εκεινη κουβαλαει μια τεραστια βαλιτσα χωρις ροδακια στον πεζοδρομο. αυτος πινει καφε κ διαβαζει κατι. περναει απο μπροστα του αγκομαχωντας. αμεσως παραταει διαβασμα κ καφε, σηκωνεται κ την ρωταει αν θελει βοηθεια. του χαμογελα. του δειχνει την πολυκατοικια απεναντι. του λεει οτι σχεδον εφτασε, αλλα, ναι, αν θα μπορουσε να τη βοηθησει στα σκαλια της εισοδου.. της αρπαζει τη βαλιτσα χωρις δευτερη κουβεντα. η προθυμια του δειχνει πως αν τον αφηνε θα σηκωνε στα χερια κ την ιδια. προχωρανε. εκεινη ψαχνει για τα κλειδια μεσα στην τσαντα της. φτανουν μπροστα στην εισοδο. εκεινη συνεχιζει να ψαχνει. ανεβαινουν τα σκαλια. εκεινη βγαζει μεσα απο την τσαντα ενα πακετο χαρτομαντηλα, ενα αποσμητικο, μια καρτα αναληψης μετρητων, εναν λογαριασμο της υδρευσης, μια βουρτσα, ενα ανοιχτηρι για κονσερβες, μια ονειροπαγιδα, εναν πυρηνικο αντιδραστηρα κ διαφορα αλλα απολυτως απαραιτητα, εκτος απο τα κλειδια της. "μα πού τα βαλει;" αναρωτιεται φωναχτα. ενω συνεχιζει τις ανασκαφες, αυτος ακουμπαει κατω τη βαλιτσα κ περιμενει στωικα. βασικα, θα μπορουσε κ να επιστρεψει στη θεση, αφου το χρεος του το εκανε. αλλα μηπως δεν ηταν κ τοσο ανιδιοτελης η προσφορα του; "ενταξει, μην σε κραταω αλλο.. θα τα βρω. σευχαριστω πολυ", του λεει κ του δινει το χερι της. "εγω μενω απεναντι", της απανταει αυτος, λες κ τον ρωτησε κανενας. "α, ναι;" του λεει εκεινη προσπαθωντας να διαχειριστει αυτην την απροσδοκητη πληροφορια, "εγω ηρθα για το σαββατοκυριακο". μετα απο κανενα διλεπτο σπαρακτικης αμηχανιας, η χειραψια τους λυνεται κ ο καθενας παιρνει τον δρομο του. παραδοξως, ξεχασαν να πουν τα ονοματα τους, αλλα με καποιον τροπο ειναι σαν να συστηθηκαν: αυτος, ο μενω-απεναντι κ εκεινη, η ηρθα-για-το-σαββατοκυριακο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου