πηγαινω καπου με το αυτοκινητο κ εχω μπλεξει στην κινηση. επειδη δεν βιαζομαι ιδιαιτερα, δεν με ενοχλει κ τοσο. ακουω μια σατιρικη εκπομπη στο ραδιοφωνο, χωρις να ξερω ομως πως ειναι σατιρικη, οποτε αντι να γελαω, ανησυχω με ολα αυτα που συμβαινουνε στον κοσμο κ προβληματιζομαι.
λιγο μετα βρισκομαι αμετακινητος μπροστα σε ενα κοκκινο φαναρι. διπλα στο φαναρι ενας τυπος με μια βουρτσα κ εναν κουβα στα χερια πλησιαζει τα αυτοκινητα σαν να ζηταει κατι. οι οδηγοι των αυτοκινητων, μολις τον βλεπουν, ανοιγουν τους υαλοκαθαριστηρες τους. τι φαση, σκεφτομαι. κοιταζω τον ουρανο. ουτε υπονοια βροχης. ουτε ενα συννεφακι. ο τυπος φτανει κ στο δικο μου αμαξι κ αρχιζει να μου καθαριζει το παρμπριζ. ετσι, χωρις να του το ζητησω. στο μεταξυ εχω να πλυνω το ανταμομπιλ απο το καλοκαιρι. ακομα υπαρχει αμμος κατω απο τα καθισματα και ειμαι σιγουρος πως αν ψαξω καλα μπορει να βρω φυκια, καβουρια κ αστεριες. καλη φαση, ξανασκεφτομαι κ βγαινω απο τα αμαξι προσεκτικα, μην πατησω κανεναν αχινο κ εχουμε κ αλλα. "φιλε", του λεω, "αμα τελειωσεις απεξω να το περασεις κ απο μεσα ενα χερακι, ναι;" ο τυπος μου απαντα κατι στην γλωσσα του κ ριχνεται αμεσως στη δουλεια περιπου ενθουσιασμενος. αναβω τσιγαρο κ αραζω εκει στο πεζοδρομιο.
κ τοτε, ετσι απο το πουθενα, το φαναρι γινεται ξαφνικα πρασινο. τα αυτοκινητα μπροστα απο μενα αρχιζουν να κινουνται. οι οδηγοι πισω απο μενα αρχιζουν να μου κορναρουν κ να με βριζουνε. λες κ με ξερουν κ απο χθες. λες κ τους εχω κανει κατι πολυ κακο κ ασυγχωρητο. ο τυπος που εχει βγαλει εξω τα πατακια κ τα καθαριζει με ζηλο κ επιμελεια, χαμογελαει αμηχανα. του λεω κατι στη δικια μου γλωσσα κ τον καθησυχαζω. πανω στην ωρα, φτανει κ ενας αστυνομικος καβαλα στη μοτοσυκλετα του. ο τυπος, μολις τον βλεπει, παραταει βουρτσες κ κουβαδες κ το βαζει στα ποδια. το μονο που προλαβαινει να παρει μαζι του ειναι ενα βατραχοπεδιλο που βρηκε μες στο ντουλαπακι. ας ειναι. εχω, νομιζω, αλλο ενα καπου. χαλαλι του.
"τι γινεται εδω;" ρωταει το οργανο της ταξης. "τι να γινει, ρε οργανο της ταξης", του απαντω, "τον τρομαξες τον ανθρωπο κ αντε να τον βρω τωρα ξανα να τον πληρωσω". "γιατι παρακωλυετε την κυκλοφορια, κυριε;" ρωταει το οργανο ξανα, φερνοντας το χερι του στο οπλο του. μηχανικα, φερνω κ εγω το χερι μου στη μεση, ετοιμος να τραβηξω πρωτος. μετα θυμαμαι ομως οτι δεν παιζουμε σε γουεστερν αλλα σε φαρσοτραγωδια κ σκυβω να μαζεψω τα πατακια που ακομα δεν εχουνε στεγνωσει. οι κορνες των αλλων οδηγων, των παρακωλυομενων, εχουν συντονιστει κ παιζουν σε ρυθμους χριστουγεννιατικους. περιπου συγκινουμαι. "μετακινηστε, σας παρακαλω, το αυτοκινητο σας", μου λεει ο αστυνομικος με υφος που δεν σηκωνει αντιρρησεις. "γιατι αλλιως, τι;" τον ρωτω με γνησιο ενδιαφερον. μην παει ετσι τζαμπα το ολο επεισοδιο. να μαθουμε κ κατι. ο αστυνομικος βαζει τα κλαματα. οι αλλοι οδηγοι βγαινουν απο τα αμαξια τους κ σπευδουνε να τον παρηγορησουν.
εκμεταλλευομαι την ευκαιρια κ μπαινω στο αυτοκινητο. ανοιγω ξανα το ραδιοφωνο κ ακουω τον σατιρικο εκφωνητη να μου λεει πως θα επρεπε να ντρεπομαι. ντρεπομαι λιγο, οντως. βαζω μπρος κ απομακρυνομαι. δεν προλαβαινω να περασω το φαναρι κ πανω στο τζαμι μου σκαει μια χοντρη σταγονα. κοιταζω τον ουρανο ξανα. συννεφα κ μαυριλα. κλασικα. καθε φορα η ιδια ιστορια. κ στην ερημο, που λεει ο λογος, να εμενα, καθε φορα που θα το πηγαινα για πλυσιμο, αμεσως θα αρχιζε να βρεχει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου