σταματαω στο ψιλικατζιδικο να παρω καπνο. μπροστα μου ενας ηλικιωμενος διαλεγει σοκολατες, μαλλον για τα εγγονια του. στο μαγαζι βρισκεται επισης μια κοπελα, ντυμενη στα πρασινα, που κανει προμοσιον καποια μαρκα τσιγαρων. η κοπελα ρωταει τον παππου το τυπικο "καπνιζετε;", προκειμενου μετα να πει το ποιημα της.
εκεινος αρχιζει να της λεει: "καπνιζα παλια, αλλα το εκοψα, πανε 20 χρονια. προβληματα με την υγεια δεν ειχα. οχι απο το τσιγαρο, δηλαδη. αλλα να, μου γκρινιαζε συνεχεια η κυρα κ αναγκαστηκα.. δηλαδη, δεν το εκοψα μαχαιρι. στην αρχη καπνιζα κρυφα εξω απο το σπιτι, αλλα αυτη, η πονηρη, μυριζε τα ρουχα μου μετα κ παντοτε με καταλαβαινε. υστερα, την εχασα.. κοντευουν 5 χρονια. στην αρχη, οταν χηρεψα, ειπα να το ξαναρχισω, αλλα καθε φορα που πηγαινα να αναψω, δεν ξερω, ενα περιεργο πραγμα, ρε κοριτσι μου, νομιζα οτι θα πεταχτει η συγχωρεμενη απο καμια γωνια κ θα με αρχισει παλι τον εξαψαλμο.."
ολοι, το κοριτσι με τα πρασινα, ο ψιλικατζης, εγω, ο επομενος πελατης, που περιμενει τωρα πισω μου, στεκομαστε αδιαμαρτυρητα κ τον ακουμε να αφηγειται αργα κ βασανιστικα την ιστορια του. εκεινος καταλαβαινει οτι το εχει παρακανει κ σταματαει αποτομα ρωτωντας αυτη τη φορα πιο χαμηλοφωνα: "εσυ, κοριτσι μου, καπνιζεις;" αυτη χαμογελαει αμηχανα. ο γερος κοιταζει τα χερια της μικρης κ βγαζει τα συμπερασματα του: "αμα καπνιζεις, να βρεις ενα καλο παιδι να σου το κοψει το ρημαδι. αλλιως να βρεις ενα ακομα πιο καλο, που να αξιζει να το αρχισεις για χαρη του." το αιρκοντισιον στο ψιλικατζιδικο δουλευει στο φουλ. οι σοκολατες, ωστοσο, στα χερια του παππου λιωνουν μαζι με τη φωνη του.
εκεινος αρχιζει να της λεει: "καπνιζα παλια, αλλα το εκοψα, πανε 20 χρονια. προβληματα με την υγεια δεν ειχα. οχι απο το τσιγαρο, δηλαδη. αλλα να, μου γκρινιαζε συνεχεια η κυρα κ αναγκαστηκα.. δηλαδη, δεν το εκοψα μαχαιρι. στην αρχη καπνιζα κρυφα εξω απο το σπιτι, αλλα αυτη, η πονηρη, μυριζε τα ρουχα μου μετα κ παντοτε με καταλαβαινε. υστερα, την εχασα.. κοντευουν 5 χρονια. στην αρχη, οταν χηρεψα, ειπα να το ξαναρχισω, αλλα καθε φορα που πηγαινα να αναψω, δεν ξερω, ενα περιεργο πραγμα, ρε κοριτσι μου, νομιζα οτι θα πεταχτει η συγχωρεμενη απο καμια γωνια κ θα με αρχισει παλι τον εξαψαλμο.."
ολοι, το κοριτσι με τα πρασινα, ο ψιλικατζης, εγω, ο επομενος πελατης, που περιμενει τωρα πισω μου, στεκομαστε αδιαμαρτυρητα κ τον ακουμε να αφηγειται αργα κ βασανιστικα την ιστορια του. εκεινος καταλαβαινει οτι το εχει παρακανει κ σταματαει αποτομα ρωτωντας αυτη τη φορα πιο χαμηλοφωνα: "εσυ, κοριτσι μου, καπνιζεις;" αυτη χαμογελαει αμηχανα. ο γερος κοιταζει τα χερια της μικρης κ βγαζει τα συμπερασματα του: "αμα καπνιζεις, να βρεις ενα καλο παιδι να σου το κοψει το ρημαδι. αλλιως να βρεις ενα ακομα πιο καλο, που να αξιζει να το αρχισεις για χαρη του." το αιρκοντισιον στο ψιλικατζιδικο δουλευει στο φουλ. οι σοκολατες, ωστοσο, στα χερια του παππου λιωνουν μαζι με τη φωνη του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου