πεπλανημένη ποίησή του, ώστε να αναγάγουν το flâneurie σε μορφή τέχνης.
Κατά την τελευταία μου πολυήμερη επίσκεψη στη βελγική πρωτεύουσα, απαρνήθηκα τον άκρως τιμητικό τίτλο του flâneur που μου απέδωσε, υποστηρίζοντας ότι δεν είμαι παρά ένα χασαπόσκυλο. Μόνο που εγώ, έχοντας την πολυτέλεια να έχω λησμονήσει πια, ως είδος, το τροφοσυλλεκτικό μου παρελθόν, αντί να επιζητώ με αγωνία την εύνοια και την ελεημοσύνη των μακελάρηδων, αναζητώ με πείσμα και με μέθοδο άλλου είδους απολαύσεις και ηδονές, περιπλανώμενος στις οδικές αρτηρίες και τις κοινωνικές φλέβες των μεγαλουπόλεων.
Δεν ξέρω αν αυτού του είδους η άσκοπη κατά τα άλλα περιπλάνηση αποτελεί τέχνη μέσα σε έναν κόσμο που σπαράσσεται. Δεν είμαι καν σίγουρος αν το να ακούς αυτόν τον σπαραγμό του κόσμου και να τον αναπαραγάγεις έντεχνα μπορεί πλέον να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Και δεν έχω ιδέα ειλικρινά αν σήμερα, με τόσο κόσμο να έχει πάρει τους δρόμους κυριολεκτικά, μπορεί να ξεχωρίσουν οι μεταφορές του δρομομανούς μπωντλερικού flâneur ή και του ίδιου του Baudelaire ανάμεσά του.
Ως χασαπόσκυλο, το μόνο που μπορώ να κάνω πια με δίχως τύψεις και ίσως με θράσος και αφέλεια είναι να διασκεδάζω κοιτώντας τα άλλα συμπαθή τετράποδα, την ώρα που περιστρέφονται περί τον άξονά τους κυνηγώντας των αθεράπευτων εμμονών τους την ουρά. Το ξέρω, μπορεί κι αυτά να γελούν, να ξεκαρδίζονται μαζί μου. Μπορεί ο πλάνης ο πλανήτης μου να μοιάζει στα ασπρόμαυρά τους μάτια σταθερός. Και όμως, τριγυρίζει!
Κατά την τελευταία μου πολυήμερη επίσκεψη στη βελγική πρωτεύουσα, απαρνήθηκα τον άκρως τιμητικό τίτλο του flâneur που μου απέδωσε, υποστηρίζοντας ότι δεν είμαι παρά ένα χασαπόσκυλο. Μόνο που εγώ, έχοντας την πολυτέλεια να έχω λησμονήσει πια, ως είδος, το τροφοσυλλεκτικό μου παρελθόν, αντί να επιζητώ με αγωνία την εύνοια και την ελεημοσύνη των μακελάρηδων, αναζητώ με πείσμα και με μέθοδο άλλου είδους απολαύσεις και ηδονές, περιπλανώμενος στις οδικές αρτηρίες και τις κοινωνικές φλέβες των μεγαλουπόλεων.
Δεν ξέρω αν αυτού του είδους η άσκοπη κατά τα άλλα περιπλάνηση αποτελεί τέχνη μέσα σε έναν κόσμο που σπαράσσεται. Δεν είμαι καν σίγουρος αν το να ακούς αυτόν τον σπαραγμό του κόσμου και να τον αναπαραγάγεις έντεχνα μπορεί πλέον να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Και δεν έχω ιδέα ειλικρινά αν σήμερα, με τόσο κόσμο να έχει πάρει τους δρόμους κυριολεκτικά, μπορεί να ξεχωρίσουν οι μεταφορές του δρομομανούς μπωντλερικού flâneur ή και του ίδιου του Baudelaire ανάμεσά του.
Ως χασαπόσκυλο, το μόνο που μπορώ να κάνω πια με δίχως τύψεις και ίσως με θράσος και αφέλεια είναι να διασκεδάζω κοιτώντας τα άλλα συμπαθή τετράποδα, την ώρα που περιστρέφονται περί τον άξονά τους κυνηγώντας των αθεράπευτων εμμονών τους την ουρά. Το ξέρω, μπορεί κι αυτά να γελούν, να ξεκαρδίζονται μαζί μου. Μπορεί ο πλάνης ο πλανήτης μου να μοιάζει στα ασπρόμαυρά τους μάτια σταθερός. Και όμως, τριγυρίζει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου