Δευτέρα 15 Ιουνίου 2020
παιρνω φωτια
εχω ερθει στην αθηνα. ειμαι στα εξαρχεια κ παω να συναντησω εναν φιλο στην καλλιδρομιου. εκει που ανηφοριζω τη ζωοδοχου πηγης, βλεπω εναν γνωστο μου απο τα παλια να περπαταει αντιθετα, στο ιδιο πεζοδρομιο. καθως ετοιμαζομαι να του πω γεια, θυμαμαι οτι την τελευταια φορα που μιλησαμε ειχαμε μαλωσει. δυστυχως, δεν θυμαμαι ποια ηταν η αιτια της διαφωνιας μας, αλλα λογικα θα πρεπει να ηταν κατι παρα πολυ σοβαρο κ ασυγχωρητο για να μην το θυμαμαι τωρα. ο παλιος γνωστος με βλεπει κ εκεινος κ αμεσως γυριζει το κεφαλι του προς τα δεξια κ συνεχιζει να περπαταει χαζευοντας τις αφισσες κ τα συνθηματα στους τοιχους. αναρωτιεμαι αν εκεινος τουλαχιστον θυμαται. κ ενω αποφευγει να με κοιταξει με κινδυνο να σκονταψει καπου, να πεσει κ να φαει τα μουτρα του, εγω μπορω στα δεκα μετρα που ακομα μας χωριζουν να τον παρατηρω ανενοχλητος. αλλα να που τα παλια παθη δεν εχουν ακομα σβησει κ οσο πλησιαζει ο ενας τον αλλο νιωθω μια ακατανοητη οργη να ξυπναει μεσα μου. τον βλεπω που βαδιζει πεισματικα αδιαφορος κ φαντασιωνομαι πως ετσι οπως δεν βλεπει μπροστα του, ξαφνου γκρεμοτσακιζεται μεσα σε μια καταπακτη που για καποιο λογο χασκει καπου αναμεσα μας ή συνθλιβεται απο ενα πιανο με ουρα που -οχι για τον ιδιο λογο απαραιτητα- πεφτει επανω στο κεφαλι του. αμεσως ομως τον λυπαμαι κ προσθετω στην φαντασιωση μια αστραπιαια δικη μου κινηση που την καταλληλη στιγμη του σωζει τη ζωη κ τον κανει να μου ορκιστει αιωνια ευγνωμοσυνη. υστερα, λεει, καθομαστε κ πινουμε μια μπυρα στη βαλτετσιου κ τα λεμε κ θυμομαστε τα παλια κ το ενα φερνει το αλλο, οποτε αναποφευκτα τον ρωταω καποια στιγμη: "ρε συ, εμεις οι δυο γιατι μαλωσαμε τοτε;" κ τοτε εκεινος μου χαμογελα κ τσουγκριζοντας τα ποτηρια μας μου λεει: "τι σημασια εχει μωρε.. ελα τωρα, περασμενα ξεχασμενα.." κ εγω θυμωνω τοτε, γιατι ποιος νομιζει οτι ειναι δηλαδη, που θα μου πει τι εχει σημασια κ τι δεν εχει, κ τον αρπαζω κ τον πεταω μεσα στην καταπακτη κ ριχνω απο πανω του ενα πιανο, ενα συνθεσαϊζερ κ ενα εκκλησιαστικο οργανο. κ συνεχιζω να ανηφοριζω τη ζωοδοχου πηγης με το κεφαλι στραμμενο αριστερα, χαζευοντας τις αφισσες κ τα συνθηματα στους τοιχους. μεχρι που θυμαμαι τον φιλο που με περιμενει στην καλλιδρομιου κ τον εχω στησει ηδη ενα μισαωρο. τρεχω, φτανω στο παρασκηνιο, οπου εχουμε δωσει ραντεβου, κ τον βλεπω να χτυπαει νευρικα τα δαχτυλα του στο τραπεζι. "σορρυ", του λεω, "αλλα δεν μπορεις να φανταστεις τι μου ετυχε στον δρομο." ο φιλος δεν θελει να ακουσει τις δικαιολογιες μου κ μου λεει πως ειμαι ασυνεπης κ επιπολαιος κ πως βρηκε τεσσερα ορθογραφικα λαθη κ μια ασυμφωνια ρηματος-υποκειμενου στο τελευταιο βιβλιο μου. εγω του απανταω πως ειναι σχολαστικος κ αργοσχολος ταυτοχρονα κ ετσι αρχιζουμε να τσακωνομαστε. μεσα σε λιγα λεπτα η κριση εχει γενικευτει. σπαμε αυτοκινητα, καιμε καδους απορριματων, κανουμε απρεπεις χειρονομιες. οι υπολοιποι θαμωνες κ οι λιγοστοι περιοικοι, αντι να προσπαθησουν να μας χωρισουνε, καθονται κ μας παρακολουθουν με φιλαθλο ενδιαφερον. καποιοι, μαλιστα, βαζουνε κ στοιχηματα. οταν συνειδητοποιω οτι ο φιλος ειναι το φαβορι κ εγω το αουτσαϊντερ, παρεξηγιεμαι κ σηκωνομαι κ φευγω φωναζοντας: "αχαριστοι.. εγω φταιω που σας βαζω μεσα στις ιστοριες μου.." οπως απομακρυνομαι απο το επικεντρο των επεισοδιων, μου ερχεται μια ακατανικητη επιθυμια να περασω εξω απο το παλιο φοιτητικο μου σπιτι. στριβω στη ζωσιμαδων κ κατηφοριζω ξανα προς την τοσιτσα. στη γωνια με τσαμαδου το βρισκω εκει, στη θεση του. το παραθυρο μου ειναι ανοιχτο. στεκομαι κ το κοιταζω μαγεμενος. μετα απο λιγο καποιος βγαινει στο παραθυρο κ πεταει ενα αναμμενο τσιγαρο στον πεζοδρομο. αμεσως οι αναμνησεις μου αρπαζουνε φωτια. ολοκληρη η παλια μου γειτονια γινεται παραναλωμα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου