Μπαίνουν σε ένα μπαρ ο γάτος μου, η λεμονιά που έχω στην αυλή, το ρολόι που μου έκανε δώρο ο πατέρας μου όταν πήρα πτυχίο και η ελευθερία. Τους βλέπει ο μπάρμαν και τους ρωτά: «Τι θα πιούνε τα παιδιά;» Ο γάτος μου παραγγέλνει ένα ουίσκι. Η λεμονιά που έχω στην αυλή παίρνει μια κόκα κόλα. Το ρολόι που μου έκανε δώρο ο πατέρας μου όταν πήρα πτυχίο λέει ότι θέλει λίγο να το σκεφτεί. Και η ελευθερία απαντά στον μπάρμαν ότι δεν μπορεί ως έννοια να ασχολείται με τέτοια ασήμαντα ζητήματα και του ζητάει να της βάλει ό,τι εκείνος θέλει. Στο τέλος της βραδιάς τους φέρνει ο μπάρμαν τον λογαριασμό. Βγάζει ο γάτος μου λεφτά, πληρώνει τα δικά του. Αφήνει και η λεμονιά πάνω στην μπάρα κάτι κέρματα. Το ρολόι που μου έκανε δώρο ο πατέρας μου όταν πήρα πτυχίο το σκέφτεται ακόμα, οπότε δεν χρωστάει τίποτα. Και η ελευθερία, που έχει στο μεταξύ μεθύσει από όλα αυτά που ο μπάρμαν της έχει δώσει για να πιει, ψάχνει να βρει το πορτοφόλι της και κλασικά το έχει ξεχάσει σπίτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου