Οι Σέρβοι και οι άλλοι: Αν και δίνει την εντύπωση πως είναι πολύ μεγαλύτερο, ο πληθυσμός της σέρβικης πρωτεύουσας απαριθμεί γύρω στους 1.800.000 κατοίκους. Λίγο η μητροπολιτική του ατμόσφαιρα, λίγο το ένδοξό του παρελθόν, το Βελιγράδι σε ξεγελάει γενικά και είναι στιγμές που σε κάνει να πιστεύεις πως βρίσκεσαι σε κάποια πολυεθνική και πολυπολιτισμική μεγάπολη της δύσης. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του είναι Σέρβοι, η παρουσία των ξένων είναι τόσο έντονη και τόσο συμμετοχική στην καθημερινή ζωή και δημιουργία, που ίσως και να μην είναι τόσο αφελής ο χαρακτηρισμός «Βερολίνο των Βαλκανίων». Οι πόλεμοι της δεκαετίας του ’90 είχαν ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί το σέρβικο στοιχείο της πόλης – οι άλλοι πρώην Γιουγκοσλάβοι αποχώρησαν διακριτικά από την πρωτεύουσα του ενιαίου κράτους τους, ενώ λιγότερο διακριτικά κατέφυγαν σε αυτό ως πρόσφυγες οι Σέρβοι που εκδιώχθηκαν από τις εστίες των πολέμων στις άλλες ομόσπονδες δημοκρατίες. Παρόλα αυτά, αν τους αθροίσεις, δεν είναι και λίγοι οι Κροάτες, Βόσνιοι, Σλοβένοι κ.λπ. που εξακολουθούν να ζουν εδώ και μάλιστα οι περισσότεροι από αυτούς δηλώνουν ακόμα επισήμως ως εθνικότητα πως είναι Γιουγκοσλάβοι. Και αυτό, όχι λόγω της περίφημης γιουγκοσταλγίας, που θα μας απασχολήσει σε άλλο κεφάλαιο, αλλά γιατί πολύ απλά θεωρούν ότι αυτή είναι η αληθινή ταυτότητά τους.
Ωστόσο, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του βελιγραδιώτικου πληθυσμιακού μωσαϊκού παραμένει η παρουσία των χιλιάδων Μεσοανατολιτών, Ινδών και Αφρικανών κ.λπ. που ήρθαν εδώ για να σπουδάσουν στα χρόνια που η Γιουγκοσλαβία αποτελούσε εκτός από πολιτικό και πνευματικό κέντρο στον κόσμο των Αδέσμευτων και γνώρισαν και ερωτεύτηκαν κάποια ακαταμάχητη Βελιγραδιώτισσα, με αποτέλεσμα να γίνουν βαλκανικότεροι των βαλκάνιων. Τα τέκνα αυτών των ερώτων αποτελούν ίσως και το ομορφότερο φυλετικό χαρμάνι της χερσονήσου μας.
Τίτο: Η τύχη τα έφερε έτσι που η πρωτεύουσα των Σέρβων να γνωρίσει τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας της και να γίνει γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο κάτω από τη διοίκηση ενός Κροάτη. Ο Josip Broz Tito/Јосип Броз Тито δεν ήταν μόνο ο ηγέτης που συνέδεσε τη ζωή του με την ιστορία του μορφώματος της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και ο άνθρωπος που κατέστησε το Βελιγράδι σημείο αναφοράς στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη. Για τρεις τουλάχιστον δεκαετίες η πόλη του Τίτο υπήρξε το ανεπίσημο πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο του κινήματος των Αδεσμεύτων και ως τέτοιο έπαιξε έναν ιδιόμορφο ρόλο στο παιχνίδι της διελκυστίνδας ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Ωστόσο, η συμβολή του «εύθυμου δικτάτορα» στη διαμόρφωση του ίδιου του Βελιγραδίου και την ανάδειξή του σε μία σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν είναι αμελητέα. Πέρα από το Νόβι Μπέογκραντ, που σε μεγάλο βαθμό, υπήρξε προσωπικό του όραμα, η ευτυχής αναδόμηση του ιστορικού κέντρου και o εξωστρεφής προσανατολισμός ολόκληρου του πολεοδομικού συγκροτήματος αποτέλεσαν μέρος ενός μεθοδικού κεντρικού σχεδιασμού, τα ίχνη του οποίου θα παραμένουν ορατά για πολλά χρόνια μετά το θάνατο τόσο του Τίτο όσο και της Γιουγκοσλαβίας. Πέρα από τα ανατολικοευρωπαϊκής –αλλά όχι μόνο- αισθητικής κτήρια και μνημεία που κατασκευάστηκαν από το ancien régime και σήμερα βρίσκονται διάσπαρτα παντού, η κατεξοχήν γειτονιά όπου ακόμα πλανιέται το φάντασμα ή έστω το πνεύμα του Τίτο είναι το Дедиње/Dedinje, το πιο high κομμάτι της πόλης, όπου τις βίλες των παλιών Γιουγκοσλάβων μεγαλογραφειοκρατών αντικατέστησαν οι βίλες των σημερινών Σέρβων πλουτοκρατών. Εκεί, πέρα από το υπερήφανο Μουσείο Γιουγκοσλαβικής Ιστορίας, από τη μπουτίκ του οποίου μπορείτε να αγοράσετε vintage κομμουνισμό υπό τη μορφή ωραιότατων σουβενίρ, υπάρχει και το παρακείμενο μαυσωλείο του Στρατάρχη, γνωστό και ως Σπίτι των Λουλουδιών (Kuća cvijeća/Кућа цвећа), ένας λιτός και απέριττος ναός της προσωπολατρίας.
Exit vs Guča: Το ίδιο το Βελιγράδι δεν φημίζεται για κάποιο ιδιαίτερο φεστιβάλ, ίσως επειδή η πόλη βρίσκεται σε καθεστώς γιορτής και πανηγύρεως ολόκληρο τον χρόνο. Ωστόσο τα δυο σημαντικότερα μουσικά υπερθεάματα που συμβαίνουν στη Σερβία χρεώνονται στην ίδια την πρωτεύουσα της, αν και, κακά τα ψέματα, απέχουν από αυτήν αρκετά. Αλλά κι εμείς, τις παραστάσεις στο θέατρο της Επιδαύρου Φεστιβάλ Αθηνών δεν τις λέμε; Κάπως έτσι λοιπόν 94 χιλιόμετρα βορείως και 174 νοτίως του Βελιγραδίου λαμβάνουν τόπο κάθε καλοκαίρι το Exit και το Guča Festival αντίστοιχα. Το μεν πρώτο, που γίνεται στο Нови Сад/Novi Sad, την ομορφότερη πόλη της Σερβίας, ξεκίνησε το 2000 ως μια εκδήλωση διαμαρτυρίας των φοιτητών κατά του Σλόμπονταν –ποιος τον θυμάται;- Μιλόσεβιτς για να αναδειχθεί μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία σε φεστιβάλ παγκόσμιου βεληνεκούς, όπου όλα τα αστέρια και τα πεφταστέρια της διεθνούς μουσικής βιομηχανίας έρχονται εδώ και κάνουν το κομμάτι τους. Το δεύτερο, με αρκετά μεγαλύτερη ιστορία, αποτελεί εξέλιξη του διαγωνισμού καλύτερης τρομπέτας της κωμοπόλεως Guča/Гуча και έχει πάρει τα τελευταία χρόνια διαστάσεις ανταμώματος των απανταχού χάλκινων και όχι μόνο, δημιουργώντας ίσως το διονυσιακότερο ηβέντ της γηραιάς ηπείρου – οι διοργανωτές του πολύ σεμνά και ταπεινά το ονομάζουνε Γούντστοκ των Βαλκανίων. Το γεγονός ότι οι Σέρβοι, αλλά και οι άλλοι πρώην Γιουγκοσλάβοι, αγκαλιάζουν εξίσου και τις δύο αυτές γιορτές φανερώνει, όχι μόνο το πάθος τους για τη μουσική, αλλά και την ισόποση αξία που δίνουν τόσο στην παράδοση όσο και στα σύγχρονα ρεύματα, πράγμα που εξάλλου αποδεικνύεται και από τη ζώσα μουσική παραγωγή, η οποία μας δίνει διαρκώς τις πιο ενδιαφέρουσες και ωραίες αναμείξεις.
Τίτο: Η τύχη τα έφερε έτσι που η πρωτεύουσα των Σέρβων να γνωρίσει τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας της και να γίνει γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο κάτω από τη διοίκηση ενός Κροάτη. Ο Josip Broz Tito/Јосип Броз Тито δεν ήταν μόνο ο ηγέτης που συνέδεσε τη ζωή του με την ιστορία του μορφώματος της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και ο άνθρωπος που κατέστησε το Βελιγράδι σημείο αναφοράς στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη. Για τρεις τουλάχιστον δεκαετίες η πόλη του Τίτο υπήρξε το ανεπίσημο πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο του κινήματος των Αδεσμεύτων και ως τέτοιο έπαιξε έναν ιδιόμορφο ρόλο στο παιχνίδι της διελκυστίνδας ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Ωστόσο, η συμβολή του «εύθυμου δικτάτορα» στη διαμόρφωση του ίδιου του Βελιγραδίου και την ανάδειξή του σε μία σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν είναι αμελητέα. Πέρα από το Νόβι Μπέογκραντ, που σε μεγάλο βαθμό, υπήρξε προσωπικό του όραμα, η ευτυχής αναδόμηση του ιστορικού κέντρου και o εξωστρεφής προσανατολισμός ολόκληρου του πολεοδομικού συγκροτήματος αποτέλεσαν μέρος ενός μεθοδικού κεντρικού σχεδιασμού, τα ίχνη του οποίου θα παραμένουν ορατά για πολλά χρόνια μετά το θάνατο τόσο του Τίτο όσο και της Γιουγκοσλαβίας. Πέρα από τα ανατολικοευρωπαϊκής –αλλά όχι μόνο- αισθητικής κτήρια και μνημεία που κατασκευάστηκαν από το ancien régime και σήμερα βρίσκονται διάσπαρτα παντού, η κατεξοχήν γειτονιά όπου ακόμα πλανιέται το φάντασμα ή έστω το πνεύμα του Τίτο είναι το Дедиње/Dedinje, το πιο high κομμάτι της πόλης, όπου τις βίλες των παλιών Γιουγκοσλάβων μεγαλογραφειοκρατών αντικατέστησαν οι βίλες των σημερινών Σέρβων πλουτοκρατών. Εκεί, πέρα από το υπερήφανο Μουσείο Γιουγκοσλαβικής Ιστορίας, από τη μπουτίκ του οποίου μπορείτε να αγοράσετε vintage κομμουνισμό υπό τη μορφή ωραιότατων σουβενίρ, υπάρχει και το παρακείμενο μαυσωλείο του Στρατάρχη, γνωστό και ως Σπίτι των Λουλουδιών (Kuća cvijeća/Кућа цвећа), ένας λιτός και απέριττος ναός της προσωπολατρίας.
Exit vs Guča: Το ίδιο το Βελιγράδι δεν φημίζεται για κάποιο ιδιαίτερο φεστιβάλ, ίσως επειδή η πόλη βρίσκεται σε καθεστώς γιορτής και πανηγύρεως ολόκληρο τον χρόνο. Ωστόσο τα δυο σημαντικότερα μουσικά υπερθεάματα που συμβαίνουν στη Σερβία χρεώνονται στην ίδια την πρωτεύουσα της, αν και, κακά τα ψέματα, απέχουν από αυτήν αρκετά. Αλλά κι εμείς, τις παραστάσεις στο θέατρο της Επιδαύρου Φεστιβάλ Αθηνών δεν τις λέμε; Κάπως έτσι λοιπόν 94 χιλιόμετρα βορείως και 174 νοτίως του Βελιγραδίου λαμβάνουν τόπο κάθε καλοκαίρι το Exit και το Guča Festival αντίστοιχα. Το μεν πρώτο, που γίνεται στο Нови Сад/Novi Sad, την ομορφότερη πόλη της Σερβίας, ξεκίνησε το 2000 ως μια εκδήλωση διαμαρτυρίας των φοιτητών κατά του Σλόμπονταν –ποιος τον θυμάται;- Μιλόσεβιτς για να αναδειχθεί μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία σε φεστιβάλ παγκόσμιου βεληνεκούς, όπου όλα τα αστέρια και τα πεφταστέρια της διεθνούς μουσικής βιομηχανίας έρχονται εδώ και κάνουν το κομμάτι τους. Το δεύτερο, με αρκετά μεγαλύτερη ιστορία, αποτελεί εξέλιξη του διαγωνισμού καλύτερης τρομπέτας της κωμοπόλεως Guča/Гуча και έχει πάρει τα τελευταία χρόνια διαστάσεις ανταμώματος των απανταχού χάλκινων και όχι μόνο, δημιουργώντας ίσως το διονυσιακότερο ηβέντ της γηραιάς ηπείρου – οι διοργανωτές του πολύ σεμνά και ταπεινά το ονομάζουνε Γούντστοκ των Βαλκανίων. Το γεγονός ότι οι Σέρβοι, αλλά και οι άλλοι πρώην Γιουγκοσλάβοι, αγκαλιάζουν εξίσου και τις δύο αυτές γιορτές φανερώνει, όχι μόνο το πάθος τους για τη μουσική, αλλά και την ισόποση αξία που δίνουν τόσο στην παράδοση όσο και στα σύγχρονα ρεύματα, πράγμα που εξάλλου αποδεικνύεται και από τη ζώσα μουσική παραγωγή, η οποία μας δίνει διαρκώς τις πιο ενδιαφέρουσες και ωραίες αναμείξεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου