Δεκέμβρης 2004. Αλλά καλύτερα, πριν συνεχίσω τις λογοτεχνικές ανασκαφές, νομίζω επιβάλλεται λίγη αρχαιολογία:
Στα δέκα χρόνια αυτά που προηγήθηκαν, συνέβησαν πολλά στη συναρπαστικά αδιάφορη ζωή μου. Είμαι περίπου σίγουρος πώς αν με κάποιον τρόπο, λέει, μαγικό μπορούσαν να συναντηθούν ο τωρινός μου εαυτός με εκείνον τον προ δεκαετίας, όχι μονάχα θα δυσκολεύονταν να αναγνωριστούν, μα ενδεχομένως να μισιόντουσαν παράφορα και ίσως και να πλακώνονταν στο ξύλο. Τα δέκα χρόνια αυτά όχι, δεν ήταν μία ειρηνική περίοδος. Υπήρξαν σίγουρα ξέγνοιαστες, χαζοχαρούμενες στιγμές, αλλά δεν ήταν παρά μικρές ανακωχές ανάμεσα σε παρατεταμένες μάχες. Σχηματικά μπορώ να πω πως έγιναν δύο μεγάλοι πόλεμοι, που άνετα μπορούν να χαρακτηριστούν παγκόσμιοι, αφού ολόκληρο τον κόσμο τον δικό μου συνταράξανε, όσο κι άφησαν τον κόσμο τον πραγματικό σώο κι ανεπηρέαστο. Ο Πρώτος Παγκόσμιός μου πόλεμος, λοιπόν, ξεκίνησε Σεπτέμβριο του 2004 και ολοκληρώθηκε τις πρώτες εβδομάδες του 2006. Θα μπορούσα για αυτόν να πω πολλά, που η ιστορία αυτή εδώ τώρα δεν επιτρέπει. Πάντως, θα έλεγα πως μοιάζει αρκετά με τον Παγκόσμιο τον Πρώτο τον κανονικό, κυρίως διότι εξελίχθηκε σε πόλεμο χαρακωμάτων και οδήγησε στην κατάρρευση μεγάλων αυτοκρατοριών. Ο Δεύτερος Παγκόσμιός μου πόλεμος κράτησε από το καλοκαίρι του 2012 μέχρι περίπου το Πάσχα του 2013. Κι αυτός έχει αρκετά κοινά με τον αντίστοιχο ιστορικό, αφού ξεκίνησε ως αστραπή, συμπεριέλαβε ένα ολόκληρο ολοκαύτωμα και έληξε με μία Χιροσίμα. Τα πεδία όπου έλαβαν χώρα αυτοί οι δυο μεγάλοι πόλεμοι ήταν πολλά και διάφορα, αλλά το βασικό σκέλος των επιχειρήσεων πραγματοποιήθηκε στη μείζονα περιοχή του Posh, όπου και ασφαλώς εν τέλει υπογράφτηκαν και οι δυο αντίστοιχες συνθήκες της ειρήνης. Αυτά, και επιφυλάσσομαι κάποια στιγμή να αναλύσω και να αναλυθώ για όσα ακατανόητα έγραψα παραπάνω. Οπότε, ας γυρίσουμε ξανά στον ενεστώτα τον ιστορικό της βασικής αφήγησης.
Δεκέμβριος του 2004. Ένα μόλις χρόνο μετά την έναρξη της λειτουργίας του και ήδη το Posh είναι σημείο αναφοράς όχι μονάχα για τη νυχτερινή ζωή της πόλης, αλλά και για ένα σωρό άλλα πράγματα που έχουνε να κάνουν με όλα αυτά που πάντα οι εγκλωβισμένοι της μίζερης –και εν προκειμένου ξιπασμένης- επαρχιώτικης ζωής επιχειρούν κάπως για να ξεφύγουν. Επειδή μαζί με μένα τους πρώτους μήνες από τους ντόπιους το σνόμπαραν πολλοί, ακόμα και αυτοί που κατά βάθος ίσως το επιθυμούσαν, οι ξένοι, εν προκειμένου οι φοιτητές, που το εκτίμησαν από την πρώτη ίσως στιγμή, απέκτησαν προβάδισμα και σύντομα το καθιέρωσαν ως στέκι τους. Οι φίλοι των ηλεκτρονικής σκηνής επίσης έσπευσαν να το συμπεριλάβουνε στις προτιμήσεις τους, αφού ακόμα, εκείνη την μακρινή την εποχή, τα μπαρ της πόλης διακρίνονταν κυρίως είτε σε καταθλιπτικά έντεχνα σκοτεινάδικα είτε σε χαρωπά ιλουστρασιόν βλαχομπαρόκ. Επίσης ήταν κι εκείνοι, της πόλης οι «μειονοτικοί», που επειδή ενδεχομένως αισθάνονταν παρείσακτοι στα μαγαζιά των άλλων, βρήκαν εκεί ένα φιλόξενο τοπίο, όπου μπορούσαν να αφομοιωθούν χωρίς να πρέπει να κρυφτούνε. Κοντά σε αυτούς ήρθαν να προστεθούν και όλοι αυτοί, που αν και δεν εμπνέονταν ούτε από τις μουσικές επιλογές ούτε από το παρακμιακό του σκηνικό, άρχισαν να πηγαίνουνε στο Posh, απλώς γιατί γουστάραν. Τέλος, κοντά σε όλους αυτούς, δεν άργησαν να προστεθεί σχεδόν το σύνολο των παλαβών ή έστω των εκκεντρικών της πόλης. Που και που, σκάνε και άλλοι ξέμπαρκοι που έχουν ακόμα την εντύπωση ότι μπορούν εδώ να βρουν κορίτσια για κονσομασιόν, μα πριν προλάβουν να απογοητευτούν από την αλλαγή διεύθυνσης, όλο και κάποια ανυπολόγιστη ζημιά θα κάνουν ή θα πάθουν.
Δευτέρα βράδυ. Παραμονές Χριστούγεννα. Η μίνιμαλ εορταστική διακόσμηση τα λέει, νομίζω, όλα. Άλλοι στολίζουν έλατο. Καράβι οι πιο παραδοσιακοί. Μόνο ο Χρήστος σκέφτηκε να κρεμάσει στη θαλασσία νάρκη του πολύχρωμα φωτάκια.
-Να σου πω, ρε. Αυτό το πράγμα εκεί πάνω σίγουρα είναι ακίνδυνο;
-Ναι ρε! Αφού, σου λέω, είναι παλιά. Από τους Περσικούς Πολέμους.
-Α, μάλιστα! Δεν το ήξερα. Είχαν οι Πέρσες νάρκες;
-Όχι οι Πέρσες, ρε χαζέ! Οι άλλοι, οι δικοί μας.
Δευτέρα βράδυ. Εγώ, όπως είπαμε, σε εμπόλεμη κατάσταση. Γύρω μου άμαχος, μα όχι και τόσο αθώος πληθυσμός, γλεντάει, διασκεδάζει. Αύριο φεύγω πάλι στο εξωτερικό. Και τόσο που έμεινα εδώ, πάλι καλά να λέτε. Τώρα όμως φεύγω και ξέρω ότι πίσω μου κάτι ίσως υπάρχει. Χρήστο, το νου σου, σε παρακαλώ, μην κλείσεις πριν γυρίσω.
Στα δέκα χρόνια αυτά που προηγήθηκαν, συνέβησαν πολλά στη συναρπαστικά αδιάφορη ζωή μου. Είμαι περίπου σίγουρος πώς αν με κάποιον τρόπο, λέει, μαγικό μπορούσαν να συναντηθούν ο τωρινός μου εαυτός με εκείνον τον προ δεκαετίας, όχι μονάχα θα δυσκολεύονταν να αναγνωριστούν, μα ενδεχομένως να μισιόντουσαν παράφορα και ίσως και να πλακώνονταν στο ξύλο. Τα δέκα χρόνια αυτά όχι, δεν ήταν μία ειρηνική περίοδος. Υπήρξαν σίγουρα ξέγνοιαστες, χαζοχαρούμενες στιγμές, αλλά δεν ήταν παρά μικρές ανακωχές ανάμεσα σε παρατεταμένες μάχες. Σχηματικά μπορώ να πω πως έγιναν δύο μεγάλοι πόλεμοι, που άνετα μπορούν να χαρακτηριστούν παγκόσμιοι, αφού ολόκληρο τον κόσμο τον δικό μου συνταράξανε, όσο κι άφησαν τον κόσμο τον πραγματικό σώο κι ανεπηρέαστο. Ο Πρώτος Παγκόσμιός μου πόλεμος, λοιπόν, ξεκίνησε Σεπτέμβριο του 2004 και ολοκληρώθηκε τις πρώτες εβδομάδες του 2006. Θα μπορούσα για αυτόν να πω πολλά, που η ιστορία αυτή εδώ τώρα δεν επιτρέπει. Πάντως, θα έλεγα πως μοιάζει αρκετά με τον Παγκόσμιο τον Πρώτο τον κανονικό, κυρίως διότι εξελίχθηκε σε πόλεμο χαρακωμάτων και οδήγησε στην κατάρρευση μεγάλων αυτοκρατοριών. Ο Δεύτερος Παγκόσμιός μου πόλεμος κράτησε από το καλοκαίρι του 2012 μέχρι περίπου το Πάσχα του 2013. Κι αυτός έχει αρκετά κοινά με τον αντίστοιχο ιστορικό, αφού ξεκίνησε ως αστραπή, συμπεριέλαβε ένα ολόκληρο ολοκαύτωμα και έληξε με μία Χιροσίμα. Τα πεδία όπου έλαβαν χώρα αυτοί οι δυο μεγάλοι πόλεμοι ήταν πολλά και διάφορα, αλλά το βασικό σκέλος των επιχειρήσεων πραγματοποιήθηκε στη μείζονα περιοχή του Posh, όπου και ασφαλώς εν τέλει υπογράφτηκαν και οι δυο αντίστοιχες συνθήκες της ειρήνης. Αυτά, και επιφυλάσσομαι κάποια στιγμή να αναλύσω και να αναλυθώ για όσα ακατανόητα έγραψα παραπάνω. Οπότε, ας γυρίσουμε ξανά στον ενεστώτα τον ιστορικό της βασικής αφήγησης.
Δεκέμβριος του 2004. Ένα μόλις χρόνο μετά την έναρξη της λειτουργίας του και ήδη το Posh είναι σημείο αναφοράς όχι μονάχα για τη νυχτερινή ζωή της πόλης, αλλά και για ένα σωρό άλλα πράγματα που έχουνε να κάνουν με όλα αυτά που πάντα οι εγκλωβισμένοι της μίζερης –και εν προκειμένου ξιπασμένης- επαρχιώτικης ζωής επιχειρούν κάπως για να ξεφύγουν. Επειδή μαζί με μένα τους πρώτους μήνες από τους ντόπιους το σνόμπαραν πολλοί, ακόμα και αυτοί που κατά βάθος ίσως το επιθυμούσαν, οι ξένοι, εν προκειμένου οι φοιτητές, που το εκτίμησαν από την πρώτη ίσως στιγμή, απέκτησαν προβάδισμα και σύντομα το καθιέρωσαν ως στέκι τους. Οι φίλοι των ηλεκτρονικής σκηνής επίσης έσπευσαν να το συμπεριλάβουνε στις προτιμήσεις τους, αφού ακόμα, εκείνη την μακρινή την εποχή, τα μπαρ της πόλης διακρίνονταν κυρίως είτε σε καταθλιπτικά έντεχνα σκοτεινάδικα είτε σε χαρωπά ιλουστρασιόν βλαχομπαρόκ. Επίσης ήταν κι εκείνοι, της πόλης οι «μειονοτικοί», που επειδή ενδεχομένως αισθάνονταν παρείσακτοι στα μαγαζιά των άλλων, βρήκαν εκεί ένα φιλόξενο τοπίο, όπου μπορούσαν να αφομοιωθούν χωρίς να πρέπει να κρυφτούνε. Κοντά σε αυτούς ήρθαν να προστεθούν και όλοι αυτοί, που αν και δεν εμπνέονταν ούτε από τις μουσικές επιλογές ούτε από το παρακμιακό του σκηνικό, άρχισαν να πηγαίνουνε στο Posh, απλώς γιατί γουστάραν. Τέλος, κοντά σε όλους αυτούς, δεν άργησαν να προστεθεί σχεδόν το σύνολο των παλαβών ή έστω των εκκεντρικών της πόλης. Που και που, σκάνε και άλλοι ξέμπαρκοι που έχουν ακόμα την εντύπωση ότι μπορούν εδώ να βρουν κορίτσια για κονσομασιόν, μα πριν προλάβουν να απογοητευτούν από την αλλαγή διεύθυνσης, όλο και κάποια ανυπολόγιστη ζημιά θα κάνουν ή θα πάθουν.
Δευτέρα βράδυ. Παραμονές Χριστούγεννα. Η μίνιμαλ εορταστική διακόσμηση τα λέει, νομίζω, όλα. Άλλοι στολίζουν έλατο. Καράβι οι πιο παραδοσιακοί. Μόνο ο Χρήστος σκέφτηκε να κρεμάσει στη θαλασσία νάρκη του πολύχρωμα φωτάκια.
-Να σου πω, ρε. Αυτό το πράγμα εκεί πάνω σίγουρα είναι ακίνδυνο;
-Ναι ρε! Αφού, σου λέω, είναι παλιά. Από τους Περσικούς Πολέμους.
-Α, μάλιστα! Δεν το ήξερα. Είχαν οι Πέρσες νάρκες;
-Όχι οι Πέρσες, ρε χαζέ! Οι άλλοι, οι δικοί μας.
Δευτέρα βράδυ. Εγώ, όπως είπαμε, σε εμπόλεμη κατάσταση. Γύρω μου άμαχος, μα όχι και τόσο αθώος πληθυσμός, γλεντάει, διασκεδάζει. Αύριο φεύγω πάλι στο εξωτερικό. Και τόσο που έμεινα εδώ, πάλι καλά να λέτε. Τώρα όμως φεύγω και ξέρω ότι πίσω μου κάτι ίσως υπάρχει. Χρήστο, το νου σου, σε παρακαλώ, μην κλείσεις πριν γυρίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου